Κύριε διευθυντά,
ενώ σιδερώνω βλέποντας ειδήσεις στην τηλεόραση, η γιαγιά ακούει στη διαπασών ρετρό ντίσκο εκπομπή στο ραδιόφωνο. Βλέπετε η γιαγιά είναι ολίγον κουφή και με ολίγον αλτσχάιμερ. Εξ ού και έχω ήδη μάθει τη νοηματική (ο μόνος τρόπος για να παρακολουθώ τις ειδήσεις προσέχοντας τη γιαγιά) αλλά ντρέπομαι να σας τον δείξω, ειδικά τώρα που λέει για την επικείμενη συνάντηση των αρμοδίων για την ονομασία της Π.Γ.Δ.Μ. Ταυτόχρονα από το ραδιόφωνο ακούγεται το Σκόπια Σκόπια Μισκό και η γιαγιά με ρωτά γιατί πήγε ο Ακάκιος τα μακαρόνια στα Σκόπια!
Φαίνεται γιαγιά πως το μενού γεύματος πριν, κατά τη διάρκεια ή και μετά το μενού της συζήτησης για την ονομασία θα περιλαμβάνει Μακ-αρον-άδα. Συντομογραφία του Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, άρον το όνομά σου και άδειασέ μας την πάνω γωνιά, τη βόρεια γωνιά ή τη δώθε γωνιά. Πριν καλά-καλά τελειώσω η γιαγιά σταυροκοπιέται γιατί έχει ακούσει “Παναγιά” και ζητά να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει πριν κλείσει τα μάτια της από τον παπα-Παπαγιαννόπουλο. Μέχρι να καταλάβω ότι μέσα της παίζει ο Γκόρτσος, μέσα μου τόσα πα-πα-πα μαζί, προς στιγμήν με λαχτάρισαν νομίζοντας ότι ήρθε και το εγκεφαλικό, αλλά η γιαγιά ντούρασελ συνεχίζει.
-Τίνος είναι ο νονός;
-Ποιός νονός γιαγιά;
-Της βάφτισης καλέ. Εσύ δεν είπες ότι θα συζητήσουν για το όνομα;
-Ο Νίμιτς.
-Ποιανού είναι αυτός;
-Του ΟΗΕ, δηλαδή οὐαὶ τοῖς ἡττημένοις Έλλησι.
Ξανασταυροκοπιέται η γιαγιά για την Παναγιά της Τήνου αυτή τη φορά ακούγοντας μόνο το «Ελλη». Κι εγώ φρίττω από την άλλη γιατί το σίδερο κολλάει στο πουκάμισο. Φρίξος και Έλλη γίναμε εδώ μέσα αναφωνώ για να μην κατεβάσω καμιά Παναγία και πάθει αγκύλωση η γιαγιά από το πολύ σταυροκόπημα.
-Και πως θα το πουν το παιδί τελικά;
-Ε, παιδί δεν το λες! Τόσα χρόνια παιδεύονται τα συμπεθέρια να καταλήξουν.
-Μεγαλωπό και χωρίς όνομα; Α, παπαπα! Καλά και πως το φωνάζουν παιδί μου;
-Με το επίθετο γιαγιά. Μακεντόνιγια. Το όνομα ψάχνουν. Μάλλον Γκόρνα θα το πούνε.
-Κόρνα; Αυτοκίνητο είναι; Μη χειρότερα! Χάθηκε ένα χριστιανικό όνομα;
Έλα μου ντε, χάθηκε; Και συνεχίζω με πικρία το σιδέρωμα ενθυμούμενη του στίχους που έγραψα με αφορμή μία εθνική επέτειο:
Κι αν καταργηθούν τα σύνορα
Κι αν ξεφτίσουν οι σημαίες
Δεν θα πάψουν οι άνθρωποι
να χτίζουν πολεμίστρες
και να υφαίνουν λάβαρα.
Δήμητρα Αθενάκη