Τετάρτη, 15 Ιανουαρίου, 2025

“Περιβάλλον – κοινωνία – οικονομία και εκπαίδευση για βιώσιμη ανάπτυξη”

1. Το περιβάλλον, η οικονομία και η κοινωνία ως πυλώνες της βιώσιμης ανάπτυξης
Σήμερα, ζούμε σε μία ιδιαιτέρως ζοφερή και οδυνηρή κοινωνική πραγματικότητα, κυριαρχημένη από μια βαθιά ριζωμένη οικονομική, οικολογική, πολιτισμική και εκπαιδευτική κρίση.
Η πολυδιάστατη αυτή κρίση, συνεχώς οξύνεται και επιδεινώνεται από τη φτώχεια, την ανεργία, τη διαφθορά, την έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και από την αλλοτρίωση, την αποξένωση, την απάθεια, την αδιαφορία την περιθωριοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Από τα οικονομικά συμπτώματα της συνολικής αυτής κρίσης, η φτώχεια, η ανεργία και η συνεχώς εξαπλούμενη διαφθορά, συνήθως, προέρχονται από την αλόγιστη, άνιση, και αδίκως κατανεμημένη χρήση πεπερασμένων και εξαντλήσιμων φυσικών πόρων, που δεν καλύπτουν βασικές βιοτικές ανάγκες για όλους τους πολίτες του πλανήτη μας και κυρίως γι’ αυτούς των αναπτυσσόμενων φτωχών χωρών.
Γι’αυτό, στις τελευταίες δεκαετίες, η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης έχει διαφοροποιηθεί ποιοτικά, συμπεριλαμβάνοντας και συνεκτιμώντας και τις περιβαλλοντικές και τις κοινωνικές και τις εκπαιδευτικές τις διαστάσεις και επιδράσεις.
Απ’ αυτή τη διευρυμένη -ποιοτικά- οικονομική αντίληψη γεννήθηκε η ιδέα και η έννοια της διατηρήσιμης ή αυτοσυντηρούμενης ή Αειφορικής ή Βιώσιμης -κοινωνικά- ανάπτυξης, που εκφράζει μια -περισσότερο φιλική προς τη φύση και στο περιβάλλον, ανάπτυξη, η οποία εξ ορισμού, επιδιώκει να διασφαλίσει τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές, εκείνες, συνθήκες που θα επιτρέψουν όχι μόνο στις σημερινές, αλλά και στις μελλοντικές γενιές να καλύψουν και αυτές τις δικές τους ανάγκες (1, 2, 3, 4, 5, 6, 14).
Ετσι, η ολοκληρωμένη Αειφορική ή βιώσιμη κοινωνική ανάπτυξη (Development) που εξασφαλίζει μία σταθερή και διαχρονική ποιότητα ζωής, δεν ταυτίζεται με την ουδέτερη -κοινωνικά- οικονομική ανάπτυξη, η οποία στην πραγματικότητα δεν είναι Ανάπτυξη, αλλά Μεγέθυνση, δηλαδή ποσοτική Αύξηση (Growth) Οικονομικών Μεγεθών (1, 4).
Αλλη, συνεπώς, είναι η ποσοτική οικονομική αύξηση, την οποία οι παραδοσιακοί οικονομολόγοι, λογιστικού χαρακτήρα, αλλά και οι παρακμιακοί πολιτικοί αποκαλούν Ανάπτυξη, και άλλη η βιώσιμη κοινωνική ανάπτυξη, που ως πραγματική και ουσιαστική ανάπτυξη, εμπεριέχει βεβαίως και τη συμβατική οικονομική μεγέθυνση, ενταγμένη όμως σ’ ένα γνήσιο ποιοτικό πλαίσιο ζωής, οριοθετημένο από ευνοϊκές συνθήκες υγείας, παιδείας, αγωγής, απασχόλησης, ελευθερίας, Δημοκρατίας, ανθρώπινων δικαιωμάτων και ασφάλειας των πολιτών.
