«Προέρχομαι από ένα νησί των Κυκλάδων με μεγάλη παράδοση που αγαπάει τα παραμύθια, τις δοξασίες και τους θρύλους κι από μια οικογένεια όπου ο παππούς μου ήταν παραμυθάς κι η μαμά μου λαογράφος. Συνεπώς κουβαλάω πολλές αφηγήσεις (…) Όλα αυτά είναι σπόροι μέσα μου. Σπόροι που γεννάνε».
Η εικαστικός Πέπη Χατζηδάκη έχει την ικανότητα να βουτάει στην παράδοση και να παραδίδει έργα φρέσκα, σύγχρονα. Έργα που μιλάνε στο σήμερα, ενώ φέρουν πάνω τους τη βιωμένη εμπειρία του χθες. Από τη μία οι λαϊκές παραδόσεις από την Κέα, όπου γεννήθηκε, κι από την άλλη οι ανάγκες του παρόντος που ζητάνε μερίδιο από την τέχνη της.
Για το “πως” και το “γιατί” αυτής της τέχνης μιλήσαμε μαζί της λίγες ημέρες πριν την εκδήλωση – αφιέρωμα που θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου στις 18:00 στην μικρή αίθουσα του Ιστορικού Καφέ Κήπος, όπου η δικηγόρος Ρόζα Κονταδάκη – Μοτάκη θα μιλήσει για το έργο της καταξιωμένης εικαστικού, ενώ παράλληλα θα παρουσιαστεί μια νέα συλλογή από μικρά έργα της.
Στη δουλειά σας φαίνεται να εμπνέεστε από τη λαογραφία και την παράδοση. Τι σημαίνει παράδοση για εσάς;
Παράδοση για εμένα είναι το σκαλί που πατάω για να πάω παραπάνω. Είναι η βάση που στηρίζομαι. Αυτό που μού είναι οικείο και με βοηθάει να προχωρήσω. Ένα σκαλί ακόμα; Δέκα; Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι από κάπου πρέπει να κρατιέμαι. Είμαι από τους ανθρώπους που εμπνέονται από το παρελθόν. Μου αρέσει να το ψάχνω και αποτελεί για εμένα πηγή έμπνευσης. Θέλω όμως να έχω μια δημιουργική σχέση μαζί του.
Πολλές φορές οι καλλιτέχνες όταν έρχονται αντιμέτωποι με κάποια δοσμένη τέχνη από το παρελθόν αισθάνονται δέος. Υπάρχουν “κόκκινες γραμμές” στο πως διαχειρίζεται κανείς την παράδοση;
Ένα πράγμα έχω καταλάβει όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με την τέχνη: εμείς οι καινούριοι δεν λέμε τίποτα καινούριο. Όλα έχουν ειπωθεί αιώνες πριν. Για παράδειγμα παρατηρώντας πόσο γεωμετρικό και συγχρόνως αφαιρετικό είναι ένα μικρό αιγυπτιακό χελωνάκι, κτέρισμα από τάφο, αισθάνεσαι ότι αυτό δημιουργήθηκε τώρα ή ακόμα περισσότερο ότι ανήκει στο μέλλον. Είναι ασύλληπτο. Εμείς οι σύγχρονοι λοιπόν αναπαράγουμε πράγματα. Σημασία, όμως, έχει να βάζουμε και μια προσωπική ψηφίδα σε ό,τι κάνουμε.
