Κύριε Διευθυντά,
Αφορμή για την επιστολή αυτή αποτέλεσε η θανατηφόρος δηλητηρίαση από άγρια μανιτάρια ενός 15χρονου μαθητή από το Βαρικό Φλωρίνης. Τα Χανιώτικα νέα σε δύο συνέχειες στις 17 και 20 Νοέμβρη του 2014 παρουσίασαν εκτεταμένο και αναλυτικό άρθρο του υποφαινόμενου με τίτλο “Δηλητηριάσεις από τα άγρια μανιτάρια”.
Αν ανατρέξει κανείς στο άρθρο αυτό θα ενημερωθεί για τα διάφορα σύνδρομα (δηλητηριάσεις), για τον τρόπο συλλογής και για την αλήθεια των διαφόρων δοξασιών που συνοδεύουν τα άγρια μανιτάρια.
Ο πρόεδρος των μανιταρόφιλων της Ελλάδας, ο πατριώτης μου, δάσκαλος Γιώργος Κωνσταντινίδης αναφέρει κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά, που αν συνυπάρχουν σε ένα μανιτάρι, αυξάνονται οι πιθανότητες ότι πρόκειται για δηλητηριώδες είδος. Δυστυχώς όμως, τα χαρακτηριστικά αυτά ανάλογα με την περιοχή και την ηλικία του μανιταριού μπορεί να αλλάξουν και να οδηγήσουν έναν αρχάριο μανιταροσυλλέκτη στο ολέθριο λάθος ότι πρόκειται για εδώδιμα επιζητούμενα άγρια μανιτάρια. Σε άλλες χώρες υπάρχουν επιστημονικές εταιρείες ανώτερων μυκήτων, οι οποίες με διάφορες εκδηλώσεις, εκθέσεις και επισκέψεις στους τόπους συλλογής ενημερώνουν διαρκώς τους μανιταροσυλλέκτες. Με απλά λόγια είναι πολύ παρακινδυνευμένο να βασίζεται κανείς σε γνωρίσματα των δηλητηριωδών μανιταριών που με τον καιρό διαφοροποιούνται και προσομοιάζουν με εκείνα των εδώδιμων, αλλά θα πρέπει να προσφεύγει σε εργαστηριακό έλεγχο και σε ειδικούς για τα ανώτερα μανιτάρια επιστήμονες.
Το φαλλοειδικό ή Φαλλοειδινικό σύνδρομο είναι η πιο σοβαρή δηλητηρίαση από μανιτάρια. Τις περισσότερες φορές είναι θανατηφόρα. Παρόλες τις προόδους που έχουν γίνει για τη θεραπεία της δηλητηρίασης αυτής, εντούτοις η θνησιμότητα των θυμάτων παραμένει αρκετά υψηλή και φτάνει στο ποσοστό του 10 – 25%. Είναι το περισσότερο μελετημένο σύνδρομο, όχι μόνο για να βρεθούν μέσα θεραπείας αλλά και να διερευνηθεί η δυνατότητα χρησιμοποίησης των τοξινών στη φαρμακολογία. Από τα μανιτάρια που προκαλούν το σύνδρομο αυτό απομονώθηκαν τρεις ομάδες τοξινών οι φαλλοτοξίνες, οι αματοξίνες και οι βιροτοξίνες. Οι τοξίνες αυτές ανήκουν στα πολυπεπτίδια. Η περιεκτικότητα των πολυπεπτιδίων αυτών διαφέρει στα διάφορα μέρη του μανιταριού. Το πιλίδιο έχει κατά κανόνα τη μεγαλύτερη συγκέντρωση. Οι αματοξίνες είναι δικυκλικά οκταπεπτίδια με πολύ ισχυρή και μοιραία για τον άνθρωπο τοξική δράση. Οι δύο άλλες ομάδες αντίθετα είναι επτακυκλοπεπτίδια. Οι πεπτιδικοί κύκλοι των αματοξινών και φαλλοτοξινών γεφυρώνονται με τρυπταθειονίνη, η οποία είναι και το δραστικό στοιχείο. Στις αματοξίνες η θειοξυδική μορφή R του θείου είναι αυτή που εκφράζει τη δραστικότητα. Οι αματοξίνες περιέχουν 9 τοξίνες τις: α-αμανιτίνη, β-αμανιτίνη, γ-αμανιτίνη, ε-αμανιτίνη, αμανίνη αμιδιοαμανίνη, αμανουλλίνη, αμανουλλινικό οξύ και προαμανουλλίνη. Η αμιδιοαμανίνη βρέθηκε στον Αμανίτη το δυσώδη (Amanita virosa). Συγκεντρώνονται στο συκώτι, όπου ασκείται η τοξική δράση, για να μεταφερθούν στη συνέχεια μέσω της χολής στο αίμα και ακολούθως πάλι στο συκώτι. Στο συκώτι αδρανοποιείται το ένζυμο RNA -πολυμεράση, γεγονός που οδηγεί στη μη αναστρέψιμη καταστροφή του συκωτιού. Οι αματοξίνες προκαλούν δηλητηρίαση με τέσσερις ξεχωριστές φάσεις: Την ασυμπτωματική που διαρκεί 6-12 ώρες, την γαστροεντερική με συμπτώματα διάρροιας, αφυδάτωσης, εμετού και έντονων κοιλιακών πόνων, τη νέα ασυμπτωματική ή φάση βελτίωσης και την αταστροφή του συκωτιού και του νεφρού. Η φάση αυτή λαμβάνει χώρα την 4η-8η ημέρα από την ανάλωση των μανιταριών. Οδηγεί σε ηπατικό κώμα και στον θάνατο. Αρκεί μια ποσότητα 0,1 mg / 1 Kg βάρους σώματος ανθρώπου για να επέλθει το μοιραίο.