Με άλλα λόγια η γνήσια, ουσιαστική και ολοκληρωμένη οικονομική ανάπτυξη έχει νόημα, σημασία και αξία, μόνο, όταν εμπεριέχει την κοινωνική δικαιοσύνη και την περιβαλλοντική ισορροπία και υγεία.
Με αυτές τις αντιλήψεις, οι πυλώνες της οικονομίας, της κοινωνίας και του περιβάλλοντος σχηματίζουν το αειφορικό – βιώσιμο τρίγωνο ανάπτυξης, με πλευρές – πυλώνες, οι οποίες επιδιώκουν να διαμορφώσουν ευνοϊκές ανθρώπινες αξίες, στάσεις, συμπεριφορές και δράσεις, για μία ουσιαστική και ποιοτική ανθρώπινη ζωή. Η σύνδεση και συσχέτιση των τριών πλευρών του αειφορικού τριγώνου παρακολουθεί την παρακάτω λογική (5).
Συγκεκριμένα, η πλευρά των οικοπεριβαλλοντικών διαστάσεων και επιρροών του αειφορικού τριγώνου ανάπτυξης, ζητά από τους πολίτες, όχι μόνο αναγνώριση και σεβασμό των περιβαλλοντικών αξιών, αλλά και σύνεση και, κυρίως, περιορισμούς της χρήσης και ανάλωσης των φυσικών πόρων του περιβάλλοντός τους.
Η πλευρά των οικονομικών διαστάσεων και επιπτώσεων του αειφορικού – βιώσιμου τριγώνου ανάπτυξης ζητά επίσης, από τις κοινωνίες των πολιτών, πλεονάσματα αγαθών, όπως πρώτες ύλες, καύσιμα, νερό και άλλα και για τις επόμενες γενιές, βασισμένα στην εξοικονόμηση ενέργειας, στην ανακύκλωση που παρατείνει τη ζωή και τη χρήση υλικών, στην παραγωγικότητα, στην τεχνολογία και στην τεχνογνωσία.
Ακόμη, η τρίτη πλευρά των κοινωνικών διαστάσεων και συνεπειών του βιώσιμου τριγώνου ανάπτυξης επιδιώκει κοινωνική ανάπτυξη ποιότητας ζωής, με όρους -όπως και πριν τονίστηκε- υγείας, παιδείας, καλλιέργειας, αγωγής, αισθητικής, απασχόλησης, ψυχαγωγίας, αλληλεγγύης, ασφάλειας κ.ά.

2. Πώς πραγματώνεται η βιώσιμη ανάπτυξη στις τοπικές κοινωνίες
Οι προοπτικές όμως αυτές βιώσιμης ανάπτυξης, ως μια εναλλακτική οικονομική κουλτούρα, προϋποθέτουν καλόπιστη, συναινετική και δημοκρατική επικοινωνία και συνεργασία των πολιτών στις τοπικές κοινωνίες, για την εκπλήρωση των βασικών τους αναγκών και την επίλυση των τοπικών κοινωνικοπεριβαλλοντικών τους προβλημάτων.
Ωστόσο, η πραγμάτωση μιας τέτοιας τοπικής συναίνεσης και συνεργασίας επιβάλλει μετασχηματισμό της ανθρώπινης -και συνήθως εγωκεντρικής- σκέψης, στάσης και συμπεριφοράς, η οποία μέσω και της ανθρώπινης εμμονής στο ατομικό και όχι στο κοινωνικό και συλλογικό συμφέρον, δεν επιτρέπει στα παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα να λειτουργούν αειφορικά, ιδιαίτερα στις σημερινές δύσκολες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες (7, 8, 9, 10).
Ομως η αειφορική, αναπτυξιακή, αυτή τάση συνεκτιμώντας και τις “καθημερινές ανάγκες των πολιτών στις μικρές τοπικές κοινωνίες”, προσπαθεί να διαμορφώσει ευνοϊκές συνθήκες οικονομικής επάρκειας γι’ αυτούς.