Άρα η πρωτοτυπία δεν είναι ψηλά στην ιεραρχία εκείνων που κυνηγάει ένας καλλιτέχνης για εσάς. Ποιο είναι το ζητούμενο; Η συγκίνηση;
Το ζητούμενο για εμένα είναι να γεννήσω όταν αισθάνομαι ότι είμαι γεμάτη. Και νιώθω ότι ακόμα υπάρχει υλικό μέσα μου που θέλει να βγει. Προέρχομαι από ένα νησί των Κυκλάδων με μεγάλη παράδοση που αγαπάει τα παραμύθια, τις δοξασίες και τους θρύλους κι από μια οικογένεια όπου ο παππούς μου ήταν παραμυθάς κι η μαμά μου λαογράφος. Συνεπώς κουβαλάω πολλές αφηγήσεις. Αφηγήσεις διανθισμένες με πολλά στοιχεία καθώς ο παππούς “στόλιζε” τις ιστορίες του και η μαμά τις μετέφερε με το δικό της τρόπο στο χαρτί. Όλα αυτά είναι σπόροι μέσα μου. Σπόροι που γεννάνε. Όχι αναγκαστικά νησιώτικα πανηγύρια, χορούς και άλλες τελετουργίες. Και τέτοια, αλλά κυρίως έχουν γεννήσει την αγάπη μου να περιστρέφομαι γύρω από αυτά τα πράγματα, παρότι συχνά όλα αυτά αποτελούν απλώς την αφετηρία για να κάνω κάτι σύγχρονο. Όπως για παράδειγμα η δουλειά που είχα κάνει για τους πρόσφυγες και παρουσιάστηκε στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης.
Οι αναφορές σας παραπέμπουν στην πλούσια προφορική μας παράδοση. Αισθάνεστε ότι αυτή η παράδοση απειλείται στις μέρες μας από την τεχνολογική εξέλιξη;
Δεν αισθάνομαι την τεχνολογική εξέλιξη απειλητικά. Έχω φτάσει σε μια ηλικία που αυτά δεν με φοβίζουν. Απεναντίας νομίζω ότι με βοηθάνε για να έρθω σε επαφή με έργα και πληροφορίες από άλλες περιοχές. Από εκεί και πέρα, οι πιο νέοι δεν ξέρω αν ψάχνουν για πράγματα που αναζητώ εγώ ή πόσο βοηθιούνται από την τεχνολογία. Η σχέση μας και με αυτά τα πράγματα εξαρτάται από το σπίτι μας τελικά. Αυτός είναι ο πυρήνας για το πως προσεγγίζουμε τη ζωή. Κι αυτό δεν γίνεται συνειδητά. Είναι τα ερεθίσματα που παίρνει κανείς. Ακόμα κι οι κουραμπιέδες που θα φτιάξουμε ή τα μελομακάρονα στο σπίτι τώρα τις γιορτές δίνουν ένα μήνυμα, αφήνουν ένα σημάδι. Δηλώνουν μια παράδοση, αποτελούν ένα κρίκο σε μια συνέχεια και συγκροτούν μαζί με πολλά άλλα πράγματα μια ταυτότητα. Μπορεί βέβαια για ένα νέο παιδί που ψάχνει να βρει τον δρόμο του να είναι λίγοι αυτοί οι σπόροι. Για εμένα όμως ήταν πολλοί και αισθάνομαι ευγνωμοσύνη γι’ αυτό προς τους δικούς μου.
Βλέποντας κανείς τη δουλειά σας και το “πάντρεμα” των κεντημάτων με την ξυλογλυπτική, διακρίνει ένα προσωπικό καλλιτεχνικό ιδίωμα. Είναι η κατάκτηση μιας προσωπικής καλλιτεχνικής γραφής ένας προορισμός για κάθε δημιουργό;
Ίσως. Στην περίπτωσή μου πάντως είναι αποτέλεσμα δουλειάς. Για κάποιους λόγους ενώ είχα ξεκινήσει με λάδια, τέμπερες κ.λπ. είδα ότι δεν με πήγαινε κάπου αυτό και πειραματίστηκα με άλλα υλικά. Δεν είμαι απόφοιτη Καλών Τεχνών, είμαι της Σχολής Βακαλό και μέσα σε αυτά που είχα διδαχθεί ήταν και η τεχνική του μπατίκ, ζωγραφική δηλαδή με κεριά πάνω σε μετάξι. Πήγα προς τα εκεί και δικαιώθηκα για αυτή την επιλογή μου. Αναγνωρίστηκε η δουλειά μου και βραβεύτηκε. Έκλεισε, όμως, αυτός ο κύκλος και συνέχισα με το ξύλο, κάνοντας μια δουλειά που δεν την έχω διδαχθεί, ούτε ξέρω αν διδάσκεται κάπου. Καμιά φορά χαριτολογώντας μού λένε ότι δεν ξέρουν που να με κατατάξουν. Ως ζωγράφο; Ως γλύπτη; Ως ναϊφ; Η αλήθεια είναι ότι αυτό που κάνω δεν υπάρχει αλλού. Βγήκε μόνο του, άρεσε κι απέκτησε η δουλειά μου “υπογραφή”. Σε κάθε περίπτωση το ένστικτο με οδηγεί.
Ανεξάρτητα από την ανταπόκριση;
Εγώ θα τα έκανα αυτά τα έργα ακόμα κι αν δεν άρεσαν. Κι αυτό γιατί η σχέση μου με την τέχνη δεν συνδέονταν με τον βιοπορισμό μου. Ήταν κάτι που το έκανα παράλληλα ως μια ανάγκη μεγαλύτερη κι από τον βιοπορισμό. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Παρότι είχα οικογένεια, δουλειά και υποχρεώσεις πάντα έβρισκα λίγο χρόνο μέσα στο 24ωρο να ασχοληθώ.
Ο χρόνος πώς έχει επιδράσει στη δημιουργική σας διάθεση; Σας έδωσε μεγαλύτερη σιγουριά, μείωσε μήπως τον ενθουσιασμό; Κι ακόμα κοιτώντας τα παλιά σας έργα διαπιστώνεται λάθη;
Είμαι επιεικής με τον εαυτό μου. Σιγά σιγά προχωράμε. Λάθη και απροσεξίες θα κάνουμε. Όμως πολλές φορές μαθαίνω από τα λάθη μου. Ειδικά δουλεύοντας το ξύλο. Συχνά με τα νεύρα και τους ρόζους που έχει, πάω να το σκαλίσω και μου πετάει το κοπίδι σε άλλη κατεύθυνση. Αυτό το βλέπω σαν μια πρόκληση που πρέπει να τη μαζέψω. Συνεπώς και τα λάθη τα εκμεταλλεύομαι. Από εκεί και πέρα, για τον χρόνο που λέτε, σιγουριά νιώθω μόνο στο κομμάτι του πως δουλεύω. Πέρα από αυτό, αισθάνομαι πάντα αγωνία. Ακόμα και για την εκδήλωση που θα γίνει νιώθω σαν να κάνω την πρώτη μου έκθεση.
Τι κρατάει τη δημιουργική σας περιέργεια ζωντανή;
Δεν το γνωρίζω. Είναι σαν τα χέρια μου να δουλεύουν ανεξάρτητα. Σαν να βρίσκομαι “αλλού” όταν δουλεύω. Πάντως, δεν ψάχνω ποτέ τι θα μου ξημερώσει αύριο. Όλο αυτό είναι σαν έναν κύκλο είναι που κρατάει τώρα και 20 χρόνια, αλλά εγώ θεωρώ ότι ακόμα μαθαίνω.
Έχετε βραβευτεί για τη δουλειά σας. Τι σημαίνει για εσάς καταξίωση;
Δεν υποτιμώ τίποτα. Ούτε τα βραβεία, ούτε τους επαίνους. Όταν όμως βλέπω μπροστά από ένα έργο μου μια κυρία να κλαίει -γιατί όπως μου είπε ένιωσε εκείνη τη στιγμή σαν να γύρισε στην παιδική της ηλικία και την ευαισθησία εκείνη που νόμιζε ότι είχε χάσει- αισθάνομαι ότι αυτό σημαίνει καταξίωση. Αυτή είναι για εμένα η στιγμή που ο καλλιτέχνης μπορεί να αισθανθεί πετυχημένος. Αυτό είναι η μεγαλύτερη πληρωμή: το μοίρασμα και η χημεία που μπορεί να προκύψει ανάμεσα στον θεατή και το έργο.