Η κοινή γνώμη, με τα γεγονότα να τρέχουν του αγροτικού, του μεταναστευτικού και του άγχους της αξιολόγησης, έχει ξεχάσει τι έγινε με το Ταμείο Ιδιωτικοποίησης Δημόσιας Περιουσίας (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.).
Ιδρύθηκε για τη νομιμοποίηση της αρπαγής του εθνικού πλούτου κατά το προηγούμενο της “Τρόιχαντ” ως προαπαιτούμενο του πρώτου και δεύτερου μνημονίου με στόχο τα 50 δισ. ευρώ, ξεκίνησε απ’ το 2013 και συνεχίζει.
Προωθήθηκαν και ολοκληρώνονται σταδιακά όλοι οι διαγωνισμοί χωρίς αναθεώρηση κανενός όρου. Το Δ.Ν.Τ. και η Ε.Ε. μετετράπησαν σε μηχανισμούς πώλησης των περιουσιακών στοιχείων του κράτους, αφού έβαλαν οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες να μας συμβουλέψουν πόσο πρόσφορη είναι η πώληση και να τελειώνουμε με τα αεροδρόμια, τον Ο.Λ.Π. και τις αμφισβητήσεις επί των κρατικών ακινήτων.
Πρόκειται για ακίνητα που πουλήθηκαν στο εξωτερικό, ένα στο Λονδίνο, το πολυώροφο στις Βρυξέλλες, ένα άλλο στο Βελιγράδι και το οικόπεδο 8 στρεμ. στη Λευκωσία. Για δύο ακίνητα, ένα στην Τασκένδη και το άλλο στη Λιουμπλιάνα, δεν υπήρξαν προσφορές. Αλλά και για τα 28 τον αριθμό “φιλέτα” της επικράτειας, δηλαδή υπουργικά κτήρια, οικοδομήματα, όπου στεγάζονται Αστυνομικές Υπηρεσίες και Δ.Ο.Υ., για κεντρικά κτήρια, όπως το Γ.Χ.Κ. και οι ανακαινισθείσες αποθήκες Κεράνη.
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πώληση αυτών των 28 ακινήτων, τα οποία χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες ανά 14 κάθε μια και επωλήθησαν με τη μέθοδο “πώλησις και αναμίσθωσις” (sale & lease back). Τα πρώτα 14 τα πήρε θυγατρική εταιρεία της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος έναντι 115,5 εκατ. ευρώ και τα άλλα 14 άλλη θυγατρική της Γιούρομπανκ αντί ποσού 145,8 εκατ. ευρώ. Τα ποσά αυτά, ως γνωστόν, προορίζονται για την αποπληρωμή του χρέους.
Η προαναφερθείσα μέθοδος πώλησης, όπως σημειώνουν ειδικευμένοι γνώστες του αντικειμένου, σημαίνει ότι με την υπογραφή της σύμβασης πώλησης υπογράφεται ταυτοχρόνως και σύμβαση μίσθωσης, ώστε ο ιδιοκτήτης να παραμείνει ως ενοικιαστής με ένα μίσθωμα, που θεωρείται ως δόση επανάκτησής του στο τέλος της σύμβασης με καταβολή ενός συμβολικού ποσού, περίπου 1%. Εν προκειμένω ετέθη όριο 20 ετών απ’ το 2013 έως το 2033 με ενοίκιο 10% τον χρόνο επί της αξίας κτήσεως του ακινήτου, πλέον έξοδα συντήρησης. Μετά το πέρας της 20ετίας προβλέπεται η επανάκτησή των με καταβολή ποσού ίσου με την αντικειμενική και όχι την εμπορική αξία.
Οι τιμές πώλησης καθορίστηκαν επί των τωρινών αντικειμενικών αξιών προσαρμοσμένων με τις αγοραστικές αξίες. Για να γίνει αντιληπτό τι ακριβώς συνέβη τίθεται ένα παράδειγμα για το κτήριο των Γενικών Κυβερνητικών Υπηρεσιών της Λεωφόρου Θηβών. Αν π.χ. η αντικειμενική αξία ήταν 38 εκατ. ευρώ και αγοράστηκε 22 εκατ. ευρώ, το προβλεπόμενο ενοίκιο θα είναι 2,2 εκατ. ευρώ τον χρόνο και στα 20 χρόνια το Δημόσιο θα έχει πληρώσει 44 εκατ. ευρώ, δηλαδή δύο φορές το ποσό που είχε εισπράξει. Σε περίπτωση δε, που θελήσει να επανακτήσει το ακίνητο, θα καταβάλλει το ποσό της τρέχουσας αντικειμενικής του αξίας.
Για την οριστικοποίηση των πωλήσεων απαιτείται έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το Ζ’ κλιμάκιο που ασχολήθηκε με τα 28 ακίνητα απέρριψε το 2013 την πράξη αγοραπωλησίας του Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. «ως μη επαρκώς αιτιολογημένη» καταλήγοντας ότι «κωλύεται η υπογραφή των συμβάσεων». Κατόπιν όμως αίτησης του Ταμείου για ανάκληση της προηγούμενης απόφασης το VI τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου κύρωσε τις συμβάσεις με απόφασή του το 2014. Το θέμα δεν έχει τελειώσει διότι μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά κατέθεσαν προσφυγή στον Α. Πάγο και η υπόθεση έχει φθάσει στα χέρια της αρμοδίας εισαγγελέως Διαφθοράς.
Κάποτε αγοράζαμε περιουσίες. Και τώρα τι κάνουμε; “Πουλάμε… ηλίθιε” κι είμαστε στην αρχή μέχρι να πιάσουμε τα 50 δισ.
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο για την και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.