Σε προηγούμενη αφήγησή του,ο κ. Γιώργος Καρεφυλάκης μάς είχε μιλήσει για τον “πόλεμο” του νερού μεταξύ του Δήμου Χανίων και της π. Κοινότητας Περιβολίων, “πόλεμο” που αφορούσε το νερό ύδρευσης.
Σήμερα, θα μιλήσουμε για το νερό άρδευσης. Τα Περβόλια, ίσως και πριν την Τουρκοκρατία είχαν πολλά μανταρινοπερίβολα, που ως γνωστόν το καλοκαίρι θέλουν τακτικό πότισμα, μα πότισμα, μάλιστα, πιο συχνό θέλουν και τα καλοκαιρινά κηπευτικά.
ΠΗΓΑΔΙΑ ΚΑΙ ΠΗΓΑΔΑΔΕΣ
Έτσι, μιας και ο Κλαδισός ποταμός που διασχίζει τα Περβόλια, το Καλοκαίρι σχεδόν στέρευε, το κάθε τούρκικο Μετόχι, μα και λίγες χριστιανικές ιδιοκτησίες, είχαν στο περιβόλι τους “μαγγανοπήγαδο – ντολάπι” και δίπλα στέρνα.
Το “μαγγανοπήγαδο – ντολάπι” ήταν χτιστό με ξερολιθιά και πάνω είχε μια ιδιαίτερη στέρεη κατασκευή για να στηριχθεί ο βαρύς μηχανισμός άντλησης του νερού.
Στο μαγγάνι ήταν στερεωμένο ένα μακρύ γερό ξύλο , που το τραβούσε κυκλικά, άλογο ,μουλάρι ή γαϊδούρι και έτσι ο μηχανισμός ανεβοκατέβαζε μέσα στο πηγάδι τους κουβάδες.και καθώς ανέβαιναν γεμάτοι άδειαζαν στην παρακείμενη στέρνα απ΄όπου στη συνέχεια πότιζε ο γεωργός τις καλλιέργειές του.
Ο μηχανιασμός του μαγγανιού έκρυβε και κινδύνους , ένας καλός συγχωριανός μας, παλαιότερα είχε κόψει το χέρι του από τον καρπό, κάτι έκανε στο μαγγάνι και ξαφνικά ξεκίνησε το γαϊδουράκι και του μάγκωσε το χέρι..
Του παππού μου το Μετόχι είχε και αυτό μαγγανοπήγαδο, αλλά εγώ δεν το πρόλαβα να δουλεύει με άλογο. Είχε αγοράσει μια πελώρια πετρελαιομηχανή που πρώτα πύρωνε με καμινέτο το σημείο του μπεκ του πετρελαίου και μετά τη στριφογύριζε με δύναμη για να πάρει μπρος και με ένα σύστημα δίχως αντλία παρά μια σωλήνα που μέσα ανεβοκατέβαινε ένα έμβολο τραβούσε το νερό..
Αργότερα , ανάμεσα στα 1950-1960, ανοίχτηκαν πολλά πηγάδια στο χωριό, γιατί πολλοί άρχισαν να φυτεύουν νέα περιβόλια και να καλλιεργούν και κηπευτικά.
Εξαιρετικοί πηγαδάδες ήταν ο Γιανναρομάρκος και λίγο αργότερα ο παραγιός του ο Γιάννης ο Τογκουσίδης.
Πριν τον πόλεμο τα πηγάδια τα έκαναν κτιστά με πέτρες, προυπέθεται εξαιρετική τεχνική για να μην σωριαστούν οι πέτρες. Αργότερα, που διαδόθηκε η χρήση του τσιμέντου , έσκαβαν όλη μέρα, έβγαζαν το χώμα με τη σβίγα και το ζεμπίλι έξω και μετά καλούπωναν και έριχναν το “στεφάνι”. Την άλλη μέρα συνέχιζαν και το βραδάκι καλούπωναν το νέο στεφάνι και προχωρούσαν,
Κι εγώ άνοιξα δικό μου πηγάδι στο Μενεκλέρι, γύρω στο 1960, πρωτομάστορας ήταν ο Γιανναρομάρκος, λίγα τα λεφτά, αλλά το τόλμησα, πήρα προκαταβολή για τα μανταρίνια της επόμενης χρονιάς, είχα και καβάτζα τον παππού μου και όλα καλά, ήθελα κι εγώ να βάλω πορτοκαλιές, τότε έβγαζαν λεφτά..
Θυμάμαι, που κάναμε και αγιασμό πριν ξεκινήσουμε, δόξα τω Θεώ ,πήγαν όλα καλά, βρήκαμε αρκετό νερό και φύτεψα κι εγώ νέο περιβόλι. Αργότερα ανοίξαμε μαζι με τον αδερφό μου τον Μανώλη και τον αείμνηστο δάσκαλο το Στρατή τον Γιαννετάκη μια κοινή γεώτρηση.
