«Πολλή ’ναι μέσα η πίκρα μου/ πολλή και βουρκωμένη σύννεφο μέγα που βροχή/ να γίνει περιμένει. Κοιτάζω στον καθρέφτη μου/ και βλέπω την πληγή μου αίμα κι αηδόνι μου κρυφό/ γλυκιά που ’ν’ η φωνή σου» [Γιώργου Θέμελη, «Αίμα κι Αηδόνι μου», από το «Ηλιοσκόπιο»](1)
ΟΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ στίχοι του Θεσσαλονικιού ποιητή και δοκιμιογράφου Γιώργου Θέμελη (1900-1976), γραμμένοι πριν από πολλές δεκαετίες (1971), περιγράφουν -κατά την άποψή μας- γλαφυρότατα το μεταίχμιο, το «γλυκό ανακάτεμα» που κρύβουν ο μήνας Απρίλης με την Άνοιξη. Τόσο στη φύση, όσο και στις ζωές μας. Η ΛΕΞΗ Απρίλης (2) μάλλον έδωσε και την ονομασία στην εποχή (Άνοιξη), διότι τώρα αρχίζουν να ανοίγουν και να παίρνουν ζωή τα πάντα: η φύση με τα άνθη της, τα ζωντανά πλάσματα που ξυπνούν από τη χειμερία νάρκη τους. Όλα ξαναγεννιούνται. Σιγά – σιγά επικρατούν ήρεμες θάλασσες στις οποίες πληθαίνουν τα ποντοπόρα πλοία. Οι στάνες και οι στάβλοι ξαλαφρώνουν απ’ τα ζώα, τα πορτοπαράθυρα των σπιτιών ανοίγουν διάπλατα για να μπουν το φως κι ο αέρας. Οι διαθέσεις των ανθρώπων γίνονται πιο ευφρόσυνες, μετά τα κρύα και τη διαρκή κατήφεια του χειμώνα… Ο ΑΠΡΙΛΗΣ είναι, για τον ποιητή Ηλία Κατσούλη (3), ένας μήνας παιχνιδιάρης με τον καιρό και τα συναισθήματά μας: «Ένας ευαίσθητος Απρίλης, ένας αθέατος καιρός γελάει το φρουρό της πύλης και βγαίνει ήλιος λαμπερός. Πετά τα ρούχα του στρατιώτη, φορά πουκάμισο λευκό και στην αγάπη του την πρώτη στέλνει ένα όνειρο γλυκό…».
Η ΜΕΓΑΛΗ νηστεία σώματος και πνεύματος της περιόδου συμβαδίζουν με την ποίηση του Ν. Καρούζου. Στο βαθιά θρησκευτικό ποίημά του «Απολέλυσαι της ασθενείας σου», ο Ν.Κ. παρουσιάζει κατανυκτικά το θέμα: «Νηστεύει η ψυχή μου από πάθη και το σώμα μου ολόκληρο την ακολουθεί. Οι απαραίτητες μόνο επιθυμίες - και το κρανίο μου ολημερίς χώρος μετανοίας όπου η προσευχή παίρνει το σχήμα θόλου…». ΟΣΟ σκληρά γεγονότα κι αν περιέχει για την ανθρώπινη κι ελληνική ιστορία ο Απρίλης (4 και 5), τελικά παραμένει για την ψυχή και την ιδιοσυγκρασία μας, ως ο πιο ελπιδοφόρος, ερωτικός, γελαστός, ξελογιαστής, αισιόδοξος και ποιητικός μήνας. Έστω κι αν «στάζει αίμα» η Αγάπη ενός Θεού για τον Άνθρωπο, έστω κι αν η Λάμψη της Ανάστασης του Κυρίου επισκιάζει τα πάντα.
ΔΕΝ θα μπορούσαμε να μιλήσουμε γι’ αυτή την εποχή, χωρίς τους στίχους του «ποιητή της αγάπης»: του Νικηφόρου Βρεττάκου (1911-1991), που ταυτίζει (στο ποίημα «Άνοιξη σ’ αγαπώ») την Άνοιξη με την Ειρήνη, μα και με την Αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο: «Άνοιξη σ’ αγαπώ/ μοιάζεις με την Ειρήνη. Μοιάζεις με τις μητέρες/ που θήλασαν τα βρέφη στις εικόνες του Ραφαήλ. Μοιάζεις με το χαμόγελο/ μέσα στη μουσική. Μου θυμίζεις το Θεό/ που γράφει για την αγάπη σε μεγάλα κατεβατά/ σελίδων μ’ αστέρια στροφές ποταμών και ποιήματα» (6)
ΑΠΟ ΤΗΝ άλλη, ο Κώστας Καρυωτάκης, στο ποίημά του «Ο Διάκος» (7) αντιθέτει το συναίσθημα του «άδικου θανάτου» κάθε απριλιάτικης νιότης -την ώρα ακριβώς που η φύση αρχίζει να παίρνει την πιο όμορφή της όψη. Και, ενώ γύρω όλα οργιάζουν, με μια φύση που γεμίζει από φανταχτερά χρώματα κι αμέτρητες μυρουδιές, ενώ στήνουν χορό «ο Έρωτας κι ο Απρίλης» ώστε «να μπουμπουκιάσουν τα βουνά/να ισκιώσουν τα λαγκάδια», ένας πρόωρος θάνατος είναι πάντα άδικος. Κι ας ξέρουμε ότι αυτός, ο Θάνατος, πάντα καιροφυλακτεί και είναι παρών για όλους. Είτε για την «εις Άδου Κάθοδο» του Χριστού πρόκειται, είτε για τον σολωμικό «θάνατο – μαυρίλα» του Αθανασίου Διάκου: «Μέρα του Απρίλη./ Πράσινο λάμπος, γελούσε ο κάμπος/ με το τριφύλλι. Ως την εφίλει/ το πρωινό θάμπος, η φύση σάμπως/ γλυκά να ομίλει. Εκελαδούσαν/ πουλιά, πετώντας όλο πιο πάνω. Τ’ άνθη ευωδούσαν./ Κι είπε απορώντας: «Πώς να πεθάνω;».
