Κύριε διευθυντά,
ένα πολύ σοβαρό θέμα, αυτό της διατήρησης της κρητικής ντοπιολαλιάς που με πολύ γοργούς ρυθμούς χάνεται όχι μόνο στον προφορικό μα και στον γραπτό λόγο (ακόμη και στις μαντινάδες), τους τελευταίους μήνες έχει διεγείρει συνειδήσεις, έχει όμως και προκαλέσει αναταράξεις, κυρίως στο κρητικό στοιχείο της Αττικής.
Η αρχή μπήκε (όπως τουλάχιστον γνωρίζω) τον περασμένο Δεκέμβριο όταν ο Σύλλογος Ρεθυμνίων Αττικής «το Αρκάδι» με πρόεδρο τον κ. Γεώργιο Βλατάκη πραγματοποίησε εσπερίδα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (είχα γράψει σχετικά γι’ αυτήν) με θέμα τη διδασκαλία της κρητικής διαλέκτου στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, μέσα από τα βιβλία του αείμνηστου γιατρού-λογοτέχνη και κρητολάτρη Μιχάλη Καυκαλά, η χήρα του οποίου κα Λένα Σταμαθιουδάκη είναι και αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. του συλλόγου. Στην εκδήλωση αυτή κύριος ομιλητής ήταν ο γνωστός ομότιμος καθηγητής της γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης ο οποίος πολλές φορές και στο παρελθόν έχει αναφερθεί στο ίδιο θέμα, ενώ στο τέλος διαβάστηκε και εγκρίθηκε ψήφισμα που στη συνέχεια υποβλήθηκε αρμοδίως.
Στη συνέχεια όμως (απ’ όσο τουλάχιστον αντιλήφθηκα) έχουν ακολουθηθεί δυο παράλληλοι δρόμοι ενεργειών προς την ίδια κατεύθυνση (πιστεύω όχι από κακή πρόθεση), ένας του παραπάνω συλλόγου που προγραμματισμένα και μεθοδικά συνεχίζει τις προσπάθειές του και δεύτερος των τριών Οργάνων: Παγκρήτιος Ένωσις, Π.Ο.Π.Κ.Σ. και Κρητική Εστία τα οποία αγνοώντας αρχικά τις ενέργειες του πρώτου στη συνέχεια προσπάθησαν να συνενωθούν σε κοινή προσπάθεια ενεργειών, κάτι που σύντομα ελπίζω να επιτευχθεί, χάρις και στις φιλότιμες προσπάθειες του γνωστού ραδιοφωνικού παραγωγού κ. Γιώργη Νταγάκη. Έτσι, λογικό ήταν η πρόσκληση των τριών φορέων που απευθύνονταν προς τα κρητικά σωματεία και κάθε συμπατριώτη μας που θα ήθελε να παραστεί στη συγκέντρωση της Τετάρτης 23 Μαϊου στην Κρητική Εστία να μην είχε την αναμενόμενη και πρέπουσα ανταπόκριση, τόσο από ειδικούς της γλωσσολογίας και της παράδοσης όσο και εκπροσώπους φορέων και απλούς πολίτες. Βέβαια ο κ. Μαριδάκης, που μίλησε πρώτος, επικαλέστηκε την άμεση ανάγκη να διαμορφωθεί, εγκριθεί και υποβληθεί κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων που θα πραγματοποιηθούν στο Ρέθυμνο στις 2 του Ιούνη για τα 40 χρόνια από την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης, νέο ψήφισμα, όμως προϋπάρχοντος του ψηφίσματος του Συλλόγου Ρεθυμνίων Αττικής, ο κ. Βλατάκης (και πολλοί άλλοι) αρνήθηκε να προσέλθει, παρά τις τηλεφωνικές προτροπές του κ. Μαριδάκη, όπως ο τελευταίος ανέφερε.