Γιατί στις “μικρές τοπικές κοινωνίες” κυρίως είναι εφικτά και εφαρμόσιμα αυτά τα αειφορικά – αναπτυξιακά – σχέδια, επειδή οι κοινωνίες αυτές αποτελούν μορφές κοινωνικής οργάνωσης, που παραμένουν αναλλοίωτες στο διάβα των αιώνων, προωθώντας τις “τοπικές οικονομίες” και διατηρώντας τις παραδόσεις και την πολιτιστική τους κληρονομιά.
Η βιώσιμη – αειφορική, συνεπώς ανάπτυξη βιώνεται με όλους όσοι ζουν και δρουν σε μια τοπική κοινωνία στηριγμένη στις εμπειρίες τους, στις ανάγκες τους, στα προβλήματά τους, στις δυσκολίες τους, αλλά και στις δυνατότητες συνεννόησης, συναίνεσης και επικοινωνίας που έχουν, με τους θεσμικούς, κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και πολιτισμικούς Φορείς της περιοχής τους.
Ωστόσο, σήμερα στις τοπικές κοινωνίες είναι υπαρκτές κάποιες εγγενείς δυσκολίες που συνδέουν την επίλυση των περιβαλλοντικών ζητημάτων και προβλημάτων με τις ανάγκες των πολιτών. Και σαν τέτοιες επισημαίνω:
α. Τη δυσκολία συναίνεσης των πολιτών για τη διαχείριση των απορριμμάτων ή άλλων οξυμένων περιβαλλοντικών προβλημάτων της περιοχής τους.
β. Την απροθυμία τους να μοιραστούν και να αναλάβουν ευθύνες για καίρια περιβαλλοντικά ζητήματα που τους αφορούν, σαν τη διατήρηση και προστασία των οικολογικών περιοχών Natura ή και άλλα σοβαρά περιβαλλοντικά ζητήματα της περιοχής τους.
γ. Την απογοήτευσή τους για την όχι και τόσο ενθαρρυντική συνδρομή των κεντρικών και περιφερειακών δημόσιων υπηρεσιών, στη διαχείριση και επίλυση των τοπικών περιβαλλοντικών προβλημάτων.

3. Πώς ενισχύεται η αξία του περιβάλλοντος και της βιώσιμης ανάπτυξης στην εκπαιδευτική πράξη
Πέρα, όμως από τις παραπάνω δυσμενείς και ευμενείς συνθήκες που επηρεάζουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, πολύτιμη είναι, για την πραγματοποίησή της, και η αρωγή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, επιστήμης και έρευνας, αλλά και η Ανάπτυξη Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, όχι μόνο για μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές, αλλά και για ενήλικους πολίτες, από Δήμους, κοινότητες, Συλλόγους, εκπαιδευτικά Ιδρύματα και Οργανισμούς.
Γιατί καμιά οικοπεριβαλλοντική ευαισθητοποίηση και συνειδητοποίηση δεν είναι εφικτή, αν δεν διέλθει μέσα από συμμετοχικά, ενεργητικά και βιωματικά προγράμματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος (3, 4).
Μέσα από τα προγράμματα αυτά, οι σπουδαστές αλλά και οι πολίτες των τοπικών κοινωνιών, μπορούν:
• Να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τα τοπικά περιβαλλοντικά προβλήματα.
• Να προσφεύγουν σε πολλές ποικίλες και διαφορετικές πηγές πληροφόρησης για τη διερεύνηση και αξιολόγηση των περιβαλλοντικών τους προβλημάτων.
• Να ακολουθούν τη βιωματική και διερευνητική πορεία γνώσης, από το περιβάλλον μέσα στο περιβάλλον και για το περιβάλλον, για την επίλυση των περιβαλλοντικών τους προβλημάτων.
• Να διαμορφώνουν συναινετικό κλίμα ανθρώπινων σχέσεων για βιώσιμη ανάπτυξη, στηριγμένη όχι μόνο στα κοινά τους συμφέροντα, αλλά και στα κοινά τους ενδιαφέροντα.
