Σε λοταρία κέρδισα ένα χρυσό βραχιόλι
όταν τυχαία βρέθηκα στων Αθηνών την πόλη,
αξέχαστα, παραμονή του Αγίου Βαλεντίνου.
Την επομένη βρέθηκα στου χροσοχού του Ντίνου
κι ήθελα το βραχιόλι μου να το ρευστοποιήσω,
μα κείνος, στη γυναίκα μου, είπε, να το δωρίσω.
Του ‘πα πως δεν υπήρξαμε ποτέ ερωτευμένοι
και πως μου τη φορτώσανε… γιατ’ ήταν… βαρεμένη…
οπότε μου ‘πε: Δώσε το σε μια γυναίκα άλλη,
από την πρώτη αγάπη σου ή και στην πιο μεγάλη.
Κι αμέσως θαύμα γίνηκε! και στην ουρά βρεθήκαν
κι οι χίλιες! που ερωτεύτηκα και που με ερωτευτήκαν,
κι όλες τραχαπαλεύανε να πάρουν το βραχιόλι.
Μα ξάφνου φτάνει η Άγκελα η Μέρκελ με πιστόλι∙
έριξε δυο στο πάτωμα και είπε με καμάρι!
Το δίκαιο της Άγκελας καμιά δεν θα της πάρει,
γιατ’ είμαστε με τον Παβλή σφόδρα ερωτευμένοι
μα φταίνε τα μνημόνια που ζούμε χωρισμένοι.
Άρπαξε το χρυσίον μου και γίνηκε αέρας
κι όλες εξεφωνίζανε: Μας το ‘φαγε το τέρας!
——————————————————-
Δεν ξέρω αν ήταν όνειρο ή ήταν οπτασία
μα η Μέρκελ πως μας τα αρπά θαρρώ ‘ναι η ουσία…