Η λόγχη είναι για τα όπλα και τον πόλεμο… Είναι γνωστό τοις πάσι το στρατιωτικό παράγγελμα: “Εφ’ όπλου λόγχην” (διατάσσονται οι στρατιώτες να τοποθετήσουν τις λόγχες στα τουφέκια τους για επίθεση ή απόδοση τιμών).
Τα όπλα όμως της ενημέρωσης και των υπηρετών της έχουν κι αυτά τη δική τους “λόγχη”, που δεν είναι άλλη από τη γραφίδα.
Τα Πενάκια … “εφ’ όπλου” επιστράτευσαν οι σκιτσογράφοι της εποχής του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, προκειμένου με τις ευρηματικές, κεφάτες και ποικίλες, γελοιογραφίες τους να διακωμωδήσουν τους εισβολείς, να απογειώσουν τη δόξα των μαχόμενων, να τονώσουν το ηθικό των αμάχων.
Έτσι, στον καιρό του πολέμου, οι αναγνώστες -ειδικά αυτοί που είχαν τους συγγενείς στην πρώτη γραμμή- μαζί με τα νέα του μετώπου, έβλεπαν στα πρωτοσέλιδα τον “πολύ” κύριο Duce, φέρελπι ηγέτη της φασιστικής αυτοκρατορίας, να το βάζει στα πόδια στη θέα ενός τσαρουχιού…
“Πενάκια εφ’ όπλου” τιτλοφορείται η μεγάλη έκθεση γελοιογραφιών της εποχής του Ελληνοϊταλικού Πολέμου του 1940, που αναπτύσσεται από μεθαύριο (Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015 ως και τις 4 Νοεμβρίου) στον εκθεσιακό χώρο του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης.
Στην Ελλάδα, δύο θεματικές δεν έλειπαν από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, το χειμώνα του ’40-41: Οι εξελίξεις στο μέτωπο και η γελοιογραφία της ημέρας: σατιρικά σκιτσάκια, όπου απελπισμένοι Ιταλοί έρχονταν αντιμέτωποι με αγέρωχους εύζωνες…
Παρότι στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο το βάρος της πολεμικής προπαγάνδας είχε “σηκώσει” αποκλειστικά σχεδόν ο Τύπος, στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου (περί τα 20-25 χρόνια αργότερα, η ενημέρωση είχε αλλάξει ριζικά…
Εκτός από τον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει την υφήλιο, “γεννήθηκαν” και “επιστρατεύθηκαν” στο πλευρό της πολεμικής προπαγάνδας και τα κόμικς -ακόμα και τα κινούμενα σχέδια…
Μετά το 1922, το κύμα των μικρασιατών προσφύγων έφερε στην Ελλάδα μια γενιά σκιτσογράφων, που έδωσαν νέα ορμή στην ελληνική γελοιογραφία. Ανάμεσα τους οι Κώστας Ασλόγλου (ΚΕΝΤ), Γεώργιος Γκεϊβέλης, Φωκίων Δημητριάδης, Νίκος Καστανάκης, Σοφοκλής Αντωνιάδης (ΣΟΦΟ).
Ο νέος “αέρας” έσπρωξε περισσότερους εικαστικούς στο χώρο του σκίτσου και η κοινωνική και πολιτική σάτιρα άνθισε στη διάρκεια της τεταμένης περιόδου του εθνικού διχασμού. Ιδρύθηκε ο Σύνδεσμος Σκιτσογράφων, που οργάνωνε εκθέσεις, στις οποίες το κοινό και ο Τύπος ανταποκρίνονταν με ενθουσιασμό. Δειλά δειλά, το ελληνικό κόμικς έκανε την εμφάνισή του σε περιοδικά ποικίλης ύλης (Μπουκέτο, Εβδομάς κ.ά.). Η θεματολογία της εικονογραφημένης σάτιρας αφορούσε κυρίως τα εσωτερικά της χώρας, αλλά οι ραγδαίες εξελίξεις στην Ευρώπη δεν μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητες. Από τους αναδυόμενους πρωταγωνιστές της “νέας τάξης”, ο αναμορφωτής της γειτονικής Ιταλίας Μπενίτο Μουσολίνι είχε από νωρίς αρχίσει να γίνεται αντιπαθής στο ελληνικό κοινό.