Προγράμματα όμως Περιβαλλοντικής Αγωγής και Εκπαίδευσης με τέτοιες επιδιώξεις και αρχές μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά μόνο σε ένα σύστημα θεσμικής και μη εκπαίδευσης, που λειτουργεί με βιωματικές διερευνητικές και διεπιστημονικές πρακτικές οικοδόμησης γνώσης, οι οποίες είναι δυνατόν να διαμορφώνουν ευνοϊκούς τρόπους σκέψης και συμπεριφορές των αυριανών πολιτών για το περιβάλλον, την κοινωνία, την οικονομία, τον πολιτισμό και την παραγωγή, μετατρέποντας τις μονοδιάστατες και άκαμπτες οικονομικές λειτουργίες σε αειφορικές (1, 2, 3, 11).
Οι εκπαιδευτικές και αναπτυξιακές αυτές επιδιώξεις και δράσεις, στις τοπικές κοινωνίες, μπορούν να αφορούν (12):
• Τη διαχείριση των απορριμμάτων και την αυτοκατάργηση των χωματερών.
• Την αποκατάσταση ιστορικών, πολιτισμικών και παραδοσιακών οικισμών.
• Τη στήριξη της γεωργίας, ως πυλώνα του σύγχρονου αγροδιατροφικού μοντέλου βιολογικής καλλιέργειας υγιεινών και πιστοποιημένων προϊόντων.
• Την οικονομική βελτίωση, απόδοση και ποιότητα των παρεχόμενων επαγγελματικών υπηρεσιών.
• Την ανάδειξη, προστασία και προβολή οικολογικών περιοχών, απείρου φυσικού κάλλους.
• Τη βελτίωση των τοπικών τουριστικών υποδομών για υποδοχή επισκεπτών και περιηγητών, και πριν τον Απρίλιο και μετά το Σεπτέμβριο.
Την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, όπως πολιτισμικού τουρισμού συνεδριακού τουρισμού, περιπατητικού, και ορειβατικού οικοτουρισμού, καθώς και αγροτουρισμού. Μέσω του οικοτουρισμού, ο επισκέπτης επιθυμεί και μπορεί να γνωρίσει τα φυσικά και οικολογικά χαρακτηριστικά ενός τόπου από τους ντόπιους κατοίκους του, ανταλλάσσοντας πολιτισμικές δράσεις, και εμπειρίες μ’αυτούς.
Αλλά και ο αγροτουρισμός, λόγω της σπουδαιότητάς του για την τοπική βιώσιμη ανάπτυξη, αποτελεί μια ήπια μορφή τουριστικών δραστηριοτήτων, που προκαλεί οικονομική άνθιση στις τοπικές κοινωνίες, εναρμονισμένη με το σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος. Ετσι ο Αγροτουρισμός:
• Ενισχύει την παραγωγή προϊόντων που τείνουν να εκλείψουν, όπως υφαντά, κεντήματα, αρωματικά φυτά, μαρμελάδες κ.ά.
• Προωθεί προϊόντα που κυριαρχούν στην κρητική, ελληνική, ευρωπαϊκή και διεθνή κουζίνα και αγορά, σαν τα γαλακτομικά, τα ζυμαρικά, τα γλυκά, τα ποτά, (αλκοολούχα και μη) και κυρίως τα ασύγκριτα παραδοσιακά φαγητά της κρητικής – μεσογειακής διατροφής, που ελκύουν τόσο τους Έλληνες όσο και τους ξένους επισκέπτες, ώστε αυτοί να διαμορφώνουν την οικο-τουριστική τάση του γαστρονομικού τουρισμού.
Επίσης ο αγροτουρισμός:
• Ευνοεί τη συντήρηση παραδοσιακών οικισμών και ξενώνων, συνήθως σε περιοχές φυσικού κάλλους.
• Διατηρεί τέχνες και επαγγέλματα που επίσης τείνουν να εκλείψουν ή έχουν, ήδη, εκλείψει.
• Συντηρεί τη μνήμη ανθρώπων, αναβιώνοντας ήθη, έθιμα, πανηγύρια και άλλες παραδοσιακές εκδηλώσεις.
