Βάζοντας στην τσάντα μου μια βεβαίωση κατ’ εξαίρεση μετακίνησης πολιτών, τύπου Α, τσεκαρισμένη στο σχετικό τετράγωνο του σκοπού της μετακίνησής μου και με την απαραίτητη μάσκα εφαρμοσμένη κατάλληλα και ταυτότητα ανά χείρας, τράβηξα το δρόμο για τον προορισμό μου.
Διάβηκα εμπορικούς δρόμους της πόλης μας γιατί η μετακίνησή μου απαιτούσε το πέρασμά μου από εκείνους τους δρόμους της πόλης μας. Βαδίζοντας τους δρόμους αυτούς αλλά και άλλους δρόμους, ένιωσα μια μοναξιά σε όλο το μήκος, όχι μόνον εκείνων των εμπορικών δρόμων αλλά και των άλλων και μια απογοήτευση, συγχρόνως δε και μια βαριά στενοχώρια πλάκωσε την ψυχή μου.
Άνθρωποι ελάχιστοι και με τα απαιτούμενα μέσα της πανδημίας εφοδιασμένοι, περπατούσαν στο δρόμο κατσούφηδες, με σκυφτό το κεφάλι, με μια μελαγχολία και μια βαριά συννεφιασμένη όψη, ίσως και μαυρισμένη ψυχή.
Και όλα αυτά γιατί έλειπε εκείνη η εμπορική κίνηση, με ό,τι αυτή συνεπάγεται, τα γέλια των φίλων, το χαρούμενο τρέξιμο των παιδιών, το ανθρώπινο γελαστό καλημέρισμα, οι αγκαλιές των φίλων, το άπλωμα της χειραψίας, οι απαραίτητες αγορές μας, οι εγκάρδιες ευχαριστίες των καταστηματαρχών και τόσα άλλα.
Όλα αυτά με προβλημάτισαν, με το ερώτημα στο τέλος της τόσο μελαγχολικής πορείας μου:
Η πανδημία COVID-19 δεν είναι η μόνη που έχουμε αντιμετωπίσει. Οι περισσότεροι θυμόμαστε την Ασιατική Γρίπη (1957), αλλά και νεότερες όπως: Η επιδημία τρελών αγελάδων (1986), η γρίπη των πτηνών (1996), η μάστιγα του AIDS (1981) και τόσες άλλες που έχουμε περάσει από τις οποίες εκατομμύρια συνάνθρωποί μας έχουν χάσει τη ζωή τους αλλά δεν είχε σ’ αυτές τις πανδημίες τη συννεφιασμένη και μαυρισμένη εμπορική όψη η Πόλις του Μεγάλου Κάστρου… Βεβαίως είχαν ληφθεί και τότε τα απαραίτητα ιατρικά υγιή μέτρα και μέσα αλλά δεν επικρατούσε, απ’ ό,τι θυμάμαι η μαυρίλα, η καταχνιά και η στενοχώρια στα εμπορικά γενικώς καταστήματα με τις τόσες υποχρεώσεις. Είτε αυτά είναι Ένδυσης, είτε υπόδησης, είτε καφέ, είτε εστίασης, είτε ειδών στόλισης Χριστουγεννιάτικου δένδρου, είτε κομμωτηρίων, κουρείων κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ.
Σκεπτόμενος λοιπόν όλα αυτά και φέρνοντας στο μυαλό μου παλιές «απαγορεύσεις», το βάζω σε εισαγωγικά γιατί στη Δημοκρατία δεν είναι ίδιον η απαγόρευση αλλά η λήψη διοικητικών και ιατρικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και διερωτώμαι:
Μήπως έπρεπε όλα ανεξαιρέτως τα καταστήματα να είναι ανοιχτά, κατά βούληση, με τη θετική γνώμη της κυβερνώσας τάξης αλλά και με τη θετική ομονοούσα συγκατάθεση όλων των αντιπολιτευομένων τάξεων αλλά προσέξετε με περιοριστικούς όρους, τους οποίους θα δεχτούν όλοι, λόγω της ανθρώπινης μετάδοσης του ιού; Ερωτηματικό!!!! Και όχι επιλεκτικά και μάλιστα με καταστήματα στα οποία ο υποψήφιος πελάτης έρχεται σε πολύ μικρή και στενή απόσταση με τον αρμόδιο να επιτελέσει την επιθυμία του ο οποίος, ποιος θα διαβεβαιώσει ότι είναι ασυμπτωματικός;
Είμαι της άποψης ότι ο κάθε μαγαζάτορας να ανοίγει το κατάστημά του κανονικά, αν θέλει και να έχει τις αυστηρές ιατρικές και κυβερνητικές υποχρεώσεις και κυρώσεις καθώς και ο κάθε πολίτης να είναι υπεύθυνος όλων των πράξεών του μεταβαίνοντας στο κατάστημα της αρεσκείας του, όπως ο σχετικός περί της πανδημίας, νόμος και το σύνταγμα ορίζουν;
Άλλωστε γιατί το εμβόλιο είναι προαιρετικό;
Η σκέψη μου βασίζεται στη δυσχερή θέση, που ευρίσκεται ο κάθε καταστηματάρχης, με τα τόσα έξοδα, που τον ακολουθούν και τον βαραίνουν, στον υποχρεωτικό εγκλεισμό μικρών και μεγάλων, στην απομάκρυνση προσφιλών προσώπων, στην ατομική ευθύνη του κάθε πολίτη και στις διάφορες αμφίβολες συζητήσεις, που γίνονται παντού είτε για την ειδική Ιατρική Επιτροπή, είτε για τα πολιτικά κόμματα είτε για τις διάφορες καταβολές χρηματικών ποσών, που επιβάλλονται, τα λεγόμενα πρόστιμα! Πολύ περισσότερο στην άνιση μεταχείριση του εμπορικού κόσμου! Και τούτο επειδή επιτρέπεται στον καταστηματάρχη που εμπορεύεται και πουλά διάφορα στολίδια του Χριστουγεννιάτικου δένδρου και μεταξύ αυτών και ηλεκτρικών συσκευών και δεν επιτρέπει το άνοιγμα των αμιγώς καταστημάτων ηλεκτρικών συσκευών και τόσα άλλα αρκετά πανόμοια παραδείγματα.
Αν σε όλους μας εμφωλεύσει το, υπό του ρήτορος Δημοσθένους ρητό: «Τοις ελευθέροις μεγίστη ανάγκη η, υπέρ των πραγμάτων, αισχύνη». Δηλαδή «Είναι επιβεβλημένο οι ελεύθεροι άνθρωποι να έχουν συναίσθηση ευθύνης για όλα τα πράγματα», τότε να είστε βέβαιοι ότι η ζωή μας θα καλυτερεύσει.