Αγαπητοί αναγνώστες,
Καλημέρα Σας και Καλό μήνα!
Από προχθές Τρίτη πρωί της εβδομάδας αυτής, μπήκαμε -συν Θεώ- στον μήνα: Αύγουστο, στον όγδοο μήνα του χρόνου!
Ήδη, μεθαύριο: Κυριακή (6/8) γιορτάζουμε την Μεταμόρφωση του Σωτήρα Χριστού· μεγάλη γιορτή της Πίστης μας και ονομαστά τα πανηγύρια της, παντού.
Αρχή του μήνα, λοιπόν! Χρέος της στήλης μας, τώρα και μισό αιώνα, να μας υπενθυμίζει, έστω και λίγα, από τα λαογραφικά του.
Για σήμερα, τ’ Αυγούστου, ο Λαός μας λέει και πιστεύει:
– Άγουστε, καλέ μου μήνα, να ‘σουν δυο φορές το χρόνο!”
Λέει όμως και: “Ο Άγουστος επάτησε· η γι’ άκρα του Χειμώνα!”
Κι επίσης: “Από Μάρτη Καλοκαίρι, κι απού Άγουστο, Χειμώνα!”
Βέβαια δεν το ξεχνούμε πως: Τον Αύγουστο οι ζέστες ανεβαίνουν ψηλά, έχει όμως, αυτός ο μήνας, και “τα μελτέμια του”, όπως και τις “Αγουστιανές φεγγαρολάμψεις του”, που είναι οι λαμπρότερες του χρόνου. Το λέει κι η μαντινάδα:
– “Ωσάν τον ήλιο του Μαρθιού, τ’ Αγούστου το φεγγάρι,
άλλο πράμα δε βρίσκεται, που να ‘χει τέτοια χάρη!”
Και η επομένη: “Δευτερογούλη αστροφεγγιά, κι Αγουσιανό φεγγάρι,
να σε χαρεί η μάνα σου, κι ο νιος που θα σε πάρει!”
Βέβαια κι οι δρίμες που κρατούν βδομάδα και πάνω, στον Αύγουστο χρεώνονται, όπως επίσης και τα… “παραντηρήματα, αρχές τ’ Αυγούστου για τα προγνωστικά των καιρών, ολοχρονίς.
Μισή μέρα για κάθε μήνα. Έτσι: η πρωτομηνιά προλέγει, ως το μεσημέρι, τον Γενάρη, κι από τ’ απομεσήμερο ως το βράδυ, τον Φλεβάρη, και έπεται συνέχεια.
Δεν ξεχνούμε επίσης και τα τόσον ευχάριστα Τρυγοπατήματα τ’ Αυγούστου, στα πατητήρια μας, αργά, τ’ απόβραδα, που καταλαγιάζουν οι ενοχλητικές σφίγγες και τ’ αστεία κι ο ήχος του κουργιαλού, κάνουν καταχαρούμενη τη βραδιά μας!
– Πάνω απ’ όλα όμως: οι νηστείες κι οι γιορτές της Παναγίας μας, του Δεκαπενταύγουστου, είναι πανελλήνιες, και έχουν καθολικές τις συμμετοχές μας. Όμως για τα υπόλοιπα λαογραφικά τ’ Αυγούστου και τα ονομαστά πανηγύρια του, την επόμενη βδομάδα, θα τα πούμε· για την ώρα: Γεια σας!
*** * ***
Και τώρα, μια αναδημοσίευση μελέτης του πρύτανη της Ελληνικής Λαογραφικής Επιστήμης, του Καθηγητή Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Προέδρου της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, πολυσέβαστου κ. Μιχάλη Μερακλή, που μελετώντας το έργο μας: Σταμάτη Απ. Αποστολάκη, Δ/λου-Λαογράφου: “Η Λαϊκή Μούσα της Κρήτης, για τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ειρηναίο Γαλανάκη”- ριζίτικα, μαντινάδες, ρίμες, ποιήματα- Χανιά, 2016, έγραψε και δημοσίευσε στο πρόσφατο φύλλο των “Κρητικών Νέων, των Αθηνών, α.φ. 551, Ιουλίου – Αυγούστου 2017, σ. 14 (εκδότης- Δ/ντής ο αγαπητός φίλος κ. Μιχάλης Παπαδάκης, τον οποίο θερμότατα ευχαριστούμε για την έγκρισή του, να το αναδημοσιεύσουμε).
Το σχετικό κείμενο του Πανεπιστημιακού Δασκάλου, πολυσέβαστου κ. Μιχάλη Μερακλή, έχει ακριβώς ως έπεται:
Έχω έναν καλό φίλο στην Κρήτη. Είναι δάσκαλος, συνταξιούχος τώρα. Είναι αναθρεμμένος με βιώματα και με την άριστη γνώση του παραδοσιακού λαϊκού πολιτισμού, ο οποίος αποτυπώνεται στα βιβλία του και τα δημοσιεύματά του στον τοπικό Τύπο. Γι’ αυτό και δικαιούται να προσθέτει, και το κάνει, δίπλα στην ιδιότητα του δασκάλου και αυτή του λαογράφου. Ασφαλώς θα μπορούσε, αν ζούσε στα χρόνια του Νικολάου Πολίτη, να είναι ένας από τους δασκάλους εκείνους, στους οποίους στηρίχθηκε γερά ο εισηγητής της Λαογραφίας στην Ελλάδα. Ο φίλος μου είναι ο Σταμάτης Αποστολάκης.