Στο χωριό , υπήρχαν και αρκετά στενά και ανάβαθα πηγάδια σε αυλές σπιτιών και χρησίμευαν όχι για πότισμα, αλλά για την << λάτρα >> του σπιτιού και το νερό το τραβούσαν ή με τη σβίγα ή ως επί το πλείστον με σχοινί και κουβά.
Την πρώτη γεώτρηση στο χωριό , αν θυμάμαι καλά, την άνοιξε ο Κοντουδάκης ο Μανώλης στο Μετόχι τους, στη συνέχεια ανοίχτηκαν και άλλες γεωτρήσεις, του θείο μου του Μυροχρήστο, του Καπενεκογιώργη, που είχε μάλιστα πολύ νερό και το πουλούσε στους Πυργιανούς. Για να ανοίξεις γεώτρηση έπρεπε να πάρεις άδεια από την ΥΕΒ (Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων), που είχε και δικό της συνεργείο, αλλά υπήρχαν και ιδιώτες όπως ο ονομαστός “Τρύπας” ο Χρήστος ο Ξαγοραράκης.
ΤΑ ΤΡΕΧΟΥΜΕΝΑ ΝΕΡΑ
Τα τρεχούμενα νερά του ποταμού τα αξιοποιούσαν στο έπακρον οι χωριανοί.
Υπήρχαν από πολύ παλιά “δεσιές”, κτιστό ανάχωμα με πέτρες και σαντορινιό χώμα μέσα στην κοίτη του ποταμού για να αλλάζει την πορεία του νερού, σε πολλά σημεία, όπως στην Δρούμπα ψηλά στο Γαρίπα, από όπου άρχιζε το “βασιλικό αυλάκι” ( κεντρικό αυλάκι ) ,στη γέφυρα του Πύργου κάτω από το σπίτι του Πιακουλάκη, στη γέφυρα στο Καστροχώρι, που με σωλήνα περνούσε το νερό στην απέναντι πλευρά, ως και στον Άγιο Στυλιανό χαμηλά στο Βαμβακόπουλο υπήρχε δεσιά.
Από κάθε δεσιά άρχιζε ένα αυλάκι που διακλαδιζόταν σε όσα μέρη βόλευε, όπου υπήρχε δυσκολία ,έκαναν κάποιο μικρό τεχνικό έργο για να ξεπερνιέται το όποιο εμπόδιο..
Στην Δρούμπα υπήρχαν δυο δεσιές, η πρώτη οδηγούσε το νερό στην αριστερή μεριά του ποταμού, το νερό περνούσε από τα Μαριανά κατέβαινε στο Άγιο Νικόλαο και συνέχιζε στον Πύργο ποτίζοντας περβόλια και κηποχώραφα, ακόμα και πιο κάτω από τον Κάτω Πύργο..
Η δεύτερη δεσιά, οδηγούσε το νερό στην δεξιά μεριά του ποταμού, περνούσε κάτω από τον Γαρίπα, κατέβαινε στην Αγία Παρασκευή και διέσχιζε το χωριό ακόμα και πιο κάτω από τα Καρυδιανά.
Τα αυλάκια ήταν χωμάτινα, αργότερα τα τσιμεντόστρωσαν. Το αυλάκι της δεύτερης δεσιάς ήταν πιο βαθύ και φαρδύ γιατί πότιζε το μεγαλύτερο μέρος του χωριού και το λέγανε “βασιλικό αυλάκι” ή “μυλαύλακο” γιατί κινούσε και τρεις νερόμυλους
Τα αυλάκια , πάντα στην αρχή της αρδευτικής περιόδου τα καθάριζαν οι δικαιούχοι νερού με προσωπική εργασία. .Όταν το νερό του ποταμού ήταν πολύ, πότιζε ο καθένας ό,τι ήθελε και όση ώρα ήθελε, όταν όμως λιγόστευε, έμπαινε στη σειρά και ο καθενας πότιζε όσες ώρες προέβλεπε <<ο κουλασάς >> ,βιβλίο που αναφέρονταν οι ώρες κάθε ιδιοκτησίας και που φυλάγονταν στην Κοινότητα
Όταν το νερό έμπαινε στη σειρά, διόριζαν και νεροφύλακα για να τηρείται η σειρά και οι ώρες καθενός και να παρακολουθεί μην τυχόν κάπου χάνονταν το νερό. Όταν το νερό λιγόστευε πολύ, πότιζαν και τη νύχτα με το λύχνο ή φανάρι και τότε ο κύκλος του νερού έφτανε και τις δεκαπέντε μέρες, δίψαζαν πολύ τα δέντρα και όποιος κήπος υπήρχε ξεραίνονταν. Ιδιαίτερο καθεστώς άρδευσης είχαν κάτω στο Μετόχι του Σεραφείμ και στα Σερσεμπίλια. Νεροφύλακες θυμούμαι , τον Πειρουνοστρατή,τον Χουδαλοδημήτρη τον Κουρνιδογιάννη και τον Αγγελαντώνη.
Συμπληρωματική μαρτυρία του καταγραφέα Μανιαδάκη Γεωργίου .
Το νερό όπως και η πλατεία των Μπουτσουναριών ανήκει σε ορισμένους παλιούς Γαριπιανούς, βάση συμβολαίου του 1918 . Το νερό της στέρνας μοιράζονταν σε 24 στερνιές, 12 ημερήσιες και 12 βραδινές, ο καθένας όριζε ανάλογα με την έκταση της ιδιοκτησίας του. Ο καπετάν Γιώργης Βολάνης , Μακεδονομάχος, όριζε τις περισσότερες στερνιές επειδή είχε μεγάλη περιουσία, ακολουθούσε ο Βουλγαρομαθιός και έπειτα οι υπόλοιποι, ορισμένοι όριζαν και λιγότερο από μια στερνιά. Εμένα ο παππούς μου , ο Μανιάς, όριζε μια στερνιά και ο παππούς μου ο Χουδαλαλέξανδρος άλλη μια.
Τώρα τα νερά των Μπουτσουναριών μένουν σχεδόν ανεκμετάλλευτα, λίγοι ποτίζουν ,γιατί λίγοι απόμειναν, το υπόλοιπο πάει στο ποτάμι. Κρίμα.!!!
Κι εμένα ο πατέρας μου, ο Μήτσος ο Μανιάς, άνοιξε πηγάδι στην Δρούμπα, απέναντι από τον Άγιο Χαράλαμπο, γύρω στο 1958-9, πηγαδάδες ήταν ο Γιάννης ο Τογκουσίδης και ο Κωλέτσος ο Ιερώνυμος, τα πρώτα 4μ. ήταν όλο χώμα και έχει στεφάνια, τα υπόλοιπα 7μ, είχε χώμα και βράχια. Στα τελευταία 2μ. που βρήκαν νερό είχε σκληρό βράχο και έβαλαν και μικρά φουρνέλα << καβαλάκια >> Τα πρώτα 10 χρόνια δούλευε με πετρελαιομηχανή Παπαθανασίου 8 ίππων που έπαιρνε με καμινέτο μπρος , ήτανε πολύ δυνατή, δούλευε όλη μέρα , γιατί πουλούσαμε νερό και δεν έπαιρνε χαμπάρι.
Αργότερα ,όμως, άνοιξε η Κοινότητα γεώτρηση, λίγο πιο μέσα και μας “έκλεψε” το νερό, όπως βέβαια και του ποταμού.
Ακόμα, ενθυμείται ο καταγραφέας και άλλες χρήσεις του τρεχούμενου νερού.
Στην << κολύμπα >> του Σαραντογιάννη, λίγο πιο κάτω από τον Άγιο Χαράλαμπο, πολλά αγόρια Περβολιανάκια έκαναν μπάνιο παρ΄όλο που το νερό ήταν παγωμένο. Ακόμα στην ίδα κολύμπα οι Γαριπιανές νοικοκυρές έπλυναν , συνήθως κάθε Λαμπρή, τις <<κοιλιές >> των αρνιών και των κατσικιών που έσφαζαν κείνες τις μέρες, επίσης έπλυναν κάθε Καλοκαίρι τα μαλλιά από το κούρεμα των προβάτων, τότε που τα αξιοποιούσαν, τώρα , δυστυχώς , ούτε πρόβατα έχουμε ,ούτε μαλλιά.
Στο ίδιο σημείο και δύο Χανιώτες έμποροι, οι αδελφοί Λυμπέρη, έρχονταν και έπλυναν πολλά μαλλιά που αγόραζαν.
Άξιο μνείας είναι και το γεγονός , ότι παρ΄όλον που ο Γαρίπας είχε τρεχούμενο νερό, αρκετές νοικοκυρές έπαιρναν όλα τα απαραίτητα και κατέβαιναν στο << βασιλικό >> αυλάκι και έκαναν την μπουγάδα τους για τα ασπρόρουχα με <<αλλουσιά >> και νεραντζόφυλλα.
Τα ποτίσματα τώρα στα Περβόλια και στα άλλα χωριά του κάμπου και όχι μόνον, δεν γίνονται διά μέσου των αυλακιών και της τσάπας, αλλά διά μέσου του κεντρικού δικτύου του ΟΑΚ, πρώην ΟΑΔΥΚ,, με ρολόγια και βάνες και με το ιδιαίτερο αρδευτικό δίκτυο της κάθε ιδιοκτησίας . Μεγάλη πρόοδος για τον τόπο μας.
Πάντα όμως , ας έχουμε υπόψη μας ότι το νερό δεν πρέπει να το σπαταλούμε, ειδικά τώρα με την κλιματική αλλαγή.
*Ο καταγραφέας Μανιαδάκης Γεώργιος
είναι συν/χος δάσκαλος