Μεγάλο μέρος της συγκέντρωσης αναλώθηκε στην πιθανότητα να «σκοντάψει» το αίτημα για διδασκαλία της κρητικής ντοπιολαλιάς στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, επειδή αυτή δεν περιλαμβάνεται στις επίσημα αναγνωρισμένες διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας (ποντιακή, τσακώνικη, καππαδοκική και νότιας Ιταλίας), αλλά ουσιαστικά θεωρείται γλωσσικό ιδίωμα. Πάνω στο θέμα αυτό παρενέβη και ο υποφαινόμενος, διευκρινίζοντας, αρχικά, πως δεν παρίσταται ως εκπρόσωπος του Συλλόγου Κρητών Στιχουργών «ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΥΚΑΛΑΣ», (έχει πάψει από το 2010 να τον εκπροσωπεί), αλλά ως πιστός μαθητής και συνεργάτης του Μιχάλη Καυκαλά, βαθύς γνώστης των όσων πρέσβευε και διεκήρυσσε, τόσο μέσα από τα βιβλία του όσο και στον προφορικό του λόγο. Στην παρέμβασή μου, λοιπόν, αυτή ανέφερα ότι: 1) σημαίνοντες ειδικοί όπως: Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, Μιχάλης Καυκαλάς, Γιάννης Παυλάκης, Νικόλαος Κοντοσόπουλος (μη Κρητικός), Δημήτριος Χατζόπουλος (μη Κρητικός) και άλλοι, θεωρούν μεν πως η κρητική ντοπιολαλιά βρίσκεται στο ενδιάμεσο των καθαυτό διαλέκτων και των απλών ιδιωμάτων, κλίνει όμως περισσότερο προς τις διαλέκτους και γι’ αυτό πάντα και παντού την αποκαλούν κρητική διάλεκτο. 2) ανεξάρτητα από τα παραπάνω η κρητική διάλεκτος έχει πολύ μεγάλη σημασία την οποία οφείλει στην εκφραστικότητά της, στη δυνατότητά της να δημιουργεί παράγωγες και σύνθετες λέξεις, στο λεξιλογικό της πλούτο στον οποίον περιλαμβάνονται και πολλές αρχαίες λέξεις, στην πανελλήνια ακτινοβολία των έργων της Κρητικής Σχολής, όπως λ.χ. ο ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ, στον οποίο αναφέρθηκε πρώτος και ο γνωστός μας κ. Μιχάλης Πριναράκης κ.λ.π. Άλλωστε, πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται (μεταξύ αυτών και ο Γ. Χατζηδάκης) πως αν δεν παρενέβαιναν οι Φαναριώτες υπέρ της καθαρεύουσας σήμερα η επίσημη γλώσσα του κράτους θα είχε σαν βάση της την κρητική διάλεκτο.
Το ζήτημα είναι ότι το θέμα αυτό της διδασκαλίας της κρητικής διαλέκτου τόσο στο Πανεπιστήμιο Κρήτης όσο και στους πολιτιστικούς κρητικούς συλλόγους (όπως έχει αναφερθεί), προσωπικά θεωρώ ότι είναι τόσο σημαντικό και περίπλοκο ώστε να εγείρει ένα πλήθος ερωτημάτων, για τη μελέτη και επίλυση των οποίων χρειάζεται ασφαλώς η συνδρομή πολλών και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Π.χ. 1) Είναι δυνατόν να μαθευτεί η κ.δ. από τα σημερινά Κρητικόπουλα όταν αυτά δεν την έχουν βιώσει από μικρά; Και μήπως κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε γελοιοποίησή της, όταν θα προσπαθούν να την εφαρμόσουν; Έχω ισχυριστεί επανειλημμένα πως η κ.δ. είναι ένας ωκεανός ιδιωματισμών (λεξιλογικών, μορφολογικών, συντακτικών, φωνητικών κ.λ.π.), ώστε κανείς από μας που έχουμε γεννηθεί και ανατραφεί στην Κρήτη και μάλιστα σε αρκετά διαλεκτόφωνη περιοχή, όπως είναι το Αμάρι, να μη μπορεί να ισχυριστεί πως τη γνωρίζει, έστω και κατά ένα μεγαλούτσικο ποσοστό της. 2) Ποια ακριβώς ντοπιολαλιά θα διδάσκεται σε κάθε περίπτωση, όταν ξέρουμε πως εμφανίζονται πολλές και μεγάλες διαφορές από επαρχία σε επαρχία, από νομό σε νομό, μεταξύ Νότιας και Βόρειας Κρήτης, μεταξύ πεδινών και ορεινών περιοχών κ.λ.π.; Μήπως κάτι πιο απλό και εφικτό θα ήταν πιο χρήσιμο, όπως λ.χ. η ανάθεση στους φοιτητές της προσπάθειας κρητικοποίησης λέξεων της σημερινής καθημερινότητας, έτσι ώστε να απηχούν το γνήσιο κρητικό εκφραστικό ύφος (το οποίο είναι και το σημαντικότερο) και οι νέοι να εντρυφήσουν σ’ αυτό;
Πολλές τέτοιες λέξεις έχουν κρητικοποιηθεί κατά το παρελθόν, όπως: αερόπλανο-αεροκαθήστρα, ματοσακός, υποδήλατο, πετρογκάζι, πυρόβολος, τσίγαρος, σιντερώστρα, κουμπούρι, κόρδα, μπριτζόλα, τελέγραφος, ράδιο κ.λ.π. και κατά τον Ψαραντώνη: τζίπια, ντισκοτέκες, μπάρια, τραχτέρια και μπράβο στον εξαιρετικό αυτό καλλιτέχνη μας.
Βέβαια το πρωτεύον είναι, όπως σωστά επισήμανε προς το τέλος και ο κ. Γιώργης Νταγάκης, να γίνει δεκτό το αίτημα για ίδρυση έδρας κρητικής διαλέκτου ή έδρας κρητικών σπουδών όπως έχει συμβεί στο Πανεπιστήμιο Θεσ/κης με την περίπτωση των Ποντίων (αναφέρθηκε από μερικούς) και από εκεί και πέρα οι αρμόδιοι θα μελετήσουν και αποφασίσουν για το τι και πώς;
Όμως είναι γεγονός πως για άλλη μια φορά, αναδεικνύεται το μεγάλο πρόβλημα που ταλανίζει το πολιτιστικό μας κίνημα, να μην υπάρχει, δηλαδή, πλήρης συνεννόηση και συντονισμός μεταξύ των μεγάλων τουλάχιστον οργάνων, ώστε να μην εμφανίζονται φαινόμενα σαν το παραπάνω και πάντα να υπάρχει ο κίνδυνος της ακύρωσης των προσπαθειών τους. Κατά την ταπεινή άποψή μου το κακό προκύπτει (και τολμώ να πώ πως είναι αναπόφευκτο) από την έλλειψη σωστής διάρθρωσης των σημερινών κύριων οργάνων πολιτισμού μας, Ιδρυμάτων κ.λ.π. Λ.χ. δεν μπορεί το Ίδρυμα ΚΡΗΤΙΚΉ ΕΣΤΙΑ να εξαρτάται διοικητικά αποκλειστικά από το ιστορικό, πράγματι, αλλά παραμένον πρωτοβάθμιο σωματείο Παγκρήτιος Ένωσης Αττικής και κατά μεγάλο μέρος οικονομικά από την τριτοβάθμια Π.Ο.Π.Κ.Σ. και παράλληλα να δρουν ουσιαστικά ανεξάρτητες σημαντικές Ομοσπονδίες (δευτεροβάθμια όργανα) και σημαντικά ιστορικά σωματεία (Ομόνοια Πειραιά, Ρεθυμνίων Αττικής, Ηρακλειωτών Αττικής κ.λ.π.). Κάποιες διαρθρωτικές αλλαγές πρέπει να γίνουν το συντομότερο. Οι συνθήκες αλλάζουν.
Γιώργης Λέκκας
ΔΑΦΝΗ-ΑΤΤΙΚΗΣ