Η αματοξίνη α-αμανιτίνη, που καταστρέφει τους κυτταρικούς πυρήνες και παρεμποδίζει τον σχηματισμό της πρωτεΐνης, αποτέλεσε αντικείμενο εμπεριστατωμένης μελέτης για την ηπατοτοξική της δράση. Είναι πολύ θερμοάντοχη τοξίνη. Αξιοσημείωτο είναι πως στον Αμανίτη τον φαλλοειδή (Amanita phalloides) εμπεριέχεται και η τοξίνη ανταμανίδη που λειτουργεί ως αντίδοτο της φαλλοειδίνης και αματίνης. Η ομάδα των φαλλοτοξινών περιέχει 7 τοξίνες: τη φαλλοΐνη, τη φαλοειδίνη, τη φαλλιδίνη, την προφαλλοΐνη, τη φαλατίνη, τη φαλλασιδίνη και τη φαλλισακίνη. Προέρχονται από το κυκλοπεπτιδικό επταμινοξύ και μπορούν ανάλογα με την οξύτητα να διακριθούν σε δύο υποομάδες. Στις φαλλοτοξίνες με ουδέτερη αντίδραση και σ’ εκείνες με όξινη. Η πρώτη ομάδα περιέχει την D-θρεονίνη, ενώ η δεύτερη το β-υδροξυσουξινικό οξύ. Οι φαλλοτοξίνες καταστρέφουν τα κύτταρα του συκωτιού με τη διαταραχή της ισορροπίας της G και F ακτίνης σε βάρος της δεύτερης. Αυτό έχει ως συνέπεια την απώλεια ιόντων καλίου και κυτταροπλασματικών ενζύμων, τη μείωση του ATP (Adenosine Triphosphate) και του γλυκογόνου και τέλος την καταστροφή του κυττάρου. Με τη δηλητηρίαση από τις τοξίνες αυτές παρατηρείται διόγκωση του συκωτιού και διακοπή της ροής των χολικών υγρών. Από τις φαλλοτοξίνες, η φαλλοειδίνη είναι θανατηφόρα και θερμοάντοχη και έχει επίσης τοξική επίδραση στο γαστρεντερικό σύστημα. Οι βιροτοξίνες περιέχουν 7 επιμέρους τοξίνες: τη βιροϊδίνη, τη δεσοχοβιροϊδίνη, την αλα1-βιροϊδίνη, την αλα1-δεσοξοβιροϊδίνη, τη βιροϊσίνη και τη δεσοξοβιροϊσίνη. Πρόκειται για μονοκυκλικά επταπεπτίδια με ανάλογη με τις φαλλοτοξίνες τοξική δράση. Αναφέρεται πρόσφατα και η ομάδα των φαλλολυσινών. Στις τοξίνες αυτές υπάρχουν τρεις πρωτεΐνες με έντονη τοξική και ιδιαίτερα αιμολυτική δράση. Δεν αποτελούν απειλή για τον άνθρωπο, αφού είναι ασταθείς σε θερμό και όξινο περιβάλλον. Η φαλλοειδική δηλητηρίαση χαρακτηρίζεται από μία αρχική ασυμπτωματική φάση διάρκειας 6 – 48 ώρες. Η φάση αυτή κατά κανόνα διαρκεί 10 – 11 ώρες. Σε δεύτερο στάδιο παρατηρούνται σοβαρές γαστρεντερικές διαταραχές, όπως ισχυροί κοιλιακοί πόνοι, άφθονη και ακατάσχετη διάρροια και επιμένων εμετός, που γρήγορα οδηγεί σε αφυδάτωση. Κατά την τρίτη φάση διαπιστώνεται κυττολυτική ηπατίτιδα, ανεπάρκεια ηπατικών κυττάρων και οξεία νεφρική ανεπάρκεια.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία
Δρ Βαγγέλης Α. Μπούρμπος
Γεωπόνος ερευνητής -μυκητολόγος