Από το 1936, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου επέβαλε τους δικούς του όρους στον ελληνικό Τύπο. Η ελεγχόμενη ενημέρωση και η λογοκρισία επηρέασαν και τη γελοιογραφία, ωστόσο η κυβέρνηση δεν απέρριψε εντελώς την εύθυμη τέχνη. Οι γελοιογραφικοί διαγωνισμοί του Δήμου Αθηναίων συνεχίστηκαν, τα σχέδια όμως υποβάλλονταν σε έλεγχο των πολιτικών και ηθικών μηνυμάτων τους.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, η απέχθεια προς το πρόσωπο του ηγέτη του Φασισμού αυξήθηκε με μαθηματική ακρίβεια, καθώς χρεώθηκε τον αντίκτυπο της ιταλικής παρελκυστικής πολιτικής της προπολεμικής περίοδο 1939, μετά την κατάκτηση της Αλβανίας, οι ιταλικές προκλήσεις μετατράπηκαν σε επιθετικές ενέργειες…
Κανένας νόμος περί λογοκρισίας δεν καταργήθηκε ούτε διαφοροποιήθηκε και η ενημέρωση εξακολουθούσε να είναι ελεγχόμενη. Τα προσχήματα όμως είχαν καταρρεύσει. Οι Ιταλοί απειλούσαν την εθνική κυριαρχία, οι φασίστες ήταν εχθροί, ο Μουσολίνι πολεμοκάπηλος. Η επιθετική σάτιρα ήταν πλέον επιβεβλημένη, τόσο γιατί έπληττε την εικόνα των αντιπάλων, όσο και γιατί συνέβαλε στην εξύψωση του ηθικού των Ελλήνων.
Την περίοδο του πολέμου, τα καθεστωτικά φύλλα κυκλοφορούσαν “πνιγμένα” στη γελοιογραφία …Η εφημερίδα Νίκη (14/12/1940 -19/4/1941) αφιέρωνε σελίδες ολόκληρες στη γελοιογραφία, ενώ προέτρεπε τους αναγνώστες της να κρατήσουν τα φύλλα αυτά, καθώς “κάθε σειρά της Νίκης δεν αποτελεί μόνον το ωραιότερον και ζωντανότερον Αναμνηστικόν που ημπορεί να έχει κάθε ελληνικό σπίτι από τον σημερινόν πόλεμον. Αλλά θα αποτελέση αύριον ένα κειμήλιον μεγάλης αξίας… η Νίκη καθώς και το Μέγαν Φωτογραφικόν και Γελοιογραφικόν Λεύκωμα που προσφέρεται από αυτήν 6ο υπέρ του Αγώνος, είναι δυο αληθινά πολύτιμα πνευματικά δημιουργήματα…”.
Την ίδια στιγμή, οι γελοιογραφίες των εφημερίδων ανατυπώνονταν, ανυπόγραφες, σε φυσικό μέγεθος και τα πολλαπλά αντίτυπα και διασκορπίζονταν στους δρόμους της Αθήνας σαν προκηρύξεις.
Είναι χαρακτηριστικό πως τα “πενάκια” έγιναν οι πρώτοι καλλιτέχνες που απέδωσαν, άμεσα, τιμές στον άξιο πρωταγωνιστή του πολέμου. Έμμεσα, επέλεξαν να “γυρίσουν την πλάτη” στο καθεστώς, αποθεώνοντας στη θέση του πολιτικού που είπε το “Όχι”, τον πολίτη που το εφάρμοσε: απέναντι στον Μουσολίνι δεν τοποθέτησαν τον Μεταξά αλλά τον απλό Έλληνα στρατιώτη. Τα πρόσωπα της πολιτικής ή ακόμα και της στρατιωτικής ηγεσίας σχεδόν απουσιάζουν από τις συνθέσεις τους. Ήρωάς τους έγινε ο αγνός Έλληνας, με τη χλαίνη ή τη φουστανέλα, με το μουστάκι και την επαρχιώτικη προφορά του.
Η έκθεση παρουσιάζει αντιπροσωπευτικό δείγμα των γελοιογραφιών που δημοσιεύτηκαν στον ελληνικό Τύπο και σε επιστολικά δελτάρια στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-1941 και σήμερα ανήκουν στη Συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου(ΕΙΜ).
Τα σκίτσα της συλλογής του ΕΙΜ υπογράφουν κορυφαίοι γελοιογράφοι της εποχής του μεσοπολέμου (Κώστας Μπέζος, Αντώνης Βώττης, Γιώργος Γκεϊβέλης), αλλά και νεότεροι που δραστηριοποιήθηκαν πιο συστηματικά στο χώρο της πολιτικής γελοιογραφίας μετά την απελευθέρωση (Φωκίωνας Δημητριάδης, Σταμάτης Πολενάκης, Μίμης Παπαδημητρίου, Σοφόκλης Αντωνιάδης, Νίκος Κατσούρος, Νικόλαος Νείρος, Μιχάλης Παπαγεωργίου, Μιχάλης Νικολινάκος, Παύλος Παυλίδης, Νίκος Καστανάκης).
Η έκθεση θα είναι ανοιχτή καθημερινά, με ελεύθερη είσοδο για τον κοινό (Δευτέρα-Παρασκευή), 08.00-14.00 & 18.00-21.00.