Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Παύλου Γ. Βλαστού Κρητός: “Ασματα λαϊκά Κρητών”

Πριν από 5 χρόνια (11.1.2010) είχα δημοσιεύσει στα Χ.Ν. (σελ. 22) σύντομο άρθρο με αφορμή την (τέταρτη) έκδοση του σημαντικού έργου του διακεκριμένου φιλολόγου κ. Αντώνη Ξανθινάκη “Λεξικό ερμηνευτικό και ετυμολογικό του δυτικοκρητικού γλωσσικού ιδιώματος” (ΛΞ).
Στο άρθρο εκείνο κατέθεσα σκέψεις και παρατηρήσεις για τη σύνταξη ενός λεξικού, και μάλιστα λεξικού που αναφέρεται σε γλωσσικό ιδίωμα. Επισήμανα την ύπαρξη πηγών από την έρευνα των οποίων θα ήταν δυνατόν να προκύψει αθησαύριστο γλωσσικό υλικό γράφοντας ανάμεσα στα άλλα: “Αρχειακό υλικό ύστερα από σχετική έρευνα είναι βέβαιο ότι θα αποδώσει πλούσια αποτελέσματα”.
Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας δείγμα μικρό μεν αλλά μεγάλης αξίας από το υπάρχον αρχειακό υλικό. Πρόκειται για τη φωτομηχανική έκδοση του Ιστορικού Αρχείου Κρήτης (ΙΑΚ) “Άσματα λαϊκά Κρητών ή Συλλογή κρητικής ποιήσεως ποικίλης”, η οποία θέτει στη διάθεσή μας τμήμα μόνο από το περισπούδαστο “Αρχείο Παύλου Γ. Βλαστού”. Με επιμέλεια (και Επιλεγόμενα) του Προϊστάμενου του ΙΑΚ, εκλεκτού φιλολόγου Κωνσταντίνου Φουρναράκη, προστέθηκε το βιβλίο αυτό στις λαμπρές εκδόσεις που τα τελευταία χρόνια ήρθαν να αποκαλύψουν θησαυρούς οι οποίοι επί δεκαετίες βρίσκονταν στο σκοτάδι και στην αφάνεια. Είναι αυτονόητο ότι από οτιδήποτε άλλο προηγείται ο έπαινος προς το ΙΑΚ και τον άξιο Προϊστάμενό του.
Ως προς το περιεχόμενο του βιβλίου, ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σε ελκυστική πρόκληση, καθώς έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί με ποικίλες πτυχές του, όλες με ξεχωριστό ενδιαφέρον. Επειδή δε πρόκειται για έμμετρα δημιουργήματα του λαού της Κρήτης, θεωρώ επιβεβλημένο να επισημανθεί η ακρίβεια με την οποία ο συλλέκτης του υλικού Παύλος Βλαστός προσδιόρισε το περιεχόμενο της Συλλογής του. Γιατί πράγματι πρόκειται για “Άσματα λαϊκά” ή, αλλιώς, “Συλλογή κρητικής ποιήσεως ποικίλης”. Ανάμεσά τους είναι και ριζίτικα τραγούδια. Η επισήμανση είναι απαραίτητη, επειδή από βιασύνη ίσως (ενίοτε και από άγνοια) στην κατηγορία των ριζίτικων τραγουδιών εντάσσονται και “άσματα” που δεν είναι βέβαια “ριζίτικα”. Με την ευκαιρία δε καλό είναι να επαναληφθεί το ότι ο χαρακτηρισμός “νεοριζίτικα” για συνθέσεις των τελευταίων δεκαετιών είναι άστοχος και χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Τα αληθινά ριζίτικα εκφράζουν την ψυχή του κρητικού λαού σε συνάφεια με το χώρο και με το χρόνο. Απομίμησή τους, και μάλιστα καθ’ υπαγόρευση ή “διατεταγμένη”, που συχνά οδηγεί σε απροκάλυπτη αντιγραφή προσβλητική τής καλαισθησίας του προτύπου, παράγει άλλο πνευματικό προϊόν… Υπενθυμίζω επιπλέον ότι και αυτός ο όρος “ριζίτικα” έχει εισαχθεί (στη γνωστή τουλάχιστον βιβλιογραφία) εδώ και λίγες δεκαετίες.
Ξαναγυρίζοντας στην έκδοση του ΙΑΚ επισημαίνουμε την ύπαρξη πολλών έμμετρων δημιουργημάτων άγνωστων από άλλες πηγές, δηλωτικών της δημιουργικής πνοής που διέκρινε την κρητική κοινωνία μιας άλλης εποχής. Άλλων τραγουδιών, γνωστών ήδη, υπάρχουν μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης παραλλαγές, στοιχείο που προσφέρεται για πιο αυθεντική και ολοκληρωμένη εικόνα τόσο της αρχικής (ή, έστω, επικρατέστερης) μορφής τους όσο και της διάδοσης που είχαν  στην Κρήτη.