• Συνδέει τις απομονωμένες περιοχές με τα μεγάλα αστικά κέντρα, προσφέροντας κίνητρα και επαγγελματικές κατευθύνσεις στους νέους -και όχι μόνο- ανθρώπους, που αναζητώντας ένα νέο εναλλακτικό και οικολογικό τρόπο ζωής, επιθυμούν να ζήσουν σ’αυτές τις περιοχές.
Ετσι, οι οικοαναπτυξιακές αυτές δράσεις βιώσιμης προοπτικής μπορούν να στηρίξουν οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και ψυχολογικά τους νέους, αλλά και τους ηλικιωμένους των τοπικών κοινωνιών, συνδυάζοντας τις περιβαλλοντικές δυνατότητες της περιοχής τους με τις ανάγκες επιβίωσής τους (13).
Γιατί καμία επιδίωξη πρακτική και προοπτική για το Περιβάλλον, την Οικονομία και την Ανάπτυξη δεν είναι εφαρμόσιμη, αποτελεσματική και βιώσιμη, αν δεν διαπνέεται από τις διαθέσεις, στάσεις και συμπεριφορές των πολιτών της τοπικής κοινωνίας.

*  υποψήφιος στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας:
ΠΡΑΣΙΝΟΙ –
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΑΡΙΣΤΕΡΑ, προερχόμενος από τον πολιτικό χώρο των Πρασίνων, που διδάσκει Περιβαλλοντικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1. Αθανασάκης Α. Αειφορική Ανάπτυξη και Περιβαλλοντική Αγωγή, Πρακτικά 8ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Αρχαία Ολυμπία, Ιανουάριος 1999.
2. Αθανασάκης Α., Σχέσεις οικολογίας και οικονομίας στη σημερινή οικονομική κρίση, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ Δ. ΚΡΗΤΗΣ, Χανιά, Νοέμβριος 2013.
3. Αθανασάκης Α., Περιβάλλον – Αγωγή και Εκπαίδευση, LEADER BOOKS, Αθήνα 2015.
4. Αθανασάκης Α., Η Περιβαλλοντική Αγωγή και Εκπαίδευση στο Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, ΧΡ. ΔΑΡΔΑΝΟΣ, Αθήνα 2010.
5. Βιλνόβ Κ., Περιβάλλον και Ανάπτυξη, Connect, UNESCO-UNEP, Paris 1992.
6. James D.E., Nijkamp P., Opschoor J.B., Ecological Sustainability and Economic Development, KLUWER PUBL., Netherlands 2003.
7. Μαυρέλης Κ., Τοπικές Κοινωνίες – Αειφορία και Εκπαίδευση, Πρακτικά Συνεδρίου Ένωσης Ελλήνων Φυσικών: Περιβαλλοντικά Προβλήματα στην Περιφέρεια, Ναύπλιο 2005.
8. Παπαγιαννάκης Μ., Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και το Περιβάλλον στην Ευρώπη, Πρακτικά Συμποσίου: Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, Ναύπακτος 1995.
9. 6ο Πρόγραμμα Πολιτικής και Δράσης για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, EEC, 20, 1994.
10. O.E.C.D., Towards Sustainable Development, OECD, Paris 2000.
11. Sauvè L., Environmental Education and the Sustainable Development Perspective, POLIS, 24-28, Syros 2000.
12. Ταγκούλη Ε., Βιώσιμη Ανάπτυξη: Η σημασία και ο ρόλος της, ΑΝΑΠΤΥΞΗ, Εμπορικό-Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, 9, 2002.
13. United Nations, Human Development Report, 1997.
14. World Commision on Environment and Dvelopment, Our common future, OXFORD UNIVERSITY PRESS, 1987.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

  1. Οι θέσεις του κυρίου Αθανασάκη για την αειφορική-βιώσιμη ανάπτυξή πρέπει να βρουν την θέση τους στον σημερινό ταραγμένο κόσμο.
    Και αυτό είναι ευθύνη όλων των πολιτών και κυρίως του οικολογικού κινήματος,το οποίο πολλες φορές δεν ερμηνεύει σωστά την κοινωνική πραγματικότητα.Γιαυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή!
    Πάντως ο κύριος Αθανασάκης κάνει το καθήκον του με όσα λέει και γράφει!

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα