Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Πνευματικά και καλλιτεχνικά γεγονότα του τόπου μας

Για το θεοδηγούμενο Ποιμαντικό, και το θεόπνευστο συγγραφικό έργο, του Μακαριστού Ιεράρχη Ειρηναίου Γ. Γαλανάκη, των χρόνων: 1937-2013, ο λόγος
(Μέρος Η’)

Αγαπητοί μας αναγνώστες,
μετά την παρουσίαση, από τη φιλόξενη αυτή θέση, του όντως θεόπνευστου συγγραφικού έργου, του Μακαριστού μας Ιεράρχη Ειρηναίου Γ. Γαλανάκη, του Αγίου, χρέος της έρευνάς μας, θεωρήσαμε: Να συμπεριληφθεί στην παρούσα εργασία μας, μαζί με το συγγραφικό, και το όντως απέραντο θεοδηγούμενο Ποιμαντικό έργο Του, κατά την ίδια περίοδο 1937 – 2013.
Αναφερόμαστε συγκεκριμένα στα σχετικά περιεχόμενα, μελετήματα, καταγραφές, κ.λπ. που έγιναν από πολλούς και σημαντικούς μελετητές και φορείς, πάνω στο έργο του Μακαριστού Ιεράρχη μας Ειρηναίου Γ., κατά καιρούς, καθώς και από συνεργάτες του, μια ζωή. Eτσι, και μόνον έτσι, εξηγείται πως προέσκυψε το περιεχόμενο τόσων αφιερωματικών τόμων και τευχών, παρουσίασης, μελέτης και αξιολόγησης του τεράστιου όντως έργου του Μακαριστού Ιεράρχη μας!
Η παρουσίαση των αφιερωματικών αυτών τόμων και τευχών, θα ακολουθήσει την χρονολογία έκδοσής των.
Eτσι αρχίζομε:
Πρώτη η Ιστορική, Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία (ΙΛΑΕΚ) Κρήτης, έδρα: Χανιά, τον Μάρτιο του 1993, γιόρτασε τον Ιεράρχη Ειρηναίο Γαλανάκη, «τον Σεπτό Ιεράρχη, Κοινωνικό Αναμορφωτή, Aνθρωπο της Ειρήνης και της Προόδου, στα Χανιά!» στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου Χανίων: “Ο Χρυσόστομος”, το εσπέρας της 18ης Δεκεμβρίου 1991, με πολυπληθές εκλεκτό ακροατήριο.
Τα λεχθέντα κατά την τιμητική εκείνη εκδήλωση, απετέλεσαν το έργο: “Η ΚΡΗΤΗ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΤΟΝ ΙΕΡΑΡΧΗ ΕΙΡΗΝΑΙΟ Γ.”, πολύτιμο τεύχος, 8ου σχήματος, 52 σελίδων, του οποίου μάλιστα τη δαπάνη της έκδοσης, κάλυψεν εξ ολοκλήρου, ο συμπολίτης μας γιατρός και διακεκριμένος Ανθρωπος και Επιστήμονας, κ. Σήφης Χαρτζουλάκης, μέλος του Δ.Σ. της ΙΛΑΕΚ, τότε.
Πρόεδρος της ΙΛΑΕΚ ο δραστήριος φιλόλογος, φίλος μας ο κ. Κώστας Μουτζούρης, ο οποίος τόνισε, προλογίζοντας την εκδήλωση, ότι: «Ο Σεβασμιότατος Ειρηναίος είναι ιδρυτικό μέλος της ΙΛΑΕΚ και τον τιμάμε σήμερα, για το πλούσιο, πολύπλευρο, μοναδικό και αξιοθαύμαστο έργο Του, έργο της Εκκλησίας, της Προόδου και της Ειρήνης!»
Ακολούθησαν οι ομιλίες:
ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΗΣ, “Γιατί τιμάμε τον Ιεράρχη Ειρηναίο Γαλανάκη”.
ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟΣ ΚΥΔΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΟΡΩΝΟΥ κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ, “Ο Ειρηναίος Γαλανάκης ως δάσκαλος”.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΕΡΟΣ, “Ο Ειρηναίος Γαλανάκης και η Ορθόδοξος Ακαδημία Κρήτης – Η αρχιερατεία του Ειρηναίου Γαλανάκη στη Γερμανία”.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΕΖΟΝΙΑΡΑΚΗΣ, “Ο γραπτός λόγος του Ειρηναίου Γαλανάκη”.
ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟΣ ΚΙΣΑΜΟΥ ΚΑΙ ΣΕΛΙΝΟΥ κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ ΓΑΛΑΝΑΚΗΣ, Ο “ΙΠΠΟΤΗΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ”, Αντιφώνηση.
Και οι εισηγήσεις – ομιλίες, των ως ανωτέρω εισηγητών και η απονομή εκ μέρους του Δ.Σ. της ΙΛΑΕΚ αναμνηστικής πλακέτας στον απόψε τιμώμενο Ιεράρχη Ειρηναίο Γαλανάκη, εντυπωσίασαν και κατενθουσίασαν το πολυπληθές ακροατήριο, στο σύνολό του!
Η αντιφώνηση, πάντως, του τιμώμενου, όχι απλά κατασυγκίνησε το ακροατήριο αλλά το συνεπήρε ολόψυχα.
Ένα ελάχιστο τμήμα του, σας παραθέτουμε, δώρο πολύτιμο, ώσπου να βρείτε το ως άνω βιβλίο της ΙΛΑΕΚ. Είπε, ανάμεσα, στ’ άλλα:
«…Οι κοινωνικές συνθήκες και οι προϋποθέσεις της παιδικής μου ηλικίας ήταν να γίνω ένας χωρικός: γεωργός ή ποιμένας (βοσκός), κατά την παράδοση των προγόνων μου, αν και στα παιδικά μου όνειρα υπήρχαν και υψηλότεροι οραματισμοί.
Αλλά το φθινόπωρο του 1927 η ζωή μου πήρε ένα άλλο δρόμο. Με προτροπή των Γονέων μου, με το ενδεικτικό της Β’ Γυμνασίου και ύστερα από εξετάσεις, γράφτηκα στο ονομαστό Ιεροδιδασκαλείο Κρήτης (στην Αγ. Τριάδα Ακρωτηρίου), που ήταν τότε το ανώτατο πνευματικό Ίδρυμα της Κρήτης, ιδρυμένο το 1892 με Διαθήκη και οικονομική χορηγία του τότε Επισκόπου Κισάμου και Σελίνου αοιδίμου Γερασίμου Στρατηγάκη, για τη μόρφωση των Δασκάλων και Ιερέων της Κρήτης.
Θυμούμαι ακόμη ζωηρά πως, την παραμονή των εξετάσεων, (Σεπτέμβριος 1927), την ώρα του Εσπερινού, γοητευμένος από την κατάνυξη και τη μεγαλοπρέπεια του Ναού της Αγίας Τριάδας, μου ‘ρθε ξαφνικά -σαν έκσταση- η έμπνευση να κάμω τούτη τη συγκλονιστική υπόσχεση: “Θεέ μου να μ’ αξιώσεις να εισαχθώ στη Σχολή του Μοναστηριού αυτού και να γίνω Μοναχός του”. Πολλές φορές αργότερα και μέχρι σήμερα, προσπάθησα να εξηγήσω αυτή την απροσδόκητη υπόσχεση, που έκανα κείνη την ώρα και δεν μπόρεσα να την εξηγήσω. Σίγουρα ήταν ένα “σημείο” από κείνα με τα οποία ο Θεός επεμβαίνει συχνά και σημαδεύει τη ζωή μας. Ωστόσο μπήκα στη Σχολή, τα μαθήματα άρχισαν, κι η εφηβεία μου προχώρησε μ’ όλα τα ανθρώπινα όνειρά της. Κι όσες φορές ερχόταν στη σκέψη μου η δοσμένη υπόσχεση, “το τάξιμο μου” (όπως το ‘γραψα αργότερα), σκεπτόμουν πως ήταν μια επιπόλαιη υπόσχεση, που ο Θεός δε θα την λογάριαζε στα σοβαρά.
Η ζωή όμως στο ήρεμο και σιωπηλό εκείνο Μοναστηριακό περιβάλλον, τα Θεολογικά Μαθήματα του Ιεροδιδασκαλείου, οι νυχτερινές κατανυχτικές ακολουθίες στο μεγάλο Ναό, οι μορφές των μοναχών, αγγίζανε βαθιά την εφηβική ψυχή μου και ετοιμάζανε σιγά – σιγά τους κατοπινούς δρόμους της ζωής μου…
Οπωσδήποτε στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας συναντήθηκα με το Θεό και συνδέθηκα μαζί Του με κείνη την “αγαπητική σχέση”, που λένε οι Πατέρες και οι Αγιοι της Εκκλησίας μας. Τον Οκτώβριο του 1932, ύστερα από εξετάσεις πάλι, γράφτηκα στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ήμουν χαρούμενος, γιατί συνέχιζα τις σπουδές μου. Αλλά ένα βραδινό, φεύγοντας από κάποιο μάθημα στα προπύλαια του Πανεπιστημίου συνάντησα το φιλόλογο Καθηγητή μου στην Εκκλησιαστική Σχολή (μακαριστό τώρα Δριτσάκο), ένα καλό Νεοελληνιστή Φιλόλογο, ο οποίος σχεδόν με επίπληξε γιατί πήγα στη Θεολογία: “Εκεί που πήγες θα χαθείς, μου είπε. Έπρεπε να πας στη Φιλοσοφική Σχολή”. Ο καθηγητής μου έλεγε πως έγραφα καλές εκθέσεις και με ήθελε Φιλόλογο.
Τα λόγια του Καθηγητή μου με σκότισαν λίγο. Τι είναι δηλαδή οι Θεολογικές σπουδές; Μήπως πήρα λάθος δρόμο; Μ’ αυτό το περιστατικό και μ’ άλλα, που θα πω σε λίγο, άρχισα να επισημαίνω ένα μεγάλο και σημαντικό πρόβλημα – θέμα στην πατρίδα μας την Ελλάδα. Το θέμα: Ελληνική Διανόηση και Χριστιανική Πίστη. Ελληνική Διανόηση και Εκκλησία, που ήταν και παραμένει, κατά τη γνώμη μας, μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα του Νέου Ελληνισμού μέχρι σήμερο.
Τα 4 – 5 χρόνια των Θεολογικών Σπουδών πέρασαν με την άσβεστη δίψα της μάθησης και της γνώσης, που κατατρώγει συχνά τους νέους ανθρώπους. Και παράλληλα η εργασία μου για να σπουδάσω (4 – 6 ώρες την ημέρα), έφερναν το “τάξιμο μου” στο περιθώριο. Αλλά στο τελευταίο έτος των σπουδών μου και όταν έπαιρνα το πτυχίο της Θεολογίας, (Απρίλιος 1937), η απόφασή μου για την ιερωσύνη είχε ωριμάσει αρκετά. Ωστόσο μια υποτροφία μου για σπουδές στη Γερμανία, που δεν έγιναν γιατί ήλθε ωστόσο ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι περιπέτειες του πολέμου αυτού και άλλα, καθυστέρησαν το “τάξιμο μου”. Ετσι το Σεπτέμβριο του 1946 (ύστερα δηλ. από 20 περίπου χρόνια) γράφτηκα Μοναχός στην Αγ. Τριάδα και χειροτονήθηκα Διάκονος και Ιερέας, Ιερομόναχος. Πόσα εμπόδια, πόσες αναβολές, πόσες αμφιταλαντεύσεις πέρασα στα χρόνια αυτά, τις γνωρίζει ο Θεός.
Μετά την χειροτονία μου στις 7 Οκτωβρίου 1946 κατέβηκα στα Χανιά και συνέχισα τα Μαθήματά μου (Θρησκευτικά – Νέα Ελληνικά) στο Α’ Γυμνάσιο Αρρένων, που είχα ήδη εργασθεί ενωρίτερα, από το 1943. Και εδώ πάλι είχα νέους προβληματισμούς με την Ελληνική Διανόηση.
Στα σχολεία Αλικιανού – Χανίων είχα εργασθεί περίπου 8 χρόνια ως λαϊκός Καθηγητής. Είχα γνωρισθεί με τον εκπαιδευτικό κόσμο και οι σχέσεις μου με τους συναδέλφους καθηγητές ήταν πολύ καλές. Τους τιμούσα και με τιμούσαν. Αλλά όταν με είδαν με το ράσο οι συνάδελφοι του πρώτου Γυμνασίου, άλλοι σοβαρά κι άλλοι αστεία, μου είπαν ότι είχα κάνει κάποιο λάθος. Ο Γυμνασιάρχης, μακαριστός τώρα Σ. Ξυδάκης με πέρασε στο Γραφείο του και μου είπε δήθεν φιλικά: “Τώρα που είναι νωρίς ακόμα βγάλε το ράσο…”
Δεν μπορώ να πω ότι με κλονίσανε αυτές οι κριτικές των συναδέλφων, ξανάφεραν όμως ζωηρά στη ψυχή μου το πρόβλημα που είπα προηγουμένως: Εκκλησία και Διανόηση στην Ελλάδα. Γιατί, σκεπτόμουνα, οι μορφωμένοι άνθρωποι της χώρας μου να έχουν τόσο μεγάλη “προκατάληψη” εναντίον του θεσμού και των προσώπων της Εκκλησίας μας; Ομως δεν έλειψαν και τα ενθαρρυντικά σχόλια και οι ευχές πολλών φίλων και γνωστών για το ιερατικό μου στάδιο: “Να ευδοκιμήσεις… να τιμήσεις το ράσο, να φανείς Άξιος”. Κι ανάμεσα σ’ αυτές τις ενθαρρυντικές ευχές ήρθε ύστερα, (νομίζω κατά τα μέσα Νοεμβρίου 1946), ένα γράμμα του Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου – πολύ σεβαστού και αγαπημένου δασκάλου, του Νικολάου Λούβαρη. Το γράμμα αυτό συνέχαιρε την γενναία απόφαση μου να γίνω Ιερομόναχος δηλαδή «Ιππότης του Σταυρού…»
Μ’ αυτή την ωραία φράση ο αλησμόνητος εκείνος Δάσκαλος και πνευματικός άνθρωπος έδινε βάθος και τιμή στο ταπεινό καλογερικό μου ράσο. Πόσο πρέπει να ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους που πάνε σε δύσκολα ηρωικά έργα.
“Ιππότης του Σταυρού”.
Μου άρεσε αυτός ο χαρακτηρισμός, που ο αλησμόνητος δάσκαλος έδινε στην αφιέρωσή μου. Θυμήθηκα τους ιππότες των Μεσαιωνικών χρόνων, που ήταν γενναίοι και τίμιοι αγωνιστές “υπερασπιστές της χριστιανικής πίστης, των φτωχών και των αδυνάτων…”. Θυμήθηκα τους Ιππότες στο “Πάρσιφαλ” στα έργα του Vagner. Θυμήθηκα τα λόγια του Ίψεν στο ωραίο του έργο Μπραντ: “Αρματώσου ψυχή μου και σύρε να σώσεις τους ραγιάδες του Ουρανού…”. Τα ίδια λόγια είχε πει παλιότερα ένας μεγάλος ιππότης και προφήτης του Θεού, ο προφήτης Ησαΐας: “Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν καί τυφλοίς ανάβλεψιν… Κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν” (Ησ. 61,1-2).
Αλλά ο Ιππότης του Σταυρού έπρεπε να φορέσει την αρματωσιά του, την πανοπλία του Θεού, όπως την ονομάζει ένας μεγάλος Ιππότης – αγωνιστής του Σταυρού, ο Απ. Παύλος: “ενδύσασθε την πανοπλία του Θεού, τον θυρεόν της πίστεως. Τον θώρακα της Δικαιοσύνης. Την περικεφαλαίαν της σωτηρίας. Την Μαχαίραν του πνεύματος, ο εστί ρήμα Θεού” (Β’ Κορινθ. 6,7). Την πανοπλία του Θεού όπως την ονομάζει ο Χριστός “Λάβετε πνεύμα άγιον – πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα Έθνη… Βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν”. (Ματθ. 28 19 -20).
Και επορεύθη ο ταπεινός Ιππότης του Σταυρού. Πού επορεύθη όμως; Πού πήγε;
Τότε που ξεκίνησα το φθινόπωρο του 1946, πέρα από το λειτουργικό μου έργο, δε μπορώ να πω πως είχα ξεκαθαρισμένο το πρόγραμμα της ιεραποστολής μου. Σιγά – σιγά όμως με τον καιρό, με τις ανάγκες των περιστάσεων και με τη χάρη του Θεού ξεχώρισαν οι δρόμοι και οι στόχοι της πορείας μου. Και τώρα αργά πλειά στο τέρμα της πορείας μου θα μπορούσα να πω: ότι τρεις ήταν οι δρόμοι, τρία ήταν τα μέτωπα των προσπαθειών και των πνευματικών μου αγώνων:
– Η χριστιανική παιδεία
– Η Κοινωνική Διακονία
– Ο Ευρύτερος Διεκκλησιαστικός (Οικουμενικός) Διάλογος και η Ειρήνη…».
Εδώ όμως τελειώσαμε για σήμερα. Την επόμενη βδομάδα άλλος αφιερωματικός τόμος θα μας απασχολήσει! Αναμείνατε, λοιπόν!


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα