Αγαπητοί αναγνώστες,
– Καλημέρα Σας και Καλή Χρονιά με Υγεία!
Πρώτη συνεργασία μας, στ’ αγαπημένα”Χανιώτικα νέα” με το νέο χρόνο 2018 κι η πρώτη μας φράση είναι Θερμές ευχές από καρδιάς, στον ιδρυτή της εφημερίδας μας, αγαπητό κ. Γιάννη Γαρεδάκη και στη σύζυγό του κ. Λίλλη, (που τον παραστέκει μια ζωή) και βέβαια στο υπεράξιο σύνολο του σημερινού επιτελείου της εφημερίδας εκδότη, δ/ντή, επιμελήτρια των εβδομαδιαίων “διαδρομών”, επιτελείο της σύνταξης, των ρεπορτάζ, των αθλητικών, των τακτικών συνεργατών, των διορθωτών, του τεχνικού μας επιτελείου, των σελιδοποιητών, πιεστών, συντακτών κ.λπ. ενός δηλαδή ολόκληρου κόσμου, που εργάζεται άοκνα, νυχθημερόν, από τα γραφεία του εμπορικού κέντρου “Ερμής” της πόλης μας, ως την οδό Καραϊσκάκη και τις εγκαταστάσεις στο Βιομηχανικό Πάρκο. Πόσοι άνθρωποι, πόσος μόχθος, πόσες δαπάνες, για να ’χουμε εμείς το καθημερινό μας φύλλο των “Χανιώτικων νέων” στα χέρια μας, αντικειμενικό, πάντα ενημερωμένο σωστά, πλούσιο!
-Ευλογημένο, λοιπόν, το έργο τους και ευχές ολόθερμες και γκαρδιακές. Να’ χετε Καλή συνέχεια, εις έτη πολλά-πολλά!
***
Και μετά τις επιβεβλημένες κι ολόθερμες ευχές μας, ας ξεκινήσουν οι πνευματικές ειδήσεις, με κατάπρωτη την μεγάλη τιμή για την Κρήτη μας, από τα Χανιά, να πάει στο Μεγάλο Κάστρο, της επάξιας βράβευσης από το Ανώτατο Πνευματικό Ιδρυμα της χώρας μας την Ακαδημία Αθηνών: α) της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ) με Αργυρό Μετάλλιο, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης πενήντα ετών, από την ίδρυσή της και σ’ αναγνώριση της μεγάλης της προσφοράς. Το σημαντικό αυτό “πιστοποιητικό του τεράστιου έργου της ΟΑΚ (μετάλλιο), παρέλαβε ο πρόεδρος του Ιδρύματος σεβασμ. Μητροπολίτης Κισάμου-Σελίνου κ. Αμφιλόχιος, ενώ παρέστη κατά την επίδοση ο γεν. δ/ντής της ΟΑΚ κ. Κ. Ζορμπάς καθώς και φίλοι του Ιδρύματος!
Η αγιασμένη ψυχή του Ιδρυτή αοιδ. Ειρηναίου, θ’ αγάλλεται απ’ εκεί που μας βλέπει και η καρδιά του συνιδρυτή και μια ζωή γενικού δ/ντή κ. Αλεξ. Κ. Παπαδερού, από τη Γωνιά δίπλα, θα χτυπά καταχαρούμενη! Ευχές στους διαδόχους, για τη συνέχιση του θαυμάσιου έργου που επιτελείται στην Ορθόδοξο Ακαδημία μας! Σύντομα θα επανέλθουμε!
Με το Αργυρό, επίσης, μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών, βραβεύτηκε το ίδιο βράδυ, και η Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών (ΕΚΙΜ) για το εθνικής σημασίας επιστημονικό, εκδοτικό και πολιτιστικό έργο της από το 1951 μέχρι σήμερα. Και γι’ αυτό το Ιδρυμα, όλοι γνωρίζουμε την πολύτιμη προσφορά του για τη συστηματική προαγωγή των κρητολογ. μελετών αρχαιολογικών, ιστορικών εθνογραφικών, φιλολογικών κ.λπ τα δε “Κρητικά Χρονικά”, επιστημονική περιοδική τους έκδοση, συνιστούν θησαυρό για τις Κρητολογικές σπουδές!
Συγχαίρουμε τον πρόεδρο της ΕΚΙΜ καθηγητή κ. Αλέξη Καλοκαιρινό, που αξιώθηκε να παραλάβει τη δίκαιη αυτή διάκριση!
***
Κι οι χαρές μας, δόξα τω Θεώ, ας τριαδώσουν, με τα λαογραφικά των Θεοφανείων, παραμονή της μεγάλης εορτής για να τα διαβάσουμε και να τ’ ακούν τα παιδιά κι εγγόνια μας και να νοιώσουν το μεγαλείο της Παράδοσής μας, αυτόν τον ανεκτίμητο πλούτο μας. Λοιπόν:
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
«-Την εορτή των Φώτων, τη λογαριάζουμε για πολύ μεγάλη γιορτή της πίστης μας, και είναι: Για τη μέρα αυτή λέμε: Σήμερα είναι τω Φωτώ, Του Μεγάλου Αγιασμού, τ’ Αγιασμού κ.λπ.
Από την παραμονή, 5 Ιανουαρίου, που τη λέμε “Του μικρού Αγιασμού”, έχομε κάνει τις ανάλογες ετοιμασίες. Η καθαριότητα δική μας και του σπιτιού, η νηστεία κι η αναμονή ώσπου να περάσει ο ιερέας με τον αγιασμό στο συγκλάκι του, και να “μας φωτίσει” κι εμάς και το σπίτι μας και το μαγατζέ μας και το στάβλο με τα ζωντανά.
Σε πολλά χωριά μας, οι γεωργοί αφήνουν χάμω στη στράτα, άπ’ όπου θα περάσει ο παπάς με τον αγιασμό, κλήματα αμπελιού, για να τα δρασκελίσει. Πιστεύουν πώς τ’ αμπέλι των, θα ’χει την ευλογία του Θεού και η προκοπή και η καρποφορία του, θα είναι πλούσια.
Σ’ άλλα χωριά βράζουν τα φωτοπάπουδα, δηλαδή διάφορα όσπρια και τα τρώνε, έτσι χωρίς λάδι, γιατί νηστεύουν από σήμερα το πρωί μέχρι αύριο για να πιούνε αγιασμό.
Από τα φωτοπάπουδα, που είπαμε πιο πάνω, βάζουν και στο παχνί των βοδιών. Κι εκείνα, ευχαριστημένα αφού αξιωθήκανε να φάνε «από τον κόπο τους» ακούμε να συνομιλούν το βράδι και να ευχαριστούν τον Θεό!
Ρίχνουν, σ’ άλλα χωριά, φωτοπάπουδα, στα δώματα, στις σκεπές δηλ. τις χωμάτινες των σπιτιών για «τα πετεινά του Ουρανού» καθώς λένε!
Το βράδι της παραμονής του Μεγάλου Αγιασμού αδειάζουν τα λαγήνια του σπιτιού γιατί πρέπει να βάλουν αύριο, νέο αγιασμένο νερό από τη βρύση του χωριού.
Ας παρακολουθήσομεν όμως κάποιες γερόντισσες, που συζητούν κι αναθυμούνται τα περασμένα τους, για τη σημερινή τη μέρα.
«Εμείς παραμονές τ’ Αγιασμού, στο χωριό μας, καθαρίζαμε τα σπίθια και τσ’ αυλές, λουζόμασταν κι αλλάζαμε και περιμέναμε τον παπά «να φωτίσει».
Οντεν ήρχουντονε, εφιλούσαμε το Σταύρο, μας εφώτιζε και του ρίχναμε στο συγκλάκι το εικοσιάρι μας. Στσοι σακκουλιέρηδες εδούδαμε: Λάδι, στάρι, καρύδια, αμύγδαλα, κι ότι άλλο είχε το σπίτι μας, κι εκερνούσαμε ένα απιδόκουπο με μια ρακή τσοι βοηθούς.
Κι εκείνοι φεύγοντας επετούσανε απού τα μαζωμένα μια χουφτιά εις τσ’ όρθες μας «για να κλωσίσουν», όπως ελέγαμε»…
(Πληρ. Ευαγγελία Γ. Κοντάκη, Αρχοντικό Σελίνου).
