Πατρίδα μας τα παιδικά μας χρόνια…
«Αν επιμένω να θυμάμαι/ δεν είναι για να βρω δικαιολογίες/ που μιλώ όλο με ίδιες λέξεις παλιωμένες./ Και τι θαρρείς πως είναι οι καινούργιες./ Μια πρόσκαιρη παιδιάστικη απείθεια στις παλιές.// Αν επιμένω να θυμάμαι/ δεν είναι σώνει και καλά φυγομαχία/ ούτε κι αποτραβήχτηκα σε τίποτα ερημιές./ Περνάει κόσμος και κοσμάκης από κει./ Ό,τι θυμάμαι θεωρείται/ από τις πλέον κεντρικές περιφέρειες.// Για λίγη ελπίδα για λίγη ανανέωση/ θυμάμαι./ Τα μπούχτισα όλ’ αυτά που θα/ κουάξ τελεύ κουάξ ηλί ανυπερθέτως». Οι τρεις τελευταίες στροφές από το ποίημα “Της Διακαινησίμου” της Κικής Δημουλά (από την ποιητική της συλλογή “Η εφηβεία της λήθης”, 1994).
Και οι παραπάνω στίχοι της κορυφαίας σύγχρονης Ελληνίδας ποιήτριας, που κατοικοεδρεύει εδώ και τρία χρόνια στον Επουράνιο Παρνασσό, στον νου μου, σαν συνέχεια των όσων ένιωσα κι εφέτος, τις μέρες της Μεγαλοβδομάδας. Εν είδει “απολογίας”. Μαζί μ’ αυτούς ένα απόσπασμα απ’ τον πρόλογο που έγραψε στο διήγημά του “Λαμπριάτικος Ψάλτης”, ο Άγιος των Ελληνικών Γραμμάτων, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. «Το επ’ εμοί ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως δε κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη». Πατρίδα μας τα παιδικά μας χρόνια…
Εκεί επιστρέφουμε. Εκεί επιστρέφω, «ιδίως κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας». Αλλά και πολλά βράδια. «Πολλά βράδια,/ λίγο πριν κλείσω τα μάτια,/ πιάνω την ψυχή μου απ’ το χεράκι/ “στράτα στρατούλα”, της λέω -και την βγάζω βόλτα στα παιδικά λημέρια:/ στην αυλή των βασιλικών και του ασβέστη,/ στην τζανεριά του Αγίου Πνεύματος, στα φτερά ενός μικρού σπουργίτη,/ στον βολβό ενός κρίνου…// Κάπου εκεί με βρίσκει/ το κουδούνισμα της άλλης ημέρας./ Πρέπει να ξαναγίνω μεγάλος». Τα που γράφω στο ποίημά μου “Πολλά βράδια” (βλ. ποιητική συλλογή “Όταν γίνεις ποίημα”, εκδ. “Πυξίδα της Πόλης”, 2013).
Χριστός ανέστη, φίλες και φίλοι! Παρασκευή της Διακαινισίμου σήμερα και οι πρώτες μεταπασχαλινές Στάσεις… Σαράντα μέρες, απ’ την νύχτα της Ανάστασης μέχρι το μεσημέρι της παραμονής της Ανάληψης με το “Χριστός ανέστη” και το “Aληθώς ανέστη” χαιρετιόμαστε στα μικράτα μου…
Και… στα πεταχτά
«Λεμονανθοί, ρόδα, μερθιές, κρινάκια, μαχαιρίδες,/ τση Λαμπρανάστασης ευκές πέμπουν κι αντιλαψίδες». Πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα η άνοιξη, μας λέει σε μια παλιά, διαχρονική μαντινάδα του ο εκ των κορυφαίων διαλεκτοφώνων ποιητών του νησιού μας Κωστής Λαγουδιανάκης. Ακόμα κι όταν ο ουρανός κάπου -κάπου μπουρουδιάζει. Εορταστική, αναστάσιμη η όλη ατμόσφαιρα και σήμερα Παρασκευή των Σκολών. Της Ζωοδόχου Πηγής, της Χρυσοπηγής, της Παναγίας του Λουτρού… Χρόνια πολλά στις Ζωές και στις Πηγές που γιορτάζουν. Χρόνια πολλά κι ευλογημένα στις μοναχές της Χρυσοπηγής, που το έχουν μεταμορφώσει σε επίγειο παράδεισο, όπως και στις μοναχές της Μονής του Παρθενώνα στην Κίσσαμο που επίσης πανηγυρίζει. Και βέβαια στα μέλη του Συνδέσμου Πολιτικών Συνταξιούχων της Περιφερειακής Ενότητας Χανίων που γιορτάζουν…
Ο Ιησούς δεν είχε προλάβει να επισκεφθεί την Κρήτη και οι μαθητές του του έλεγαν και του ξαναέλεγαν να κάμει τα αδύνατα δυνατά να περπατήσει στα μέρη της γιατί αλλιώς αδικείται το όμορφο νησί. Ο Χριστός άκουγε σιωπηλός όσα του έλεγαν και στο τέλος χαμογελώντας, όπως το συνήθιζε τους είπε: «Φαντάζεστε πως θ’ άφηνα την Κρήτη αδικημένη; Η Κρήτη δεν αδικείται. Της δίδω την ευκή μου και την ευλογία μου. Εύχομαι να είναι ευλογημένο το χώμα της· το έδαφός της, ακόμη και το πιο πετρώδικο να βγάζει προϊόντα· ό,τι φυτρώνει και σπέρνεται στη γη της να είναι νόστιμο και γλυκό και να μη στεριώσει ποτέ σ’ αυτήν θεριό… Από τότε όσα θεριά ζούσαν στην Κρήτη ψόφησαν και γι’ αυτό σήμερα δεν υπάρχουν ούτε λιοντάρια, ούτε λύκοι, ούτε αρκούδες, παρά μονάχα μικρά φίδια που δεν δηλητηριάζουν και μερικά έντομα». Από το βιβλίο του Βασίλη Χαρωνίτη “Θρύλοι και παραδόσεις για τη μεγαλοβδομάδα και τη Λαμπρή” (Χανιά 2011).
Στην τελική ευθεία για τις Βουλευτικές εκλογές -μόλις 30 μέρες μας χωρίζουν- σχετικές μ’ αυτές οι δυο πρώτες μεταπασχαλινές μαντινάδες της Νεκταρίας Θεοδωρογλάκη. «Σε ένα μήνα, φίλε (η) μου την κάλπη θ’ ανταμώσεις/ γι’ αυτό και αποφάσισε την ψήφο πού θα δώσεις», μας λέει στην πρώτη. «Η ψήφος σου σημαντική είναι και το γνωρίζει,/ το μέλλον της πατρίδας σoy, εσύ τ’ αποφασίζεις», μας λέει στη δεύτερη. Για να το γυρίσει στον έρωτα, όπως το συνηθίζει, στην τρίτη: «Στις εκλογές του έρωτα εσένα θα ψηφίζω/ την ψήφο της αγάπης μου, μάτια μου σου χαρίζω», μας λέει.