Οι φωνές που φέρουν στοχασμό και συναίσθημα είναι πάντοτε σημαντικές. Ιδιαίτερα στην παγωμένη ασάφεια των καιρών μας οι φωνές αυτές, που αρθρώνουν λόγο λιγότερο ή περισσότερο απλό, λιγότερο ή περισσότερο έντεχνο, πάντοτε όμως με συγκεκριμένο και πανανθρώπινο περιεχόμενο, αποτελούν οάσεις σε μια αχανή έρημο.
Μια όαση συνιστά και το βιβλίο του Παύλου Πολυχρονάκη, ο οποίος, μετά από μακρά και ευδόκιμη θητεία στο σατιρικό λόγο, πεζό και έμμετρο, έγραψε και συγκέντρωσε 105 ποιήματα όπου αποτυπώνεται η διαδρομή της ζωής του ανθρώπου καταγεγραμμένη από τη διεισδυτική ματιά ενός φιλόσοφου, αλλά και αθλητή συνάμα. Αυτός ο φιλοσοφικός στοχασμός οδηγεί σε ακλόνητα συμπεράσματα, τα οποία παρατίθενται στην ποιητική συλλογή με τίτλο “Ανοιξη Ψυχής”. Κυρίαρχη μέσα σε αυτά τα συμπεράσματα είναι η αναγνώριση της αξίας της Αγάπης. Με το δικό του τρόπο και πατώντας σταθερά πάνω στη ρίμα ο Παύλος Πολυχρονάκης μας λέει ότι η Αγάπη είναι αδήριτος ανάγκη, όρος και προϋπόθεση ζωής. Η Αγάπη είναι ο πλούτος, η Αγάπη η αξία, η Αγάπη η δόξα και η ισχύς. Χωρίς Αγάπη το όποιο οικοδόμημα ζωής είναι προορισμένο να καταρρεύσει και η ανθρώπινη ύπαρξη καταδικασμένη να μαραζώσει, να συρρικνωθεί, να ξεθωριάσει, να σβήσει δίχως να συνειδητοποιήσει τον σκοπό της και αφήνοντας πίσω της ένα αναπάντητο “Γιατι;”. Η Αγάπη, η ανιδιοτελής και ανυστερόβουλη, η απαλλαγμένη από ευτελή κίνητρα και επιβουλή, η Αγάπη της συγχώρεσης και καταλλαγής, της εν-νόησης και κατανόησης, είναι ο κρίκος που συνδέει τον άνθρωπο με το συνάνθρωπο σε όλη την οικουμένη. “Ανοιξη ψυχής” είναι, όπως αναφέρθηκε, ο τίτλος του βιβλίου, για να μας θυμίζει ότι η Αγάπη αντιστρατεύεται τη φθορά και το θάνατο. Μέσα στον αμάραντο και αειφόρο κήπο της, η αύρα της πνευματικής νιότης και η χαρά της αγαπητικής συνύπαρξης στροβιλίζονται στο μελωδικό σκοπό της γαλήνης. Εκεί ο φόβος δεν έχει τόπο να σταθεί και η μοναξιά να αράξει. Εκεί η υποκρισία, ο φθόνος, η υστεροβουλία τρέπονται σε φυγή, εκεί η σαθρότητα της επιφάνειας υποχωρεί για να αποκαλύψει την υποκείμενη σήψη της ιδιοτέλειας: «Αγάπη, ταύτιση ψυχών που δυστυχώς σπανίζεις/ στον κόσμο το σημερινό όσα κι αν πεις αξίζεις./ Αλας της γης και της ζωής υπέροχη μπαλάντα/ που σαν θα μπεις μεσ’ στην καρδιά μένεις εκεί για πάντα./ Πίστη και αφοσίωση χωρίς κανένα δόλο/ και πιο γλυκειά πηγή ζωής στον πιο ωραίο ρόλο./ Στοργή υπερπροστατευτική για όποιον νιώθεις φίλο/ σ’ όποιο κι αν είναι στάδιο, σ’ όποιο ν’ ανήκει φύλο./ Απλετη συμπαράσταση στο άλλο σου το ταίρι/ που χαίρεις όταν χαίρεται, πονάς σαν υποφέρει./ Κι ευλογημένη ομορφιά απού δεν θα μπορέσει/ να σε λερώσει του έρωτα ποτέ καμία σχέση/. Είσαι το “δώρο του Θεού”, Ανοιξη της ψυχής μας/ κι η ευτυχία και χαρά της άχαρης ζωής μας!»