«Κι εμείς συμπεθέρα, στου Καμπανού, άλλοτες, επεριμέναμε απού ώρες τον παπά νάρθει (γιατί έπαιρνε με τη σειρά τσι γειτονιές και τα σπίθια) για να φιλήσουμε το σταυρό.
Στο συγκλάκι του εβάναμε ό,τι είχαμε δεκάρικο, εικοσιάρικο. Εσερνε και σακκουλιέρηδες: Ο σακκουλιέρης του λαδιού, του σταριού, των οπωρικώ. Κι εμείς των εδούδαμε ένα κάρτο λάδι, μια λεκανιδέ στάρι χάσικο, αμύγδαλα και καρύδια, κι όσοι είχανε κάστανα.
Τούτα να δα, γινότανε πριν απού τον πόλεμο που πήγανε οι γι’ άντρες μας στην Αλβανία. Τόσοι ‘να χρονοι…»
(Πληρ. Αναστασία Α. Αποστολάκη, Καμπανός Σελίνου)
«Στο σπίτι μας εψήναμε τα φωτοπάπουδα. Εβάναμε στο ντεντσεράκι ροβύθια, φακή, φασόλια μαυροματάκια, μαναρόλια, ψαρές, στάρι κι ούλα μαζί τα βράζαμε, παραμονή του Μεγάλου Αγιασμού. .
Απής τ’ ανασέρναμε απού το ντεντσεράκι, τα θυμιάζαμε στη λεκανίδα κι ύστερα πηγαίναμε μερικά στσι ματζιαδούρες για τα βούγια, στα καλάθια για τα οζά κι όξω στσ’ όρθες και στ’ άλλα έχνη (=ζωντανά).
Εγαέρναμε ύστερα στο μαγερειό μας, κι εκαθαρίζαμε και τρώγαμε κι εμείς απού τα ίδια, κι επίναμε μιαν κρασιά για τη νηστεία, τ’ Αγιασμού.
Τα φωτοπάπσυδα τα λέμε και πολύλογο μαγέρεμα ή πολύλογα, γιατί γίνουνται απ’ ότι τρώμε.
Επετούσαμε και στα δώματα του σπιθιού για τα πουλιά.
Εγροίκουνα τη λάλη μου, τη συγωρεμένη, απού μας ήλεγε πώς όποιος ανήμενε στην πάχνη στο κατώι, εγροίκα απού μιλούσανε τα βούγια αναμεταξύ τωνε, όντεν ετρώγανε τα φωτοπάπουδα…».
(Πληρ. Βασιλ. Κατσανεβάκη, Αρχοντικό Σελίνου).
Την ίδια ώρα που συζητούν τα περασμένα τους οι γερόντισσες, φτάνουν τα πρώτα παιδιά για τα «Φωτοκάλαντα». Ας τα παρακολουθήσουμε:
«Σήμερα είναι τω Φωτώ, π’ αγιάζουν οι παπάδες,
και μες στα σπίθια μπαίνουνε, και λεν τον Ιορδάνη,
Κι ο Ιωάννης Βαφτιστής επέρασεν και είπε:
Χαρίσετε μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, vα πιω νερά δροσάτο,
να θέσω ν’αποκοιμηθώ, σε μια σπηλιά αποκάτω.
Να πέφτουν μήλα πάνω μου, και ρόδα στην ποδιά μου,
και τα χρυσά τριαντάφυλλα, εις τα προσκέφαλά μου.
Ανήφορος, κατήφορος, στα τρία πηγαδάκια,
κάθουνται τρεις μελαχροινές με τα σγουρά μαλλάκια.
Η μια κεντά τον Ουρανό, κι η γ’ άλλη το φεγγάρι,
κι η τρίτη η καλύτερη κεντά τον Αϊ Γιάννη!».
Το πρωί του Μεγάλου Αγιασμού, εκκλησιάζονται παντού όλοι, γιατί δεν πρέπει να λείπουν από τη Βάφτιση του Χριστού, αλλά και για να πιουν αγιασμό, που το ’χουν σε καλό, κι ακόμη να πάρουν σ’ ένα πεντακάθαρο ποτήρι, για το σπίτι. Τον μεταφέρει ο νοικοκύρης του σπιτιού και του ανάβουν αμέσως καντήλι, όπου θα τον τοποθετήσουν.
