Το ίδιο ερώτημα που προβληματίζει τον ποιητή Νάνο Βαλαωρίτη στο ομότιτλο ποιημά του, διατρέχει σήμερα όλη την ελληνική κοινωνία.
Στ΄αλήθεια, πού πήγε φέτος ο Αύγουστος, “ο -και- καλός μας μήνας”;
Πού πήγαν οι ατέλειωτες απολαύσεις του, οι ζουμερές διακοπές του, ο καυτός του ήλιος κι η δροσερή του θάλασσα;
Πού σώπασαν τα τρανταχτά παρεΐστικα γέλια και τα πολλά συναπαντήματα των καλοκαιρινών μας φίλων;
Πού πήγαν οι θερινοί πελάτες μας, οι αυγουστιάτικοι τουρίστες με τα ψάθινα καπέλα, τα κοντά παντελονάκια και τα χοντρά πορτοφόλια τους;
Πού πήγαν “οι καλλιτσουνάδες” που πλημμύριζαν τα χωριά και τα καφενεία μας δίνοντας ένα εύθυμο τόνο παντού;
Πού πήγαν οι αυγουστιάτικες λειτουργίες, τα ανοιχτά κηρύγματα, οι γιορτές, οι χοροί και τα γλέντια, οι “πανηγυριώτες” των αγίων της υπαίθρου;
Πού πήγε η Παναγιά η Αυγουστιανή, η Σώτειρα σωμάτων και ψυχών, η του καλοκαιριού Θεός, με τα ευφρόσυνα και πανανθρώπινα μηνύματά της;
Πού πήγαν “ο (Χανιώτικος) Αγροτικός Αύγουστος”, τα όμορφα πολιτιστικά δρώμενα στην ανατολική τάφρο, οι συναυλίες και τα θέατρα-τροφή του κόσμου;
Πού πήγαν οι προσδοκίες μας για μια μεταμνημονιακή οικονομική “άνοιξη” κι ένα “καλοκαίρι της ανάπτυξης”;
… Όλα τα ρούφηξ΄ ο μακρύς Καιρός της Πανδημίας. Όλα τα πήρε ο φόβος του κορωνοϊού, με τα πολλά τα κρούσματα και τους θανάτους.
…Κι ο Αύγουστος προστέθηκε στους άλλους “κοινούς” μήνες που τους δεσπόζει ένας ιός-ένας μικρός θεός θανάτου. Ισοπεδώθηκε κι αυτός από σωρεία ειδήσεων και γεγονότων βαρβαρότητας.
2020, το έτος που γέμισε “πληγές” την ανθρωπότητα. Ήταν θέμα χρόνου να συμβούν όσα συνέβησαν φέτος. Βέβαια, αν αναλογιστούμε, ότι η τελευταία 10ετία ήταν γεμάτη συνταρακτικά γεγονότα. Κρίσεις οικονομικές, κοινωνικές και προσφάτως υγειονομικές. Κάθε μία άφησε ανεξίτηλα σημάδια από εκεί που πέρασε. Άφησαν φτώχια, πείνα, μαρασμό, ξεσπιτομό και ανέδειξαν πόσο “μικροί” είμαστε μπροστά σε τέτοια παγκόσμια γεγονότα. Αυτή η τελευταία όμως, ο κορωνοϊός, μας έδειξε επίσης ότι είμαστε “άξιοι της μοίρας μας”. Ανέδειξε πόσο μικρόψυχοι είμαστε. “Ανίκανοι” να ακολουθήσουμε οδηγίες από τους ειδικούς επιστήμονες επειδή νομίζουμε ότι τα “πήραν”. Αν δεν ακούσουμε αυτούς, τους σπουδαγμένους, τότε ποιους; Είναι σαν να θέλουμε να λύσουμε μαθηματικές ασκήσεις και πάμε στην καφετζού αντί στον μαθηματικό. Όμως, παρασυρόμενοι από κάθε λογής “κομπογιαννίτη” που μας “χαϊδεύει” τα αυτιά και νομίζουμε ότι τα μάθαμε όλα, προκαλούμε το άνοιγμα του “κουτιού της Πανδώρας”, φτάνοντας στο σημείο όποιο καλό αποτέλεσμα πετύχαμε να το μηδενίσουμε και μαζί με αυτό και την οικονομία. Πάνω που άνοιγε, θα μου πείτε όπως – όπως, φέραμε τα πάνω κάτω και την ισοπεδώσαμε πριν ορθοποδήσει. Ερωτώ, σε ποιους κάναμε κακό; Στους “κακούς” επιστήμονες και στο σύστημα; ΟΧΙ κύριοι. Καταφέραμε να κάνουμε κακό στους εαυτούς μας, στις οικογένειές μας, στους φίλους μας, στην κοινωνία, στην οικονομία. Από αυτήν την τελευταία εξαρτάται και η ευημερία ενός τόπου, του τόπου μας. Αλλά τέτοιοι που είμαστε καλά να πάθουμε. ΔΕΝ μας αρέσει να ακολουθούμε οδηγίες; ΔΕΝ μας απαγόρευσαν να διασκεδάσουμε, μας υπαγόρευσαν να είμαστε προσεκτικοί και να τηρούμε τα μέτρα. Εμείς τα θέλαμε όλα δικά μας. Τώρα θα υποστούμε όμως τις συνέπειες των αποφάσεων και των πράξεών μας, οποίες και αν είναι αυτές. Με τις “υγείες” μας!