ΚΙ ΟΠΩΣ διαρκεί περισσότερα λεπτά το φως σε κάθε μέρα που μας ξημερώνει ο καλός Θεός, έτσι πιστεύουμε πως, από δω και πέρα, μια πιο αισιόδοξη ματιά θα επισκιάζει τη μέχρι τώρα σκοτεινάγρα της ελληνικής πολιτικής ζωής. Νομίζουμε πως αρκετά διάρκεσε ο «βαρύς χειμώνας» των μνημονιακών χρόνων και της αγρίας (και αχρείας) εκμετάλλευσής μας από τους πολιτικούς. Καιρός να αρθρώσουμε νέες αφηγήσεις, να πούμε καινούργια τραγούδια, να ακολουθήσουμε νέες πορείες, να βάλουμε πλώρη για νέα ζωή -όπως μας το τραγουδούν οι στίχοι: «Ξύπνα ψυχή μου, ξύπνα ψυχή μου τα φτερά σου για να ανοίξεις Ξέχνα τα όλα, είναι πια ο καιρός που τα παλιά θα σβήσεις Ξύπνα καρδιά μου, ξύπνα την άνοιξη που φτάνει να αγκαλιάσεις Δεν είναι τέρμα, είναι η αρχή και έχεις πολλά να μάθεις Θα ’ρθει ατέλειωτος Απρίλης σα γνώριμη δροσιά στα χείλη Θα ’ρθει ο χρόνος να σε πάρει σαν άνεμος απ’ το Βαρδάρη…» (8)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – (1) Οι στίχοι αυτοί μελοποιήθηκαν, από τον Στ. Κουγιουμτζή το 1973 και βρίσκονται στον δίσκο «Ηλιοσκόπιο» (1973). Τραγουδούν οι Γ. Νταλάρας και Αιμ. Κουγιουμτζή. – (2) Απρίλιος ή Απρίλης: από το λατινικό aperio (ιταλ. μεταγ. Aprire) που σημαίνει ανοίγω. Εξ ου και Aprilis, Aprilius -και April (αγγλ.), Avril (γαλλ.), αλλά και Άνοιξη στα ελληνικά. – (3) Ηλίας Κατσούλης (1939-2008), ποίημα «Ένας ευαίσθητος Απρίλης», σε μουσική Παντελή Θαλασσινού (2006). – (4) Στ.Γ. Κλώρης, «Η Άλλη Χώρα», σελ. 22, «Εαρινό ΙΙΙ», Χανιά, 2003: «… Κι εσύ πλανεύτρα Άνοιξη/ μέρα τη μέρα φτάνεις Ηδύ το φως σου/ Γλυκασμός σε «ζώντες και νεκρούς» Υπόσχεση ζωής εσύ Μα σάβανο για πέπλο φέρνεις/ στα μέρη που «η νέα μοίρα ανά- κατά-(και)-τάξεις τάζει» – (5) Γράφει ο Κύπριος ποιητής Κώστας Μόντης στο ποίημα «Κύπρος» (Ποιήματα για την 1η ‘ Απρίλη 1955-μέρα έναρξης του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων κατά των Άγγλων (1955-1959): «Στο πρώτο βλέμμα του ήλιου σου σωριάζομαι, στην πρώτη καμπή τ’ ουρανού σου καταρρέω». – (6) Νικηφόρος Βρεττάκος, ποίημα «Άνοιξη σ’ Αγαπώ»: από το δίσκο «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου (1971). Τραγουδά η Δανάη Μπαραμπούτη, ο Γ. Μπογδάνος και η χορωδία Τρικάλων. – (7) Κ. Καρυωτάκης (1896-1928), «Ο Διάκος» [συλλογή «Ελεγεία και Σάτιρες», 1927] – (8) Στίχοι: Ηλίας Πετρογιάννης. Μουσική: «Πράσσειν Άλογα» (1998) [5/4/14]