Ο Βλαστός συνέλεξε τα τραγούδια είτε από γραπτές πηγές είτε από την προφορική παράδοση μέσω προσώπων τα οποία προφανώς θεωρούσε αξιόπιστα. Άνδρες ή γυναίκες, λαϊκοί ή κληρικοί (κάτοικοι οι περισσότεροι  του Νομού Ρεθύμνου) κατέθεσαν όσα η μνήμη τους είχε καταγράψει και συντηρήσει, ακόμη και πολύστιχα τραγούδια. Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, μετά το τέλος κάθε τραγουδιού αναφέρεται και η πηγή του. Εννοείται ότι η γλώσσα τους είναι αυτή του τοπικού ιδιώματος, στην οποία ο Βλαστός έχει επιφέρει λίγες, ευδιάκριτες όμως αλλαγές επηρεασμένος προφανώς από τη λόγια γλωσσική παράδοση την οποία και ακολουθούσε. Εντύπωση προκαλεί πάντως το ότι υπάρχουν πολλά ορθογραφικά λάθη σχετικά είτε με τις καταλήξεις κλιτών λέξεων είτε με τις ρίζες τους: για παράδειγμα,  ταίρι ζευγαρωτώ (αντί ζευγαρωτό), κρεμνό (κρεμνώ), λαρίγγι (λαρύγγι), Πινελώπη (Πηνελόπη), μείνησε (μήνυσε), ξεφουντομένο ρόδο (ξεφουντωμένο), ανυμένο (ανημένω), ελλειπές (ελλιπές), να πρεπήσει (πρεπίσει), αδιανή (αδειανή), ζυλώτυπος (ζηλότυπος), κλειδομένη (κλειδωμένη), αινύγματα (αινίγματα), τριγοπατώ (τρυγοπατώ), θα σπείρο (σπείρω), μεσήτις (μεσίτης), φαίρεται (φέρετε), ράκει (ράκη).
Με τα θέματα των συνθέσεων αυτών δεν θα ασχοληθώ στο σημερινό σημείωμα – εξάλλου, ο Βλαστός τις είχε καταγράψει εντάσσοντάς τες σε ομάδες με βάση το περιεχόμενό τους. Ίσης τουλάχιστον αξίας (κατ’ εμέ μεγαλύτερης) είναι ο λεξιλογικός πλούτος τον οποίο ανακαλύπτουμε από την αρχή μέχρι το τέλος. Προκειμένου δε να υπάρξει σύνδεση με την προλογική παράγραφο του σημερινού σημειώματος, θα εστιάσω σε δύο σημεία του λεξιλογίου: σε λέξεις που δεν είναι γνωστές στους λεξικογράφους ή χρησιμοποιούνται με διαφορετική σημασία και σε σύνθετα του κρητικού ιδιώματος (για τα οποία, προσθέτω, είχα δημοσιεύσει άρθρο στα Χ. Ν στις 19.1.2007, σελ. 25).
Στην πρώτη ομάδα συναντάμε λέξεις και ξενικές και με ελληνική ρίζα, πολλών από τις οποίες ο Βλαστός δίνει  σε υποσημείωση τη σημασία (η οποία είναι άδηλη για ορισμένες άλλες).   Παραθέτω ενδεικτικά παραδείγματα που προέρχονται από επιτροχάδην ανάγνωση.