Δεν πρόκειται για απραγματοποίητο όνειρο ή για φαντασίωση του αδύνατου. Ο Παύλος Πολυχρονάκης μας θυμίζει ότι ένας από καρδιάς λόγος, μια κίνηση καταλλαγής, ένα χαμόγελο και δυο λόγια φιλίας, η αυθόρμητη συμπαράσταση σε δύσκολες στιγμές, ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο και στα εκάστοτε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, η αποδοχή και αναγνώριση των ίσων δικαιωμάτων στη ζωή για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, είναι τα βήματα που μας οδηγούν σε αυτό τον πολύανθο και ευλογημένο δρόμο. Το όραμα και η προσδοκία της Αγάπης είναι η ασυμβίβαστη αλήθεια της ψυχής, την οποία δεν έχουμε παρά να αφουκραστούμε. Στο σύντομο διάβα μιας ζωής, που διαγράφει απλά μιαν ασήμαντη αστραπή στην απεραντοσύνη του χωροχρόνου, αυτό που αξίζει είναι:
«…Μια αγκαλιά πολύ ζεστή στην παγωνιά τ’ απείρου,/ ένα σενάριο μιας στιγμής του πιο γλυκού ονείρου./ Χρυσή βροχή με άρωμα που την ψυχή ποτίζει/ κι ένα χαμόγελο γλυκό που μας καλοκαρδίζει!»
Ο δρόμος της καρδιάς, ωστόσο, συχνά βρίσκεται αποκλεισμένος από συρματοπλέγματα τεράστιων άνομων συμφερόντων και απληστίας, μικροψυχίας, μίσους και εμπάθειας.
Ο ποιητής επισημαίνει τα φαινόμενα και τις αιτίες που θέτουν φραγμό στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ παράλληλα δυναμιτίζουν την πανανθρώπινη αγάπη και κατανόηση: «…Αν μπόραγα τους ισχυρούς, ανθρωπιστές να κάμω/ και στις ερήμους του ντουνιά να πότιζα την άμμο,/ αν μπόραγα να έδινα δουλειά σ’ όλο τον κόσμο/ και να μην παίρνει άνθρωπος της προσφυγιάς το δρόμο/ κι αν μπόραγα ισότητα να βάλω στον πλανήτη/ για να μη σέρνει το φτωχό ο πλούσιος απ’ τη μύτη,/ τότε θα με σταυρώνανε σαν το Χριστό και μένα/ -μα, Θε μου, αυτά τα θαυμαστά, ας τα ’χα καμωμένα!». Αυτή η ποιητική συλλογή καταδεικνύει, με τον καλύτερο τρόπο, το πολύπτυχο των δυνατοτήτων του Παύλου Πολυχρονάκη, καθώς αποκαλύπτει τη δεξιότητά του σε έναν διαφορετικό, στοχαστικό και λυρικό, τρόπο έκφρασης.
Κύρια, όμως, αναπαύει και γαληνεύει την ψυχή του αναγνώστη με έναν βατό και ευκρινή λόγο, ο οποίος έχει τη δική του αξία μέσα σε μιαν εποχή επιτεινόμενης σύγχυσης, και με τα ακατάλυτα, αιώνιας αξίας μηνύματα τα οποία μεταγγίζει.
.