Δημοσίευσε πρόσφατα (Χανιά, 2016) το βιβλίο του Η λαϊκή μούσα της Κρήτης για τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ειρηναίο Γαλανάκη. Ριζίτικα, μαντινάδες, ρίμες, ποιήματα. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αγία Σοφία (Άγιοι Πάντες Αποκορώνου), που εξέδωσε το βιβλίο, χαιρετίζοντας την έκδοση αιτιολογεί διεξοδικά αυτό που λέει για τον Ειρηναίο Γαλανάκη, πως «σημάδεψε με τη ζωή και το έργο του τον τόπο μας», ιδιαίτερα εννοώντας τις επαρχίες Κισάμου και Σελίνου. Η φήμη του, ωστόσο, ως ενός υποδειγματικού ιεράρχη, υπερέβη νωρίς τα όρια της αρχιερατείας του.
Στο πρώτο Μέρος περιλαμβάνονται τα πολυάριθμα στιχουργήματα και δημοτικά τραγούδια, συγκεντρωμένα απ’ τον Αποστολάκη με αναζήτηση πολλού χρόνου. Στο δεύτερο Μέρος ο επιμελητής δημοσιεύει όσα γράφηκαν και ειπώθηκαν μετά, για την εκδημία του.
Αυτό που με εντυπωσίασε στο βιβλίο είναι ο εξαιρετικά μεγάλος αριθμός των τραγουδιών και στιχουργημάτων, που πλάσθηκαν και ασφαλώς δίνουν το μέτρο μιας σπάνιας αγάπης των πιστών και του κοινού εν γένει για τον Ειρηναίο.
Ειδικότερα εντούτοις με εντυπωσίασε και το γεγονός -και θέλω να το τονίσω- ότι κανένα τραγούδι ή στιχούργημα δεν είναι χωρίς να ονομάζεται ο συνθέτης του.
Δεν υπάρχει εδώ η ανωνυμία των δημιουργών των δημοτικών τραγουδιών, τα οποία εντούτοις φυσικό είναι να είχαν και αυτά κάποιο προσωπικό δημιουργό, ο οποίος ξεχάστηκε στη διαδρομή των αιώνων και με τη μετάδοσή τους από τον αρχικό τόπο της δημιουργίας τους σε άλλους τόπους. Ορθά έγραφε ο Πολίτης σε μιαν από τις καλύτερες μελέτες του, δημοσιευμένη στον 5ο τόμο της Λαογραφίας (1915), «Γνωστοί ποιηταί δημοτικών ασμάτων», θέτοντας και το ερώτημα αν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι «ο ποιητής των δημοτικών τραγουδιών είναι αυτός (ο ίδιος) ο λαός εν συνεργασία» και δίνοντας την απάντηση: «ο λαός ως σύνολον είναι ανίκανος να συνθέσει ποίημα. Η ομαδική ποίηση είναι πράγμα αδύνατον».
Στα παλαιά εκείνα χρόνια λογικό ήταν ο λαός να αποτελείται από αμόρφωτους, κάτι που δεν εμπόδιζε την έκφραση μιας ποιητικής δεξιότητας και από (πολύ λιγότερους) λογίους, που και αυτοί όμως κατά κανόνα προέρχονταν από την αγροτική τάξη, όμως έβγαιναν στην Ευρώπη και μορφώνονταν ή επιδίδονταν σε εμπορικές επιχειρήσεις, από τους χρόνους του Διαφωτισμού.
Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτέλεσε ο Ηπειρώτης Παναγιώτης Αραβαντινός (1809-1870), που έγινε έμπορος αλλά και δίδαξε αρχαίους συγγραφείς και ποιητές (Θουκυδίδη, Δημοσθένη, Όμηρο), μαθηματικά, λατινικά, και λάτρεψε τα δημοτικά τραγούδια της πατρίδας του. Συγκέντρωσε έναν ανυπολόγιστο θησαυρό από αυτά. Οι τρεις γιοι του (ο ένας γιατρός, ο άλλος τραπεζίτης, ο τρίτος δικηγόρος) εξέδωσαν από αυτά 497 και 1.141 δίστιχα.
Ο Αραβαντινός συνόδευσε τα ιστορικά-κλέφτικα τραγούδια με σχόλια για γεγονότα και πρόσωπα ιδιαίτερα χρήσιμα για την ακριβέστερη γνώση των πραγμάτων.