1. Λέξεις που έχουν ξεχαστεί. Για την ετυμολογία και τη σημασία τους είναι χρήσιμη περαιτέρω έρευνα: αλλεντρετούρα (=κατευθείαν: “έτρεχεν αλλεντρετούρα”), αμπολιαρά* (=ερωμένη), αμπράκαμος (=χρυσό περιδέραιο: “μ’ αμπρακάμους, με μποτόνια, με χρυσάλυσα κορδόνια”),  αναλέγομαι (=ανεβαίνω: “τη σκάλα του αναλέγεται”), ανοδεύγω (=πηγαίνω, ανεβαίνω: “εκεί που θ’ ανοδέψομε δεν πιάνουν παρακάλια”), άνοιωμα (=αίνιγμα), ανταλέτι (=υπεροψία, πρόκληση), απαρθηνά (=αν αληθεύει), αποντεστενάρω* (:εμένα ανημένανε να σ’ αποντεστενάρω; /ΑΡ: αποκαθιστώ), αρβέλα (=α. καταστροφή από το χιόνι, β. κορμός πάνω στον οποίο χτυπούσαν το λινάρι), αργιόβρωτος (ίσως, ανθεκτικός [αργός+βρωτός]: κοντάρι απού τ’ αργιόβρωτα, κοντάρι του πολέμου”), αρκομπούζια* (=όπλα), αστάχι του γιαλού (=ο ορίζοντας της θάλασσας), αυγάτορας (ή αυγατόρος=πρόστυχος: “εσείς, κερ’,  αγαπήσετε τση χώρας τσ’ αυγατόρους, ανήπλυτους κι ανάλλαγους και γαργιοφορεμένους”), άφαιδος (ή άφεδος=αναιδής: “σκύλ’ άπονη, σκύλ’ άφεδη, σκύλα μαγαρισμένη”), βαλουρέ (ίσως, ουρά: “τη βαλουρέ φυλάξετε να τηνε κάμω σφίχτη”), βλογιοκομμάδες (:”ο κύρης μου ήτο παπουτσής κι είχε βλογιοκομμάδες”), γαμηλιωθιά (=συνεπαρσά, συνοδεία της νύφης), διάχνω (:“σαν άντρες ν’ απαλέψωμεν, ως διάχνουν τιμημένοι”. Κατά το “Λαογραφικό Σφακιανό Λεξιλόγιο” του Κανάκη Ι. Γερωνυμάκη, Χανιά 1999, σελ. 35, σημαίνει “μεταχειρίζομαι”), ελμασένιος (με πολύτιμους λίθους), ζαχέρη, καμπλιά, η (=είδος φακής), καφέσι (=φράκτης παραθύρου, δηλ. μάλλον είδος κουρτίνας), κεμέρι (=δερμάτινο βαλάντιο οσφύος), κολέτο (=μπούστος:”έχει και πλεκτά σπαλέτα και μεταξωτά κολέτα”), κομπασάρω, λαδομπουρνιά (=πήλινο δοχείο λαδιού), μάλτα (=είδος πορτοκαλιάς) και μάλτες (=μεγάλα πορτοκάλια), μαντζάρι (=χρυσό βυζαντινό νόμισμα), μαξελολάγαρος (χαρακτηρισμός μπροστάρη κριού), μεντέρι (=στρωσίδι καναπέ), μικτάρι (=μερίδιο), μολεμός (=μόλυνση), μονοκουτσούναρος (όμοιος με κουτσουνάρα που τρέχει νερό: “τρέχει μονοκουτσούναρο το αίμα”), μουζούρικος (=καζάνι, ενός μουζουριού), μουτουλούκι (=”η εποχή της παραδόσεως”), μούτσικος (=μικρός, κοντός), σουβλίστρα (=σκιάχτρο που βάζουν στα σπαρτά για να φοβίζει τα πουλιά), σπαλέτο (=επωμίδα).
2. Λέξεις που επιβιώνουν από τη μεσαιωνική ελληνική: αγιομνήσι (μνήμη / εορτή αγίου συνήθως σε εξωκλήσι), ανακυκλίζω (=τυλιγαδιάζω), απλάδενα (=πλατύ και ρηχό πιάτο), γιατρεμός, καλεστικός, καμαρόφρυδο, καρπέτα* (φόρεμα με μανίκια μέχρι τον καρπό), κλάπα (όργανο βασανισμού), κουμνί (=κανάτι πήλινο), μαυλισιά, μαυλίστρα, πρωτοστέφανος (=αυτός που για πρώτη φορά παντρεύτηκε).
3. Παράγωγα από λέξεις της κοινής: αγκαλάκι, ακρογέροντας*, αποθλίβερος (=πολύ θλιμμένος), αποκλάημενος (=βουτηγμένος στο κλάμα), απόμικρος (=πολύ μικρός), αποσίγανος, αργυρορίπισμα (=ασημένια βεντάλια), αφωνόλαλος, αχεροσακούλα, ζαρουκλάδα (=πτυχή, ζαρωματιά), κορμοστάσι, κουμπάρισσα, λάτρα (=λατρεία, πόθος, όρεξη), λινούρια (=ρούχα λινά), μαντύ (=μανδύας, φόρεμα), μπολίδι (=γυναικείο κάλυμμα της κεφαλής), νεκρίκια (=όπως θέτουν τους νεκρούς), ξελουχουνεύω (=περιποιούμαι λεχώνα μέχρι να αναρρώσει), παράμνημα (=μνήμα ξεχωριστό από τα άλλα, παραμελημένο).
4. Λέξεις που σπανίζουν (βρίσκονται σε ελάχιστα λεξικά της κοινής): απύρι (=θειάφι), αφορμισμένος (=πολύ θυμωμένος, έξαλλος), γεμενί (=έγχρωμο διαφανές τσεμπέρι, γιασμάς), έθοιος (=τέτοιος), θαλάσσι.