Από τον αγιασμό αυτό, θα ραντίσουν «τα τέσσερα καντούνια του σπιτιού, για να ξορκιστεί το κακό», και με τον υπόλοιπο, θα γεμίσουν καθαρά γουβαδάκια (συγκλάκια) με συμπλήρωμα νερού, όπως τα μεγάλα παιδιά πηγαίνουν και «φωτίζουν» τ’ αμπέλι, το λιόφυτο, τα σπαρτά, τα δεντρά, τα κουκιά κ.λπ.
«Εμάς στο χωριό μας, εφέρνανε οι γι άντρες μας τον αγιασμό άπ’ όποιο χωριό ελουτούργα ο παπάς, τ Αγιασμού, κι επειδή ήτανε μεσημέρι να φτάξουν, γιατί κι αλάργο ήτονε κι γι’ ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού μεγάλη είναι, κι είχανε φάει ωστόσο τα παιδιά, τον εφυλάγανε τον αγιασμό, κάτω από τα κσνίσματα με αναμμένο καντήλι ως την αλλη μέρα το πρωί, που τον επίναμε νηστικοί, αφού τον εθυμιάζαμε.
Υστερα εφεύγαμε κι εφωτίζαμε τα σπαρτά μας, ώστε να μας τελειώσει ο αγιασμός που μας είχανε βάλει οι μεγάλοι στα συγκλάκια».
Αν το χωριό ή η πόλη είναι παραθαλάσσια ή έχει ποταμό, τότες, νεαροί καλυμπητές πέφτουν στα νερά, για να πιάσουν το Σταυρό, όταν τον ρίξει ο παπάς.
Σε πολλά μέρη, τον περιφέρουν στα σπίτια, σαν νικητές, προσκυνούν οι νοικοκυραίοι κι όσοι τυχαίνουν και κερνούν τον νικητή βουτηχτή.
Είναι καλό, λένε, οι θαλασσινοί μας, να πιάσεις το Σταυρό κι η πίστη και το θάρρος των, νικούν της θάλασσας την παγωνιά.
Σήμερα, επίσης, μικροί και μεγάλοι, γυρίζουν στις γιορτές δικών και φίλων. Στου Φώτη, στου Φάνη, στου Θεοφάνη, στου Ιορδάνη, στης Φωτεινής…
Κι αν είπαμε και μικροί, είναι γιατί από χθές, του μικρού αγιασμού, «εφύγανε πια οι κατσικαντήλιδες απού τον κόσμο» γιατί ήρθεν ο παπάς με την αγιαστούρα του και τσ’ απόδιωξεν.
Κι ως του χρόνου, τούτα «τα μιαρά», οι καλικάτζαροι, θα ναι στ’ απόβαθα τση γης και θα πριγιονίζουν, μα το ίδιο τονε κάνει. Κάθε χρόνο κι η πίστη μας με τη δύναμη του Σταυρού, θ’ αποδιώχνει το κακό από τη Γή των Πατέρων μας και θα μας προφυλάσσει από τις ενέργειές τους!
***
Αυτά είναι λίγα από τα λαογραφικά θησαυρίσματα του τόπου μας, για το Δωδεκαήμερο, τσι «σκολάδες» όπως τις λέμε.
Μ’ αυτήν την πατροπαράδοτη κληρονομιά την ανεκτίμητη μεγαλώσαμεν εμείς, μ’ αυτήν δυναμώσαμε και την πίστη μας, μ’ αυτήν αισθανθήκαμε το μεγαλείο της ζωής των Πατέρων μας, μ’ αυτήν γαλουχήσαμεν κι εμείς τα παιδιά μας!
Κι ας μη μας διαφεύγει πώς: Οσο ξεκόβει ο σημερινός άνθρωπος από την Παράδοσή του, τόσον αξεδίψαστος και φτωχός θα μένει.
Κι όσο τ’ αγιασμένα νερά των Φώτων, θα τα θαρρεί παγωμένα, τόσο θα ναι μακριά από τις πηγές τις αιώνιες!…»
Αγαπητοί μου αναγνώστες, φτάσαμε και σήμερα -συν Θεώ- στο τέλος.
Από την άλλη εβδομάδα, περιμένουν: Ημερολόγια, Βιβλία, ενδιαφέροντα και περιοδ. εκδόσεις, την παρουσίασή τους. Αναμείνετε λοιπόν και τα λέμε!