Ο Γιάννης Αποστολάκης, καθηγητής της νεοελληνικής φιλολογίας, είχε το δημοτικό τραγούδι ως ένα από τα κύρια αντικείμενά του. Χωρίς να έχει ζωντανή επαφή με την αγροτική ζωή και κοινότητα, καταπιάστηκε εντούτοις με τον καθαρισμό, όπως πίστευε, των τυπωμένων τραγουδιών, ισχυριζόμενος ότι αυτά ήσαν γεμάτα από βλαπτικές παρεμβάσεις λογίων. Έγραψε ιδιαίτερο έργο για τον Αραβαντινό (1941), τον οποίο χαρακτήριζε ως άτεχνο «διασκευαστή» και «κατασκευαστή» και τελικά απέρριπτε τη συλλογή του, γιατί στα τραγούδια έβρισκε να υπάρχουν πολλοί στίχοι «όχι δημοτικοί». Άρα λόγιοι. Ακολούθησαν πολλοί τον Αποστολάκη, ο οποίος κυριάρχησε για ένα διάστημα, και επιδόθηκαν στην αναζήτηση «πλαστών» ποιημάτων (ο Αποστολάκης τα έλεγε «ύποπτα»), κατασκευασμένων από λογίους.
Ο Γιάννης Αποστολάκης έκανε και κάτι άλλο. Κατακεραύνωσε τον Κώστα Κρυστάλλη, ως έναν άτεχνο, χωρίς συγκίνηση, μιμητή των δημοτικών τραγουδιών(!). Ο Κρυστάλλης ωστόσο το μόνο που ευχόταν ήταν να τον πάρει ο «σταυραϊτός» (στο ομότιτλο ποίημά του) και να τον πάει πάλι στα βουνά της πατρίδας του, γιατί θα τον φάει ο «κάμπος»! Όπως και τον έφαγε.
Την αφορμή να σημειώσω τα παραπάνω πήρα από το βιβλίο του Σταμάτη Αποστολάκη, το οποίο φωτογραφίζει τον σύγχρονο τρόπο δημιουργίας δημοτικής ποίησης, που οι ρίζες της στην Κρήτη δεν έχουν, όπως σε άλλα μέρη, ξεριζωθεί ολότελα, παρά τον υψηλό δείκτη ξένου τουρισμού και την κυρίαρχη τεχνολογία – τεχνοκρατία, που υπάρχει και κει.
Συγχρόνως μας παραπέμπει το βιβλίο στον τρόπο που εξαρχής πρέπει να υπήρχε και στο πρώιμο ήδη παρελθόν, να συμμετέχουν στη δημιουργία των δημοτικών τραγουδιών λαϊκοί άνθρωποι της αγροτικής κοινότητας αλλά και λόγιοι. Μεταξύ των λογίων που τραγούδησαν τον Ειρηναίο μπορώ να αναφέρω τον πολύ γνωστό δρ. Αλεξ. Κ. Παπαδερό, τον πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον Γιάννη Σταυρακάκη, επιθεωρητή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, τον αρχιμανδρίτη Ειρηναίο Βερυκάκη, τον Στέφανο Τζωρτζάκη, αξιωματικό της πολεμικής Αεροπορίας, τον Κωνστ. Καλλέργη, δικηγόρο, τον Σπύρο Μ. Καστανάκη, ιατρό, τον Στυλιανό Σηφάκη, συμβολαιογράφο, εν γένει όλα τα τραγούδια άλλωστε είναι επώνυμα, βεβαιώνοντας του λόγου το αληθές.
Όσον αφορά την ανωνυμία των δημοτικών τραγουδιών, αυτή κατ’ ουσίαν, όπως σημείωσα πιο πάνω, δεν υπήρξε, προέκυψε πολύ αργότερα, όταν το όνομα ξεχάστηκε.
Και σήμερα πολλοί μελετητές του δημοτικού τραγουδιού πιστεύουν στην ανωνυμία του ως κύριο γνώρισμα, δεν πιστεύουν στη συμμετοχή των λογίων στη δημιουργία του, κάτι τέτοιο το θεωρούν νοθεία. Δεν πειράζει, στη γνώμη των πολλών να υπάρχει και μία διαφορετική. Προς το παρόν σημειώνω, σε μία μόνο φράση, ότι ο παραπάνω δεύτερος ισχυρισμός μου στηρίζεται στην άποψή μου ότι ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε επί αιώνες μεικτός, λαϊκός και λόγιος.
Καθηγητής Μ.Γ. Μερακλής
Πρόεδρος
Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας
– Κλείνοντας τη σημερινή μας συνεργασία, στα αγαπημένα μας “Χανιώτικα Νέα”, σημειώνουμε ότι η παραπάνω μελέτη του κ. Μιχ. Μερακλή, Καθηγητού Πανεπιστημίου, Προέδρου της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, μάς τιμά ιδιαίτερα και ως Τακτικό Εταίρο της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, από το 1962, και ως εργάτη και μελετητή των δημοσιευμάτων που αφορούν στο ιερό Πρόσωπο του αοίδιμου Ιεράρχη Ειρηναίου Γαλανάκη, τα οποία παρουσιάζουμε!
– Εδώ όμως σας αφήνουμε για σήμερα. Ευχές για Υγεία και Καλό Δεκαπενταύγουστο, και τα ξαναλέμε -συν Θεώ- την άλλη βδομάδα. Έως τότε, γεια σας!