Στη δεύτερη ομάδα, των σύνθετων λέξεων, ανήκει μεγάλο μέρος του γλωσσικού υλικού. Επειδή τα συστατικά των λέξεων αυτών λαμβάνονται κατά κανόνα από την κοινή, συχνά δεν δίνουν την εντύπωση ότι ανήκουν στο ιδίωμα. Πρόκειται όμως για δημιουργήματα ανθρώπων που χρησιμοποιούν το ιδίωμα. Διακρίνονται για τη χάρη και τη σαφήνειά τους, είναι δε αξιοθαύμαστη η ευστοχία τους σε σχέση με το μήνυμα το  οποίο ο δημιουργός τους ήθελε να εκπέμψει. Εκπλήσσει η ποικιλία των συνθετικών που επιλέγονται αλλά και η μορφή με την οποία μας παραδόθηκαν. Είναι ο αψευδής μάρτυρας της δημιουργικής έμπνευσης και της φαντασίας τού λαού, ανθρώπων μάλιστα μιας άλλης εποχής, εποχής κατά την οποία ούτε σχολεία υπήρχαν ούτε δυνατότητα είχαν για κάποιας μορφής σπουδή της γλώσσας. Ακολουθεί μικρό δείγμα.
(αγριο)λαφίτσα, ακτινοζωσμένος, αμπελότραφος, ανθόπλεκτος (κεφαλή), αστραποχάλαζα, βαρυξομπλιασμένος, γαλαζιομέταξο, γλυκοβυζαίνω, γλυκοθρέφομαι, γοργογύριστος (χέρια), γοργομεγαλώνω, δεματοκουβαλώ, κρυφογκαστρωμένο (κοράσιο), κρυφοφίλητος (κοράσιο), κρυφοχαϊδεμένος (κοράσιο), λαγοκυνήγι, λακκουδοπήγουνος (κόρη), λυροτραγουδίσματα (τραγούδια με συνοδεία λύρας, μουσικών οργάνων), μακροκοντυλάτος (μύτη), μαργαριταροφραγμένος, μαυραραχνιασμένος, μελισσολόγος, μυριανάθεμα, ξεφουντωμένος (ρόδο), ομορφόδετος, πετρόσκαλα, πολυταξιδιάρης, ροδοκοκκινάδα, σγουροπλεμένος (μαλλιά), σιγανασέρνω (νερό), σιγογεμίζω, σκιζαμυγδαλάτος (μάτια), τριχαραδιασμένος (ματόκλαδα), τσοχινοντυμένος, χρυσομηλιά.
Η έκδοση του ΙΑΚ για την οποία έγινε λόγος με μεγάλη συντομία πρέπει να αποτελέσει οδηγό για το μέλλον.  Θησαυροί του παρελθόντος, δηλαδή του πολιτισμού μας, είναι αδιανόητο να μένουν στο σκοτάδι κάποιων υπογείων ή έστω βιβλιοθηκών, ενώ μπορούν όχι μόνο  να δώσουν τροφή και οξυγόνο σε όσους για ειδικούς λόγους (π. χ. μελέτη) επιθυμούν να τους γνωρίσουν, αλλά και  να συνδέσουν και να μπολιάσουν την παραστρατημένη εποχή μας με πατρογονικές αξίες. Για το λόγο αυτό, εκτός από τον έπαινο, οφείλονται και ευχαριστίες, γιατί όχι και ευγνωμοσύνη στο ΙΑΚ  και σε όσους εργάσθηκαν για το λαμπρό  έργο που μας παρέδωσαν.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ.

1. Οι λέξεις της πρώτης ομάδας που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από τη Συλλογή του Βλαστού. Με αστερίσκο (*) είναι όσες περιλαμβάνονται, αλλά με διαφορετική σημασία και παραλλαγμένη μορφή, είτε στο ΛΞ είτε στο “Γλωσσάρι” που συνοδεύει το έργο του κ. Σταμ. Α. Αποστολάκη, “Ριζίτικα, τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης” (ΑΡ). Με υπογράμμιση είναι οι λέξεις που ερμηνεύονται από τον Π. Βλαστό στο έργο του “Ο γάμος εν Κρήτη”. Χρησιμοποιήθηκε εξάλλου για περαιτέρω έλεγχο το εκ 13 τόμων “Λεξικό της ελληνικής γλώσσας Αρχαίας – Μεσαιωνικής – Νέας”, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήνα 2007-2008.
2. Ευχής έργο θα ήταν να υπήρχε συνδρομή από μεγαλύτερους σε ηλικία που ενδεχομένως γνωρίζουν τη χρήση και τη σημασία λέξεων για τις οποίες υπάρχουν κενά ή αμφιβολίες. Ό,τι χάνεται δεν υπάρχει τρόπος να βρεθεί στο μέλλον…

*φιλόλογος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα