Αγαπητοί μας αναγνώστες, Καλημέρα σας!
Η τρέχουσα βδομάδα που λήγει -συν Θεώ- αύριο Σάββατο (10/10), είναι βαρύτιμη και ως προς το Εορτολόγιό της. Ξεκίνησε τη Δευτέρα (5/10), με τη γιορτή του Ιερομάρτυρα Ερμογένη του Θαυματουργού, της Κύπρου, προχώρησε την Τρίτη (6/10) με τη γιορτή του Αποστόλου Θωμά, συνέχισε την Τετάρτη (7/10) με τις τοπικές μας εορτές Ιωάννη του Ερημίτη, “του εν Κρήτη” και των συν αυτώ 98 Πατέρων, γιορτή για το νομό μας, ιδιαίτερα μεγάλη. Γιορτάζει το Σέλινο στον Αζωγυρέ, λίγο πιο πάνω από την Παλαιόχωρα, πάντα με αρχιερατική θ. Λειτουργία, γιορτάζει η Ι. Μ. Γουβερνέτου με το σπήλαιο στην κατηφοριά, όπου ξεψύχησε ο άγιος Ιωάννης ο Ερημίτης, χτυπημένος, από λάθος, από κυνηγό.
Όμως σ’ αυτό το σημείο, αφού ευχαριστήσουμε τον ιδιαίτερα αγαπητό συνάδελφο κ. Λεωνίδα Βεγλιρή, για το επίκαιρο, θαυμάσιο κείμενό του, στα “Χανιώτικα νέα” της 6/10 σελ. 37 με τίτλο: «Στα βήματα ενός Αγίου», θα συνεχίσουμε με τις σελίδες που αναφέρονται στην παρούσα εορτή: «Ιωάννου του Ερημίτη και των συν αυτώ -98 – θεοφόρων Πατέρων», στο θαυμάσιο έργο Ευάγγελου Π. Λέκκα, με τον τίτλο: «Γνωριμία με τους Αγίους της Κρήτης» (έκδοση Σαΐτης, Αθήνα 2013, σχ. 8ο, σελ. 128 + πλούσια εικονογράφηση) αφού σας προτείνουμε την απόκτησή του. Ο συγγραφέας του έργου κ. Λέκκας, εκλεκτός θεολόγος και τ. Δ/ντής της Αποστολικής Διακονίας (Αθήνα) έχει κάνει έργο πολύτιμο και για μας ιδιαίτερα του Κρητικούς, μας έχει προσφέρει ένα απαραίτητο για τη βιβλιοθήκη μας, απόκτημα.
Και τώρα στο πολύτιμο παράθεμα για τον εορτάζοντα “Όσιο Ιωάννη τον Ερημίτη και τους συν αυτώ 98 Θεοφόρους Πατέρες”:
«Ιδιαίτερα συναρπαστικός και διδακτικός είναι ο βίος και η τελείωση των 98 θεοφόρων πατέρων, οι οποίοι με εξάρχοντα αυτών τον όσιο Ιωάννη τον Ερημίτη άγιασαν την κρητική γη και εξακολουθούν να αποτελούν την εν Χριστώ καύχησή της. Ιδού πώς, σε ελεύθερη απόδοσή μας, περιγράφει τα κατ’ αυτούς ο Συναξαριστής: Ο όσιος Ιωάννης γεννήθηκε στην καρποφόρο και αγιοτόκο Αίγυπτο. Μαζί με άλλους 36 μοναχούς πήγε στην Κύπρο και με ζήλο όλοι μαζί, εκτός από την προσωπική τους άσκηση, έσπειραν το σπόρο της αλήθειας του Χριστού. Σύντομα η αγία βιοτή και η ευαγγελική τους δράση διαδόθηκε στο νησί και πολλοί χριστιανοί έσπευδαν στον τόπο της άσκησής τους για να ωφεληθούν πνευματικά. Η φήμη έφτασε και σ’ έναν άλλο τόπο της Κύπρου όπου ασκούνταν διασκορπισμένοι 39 άλλοι μοναχοί, φίλοι της έρημου. Συνεννοήθηκαν μεταξύ τους και αποφάσισαν να ενωθούν με τους προηγούμενους, ώστε να βρίσκονται κάτω από την καθοδήγηση του οσίου Ιωάννη. Επειδή όμως όλο και αυξανόταν ο αριθμός των χριστιανών που τους επισκέπτονταν, όλοι μαζί, οι 75 πλέον, άφησαν την Κύπρο και αναζητώντας πιο ήσυχο μέρος πέρασαν απέναντι στην Αττάλεια. Και εκεί βρήκαν άλλους 24 μοναχούς, οι οποίοι ενώθηκαν μαζί τους και απετέλεσαν πλέον μία χορεία 99 ερημιτών. Κι ας μη θαυμάσει κανείς, γράφει ο Συναξαριστής, ότι δεν ήταν εκατό, “διότι είχον τον Χριστόν διά κεφαλήν, ώστε μετ’ αυτού συνηριθμίζοντο εις εκατόν”.
Πλην όμως η επιθυμητή ησυχία και μόνωση ούτε στην Αττάλεια εξασφαλίσθηκε. Παρακαλούσαν λοιπόν τον Θεό να τους οδηγήσει κάπου που να μην είναι εύκολη ή πρόσβαση των επισκεπτών και να μη τους επαινούν για τις αρετές τους. Και ο Κύριος εισάκουσε το αίτημά τους. Τους οδήγησε στην Κρήτη. Όταν πλησίαζαν στη μεγαλόνησο έτυχε να είναι αντίθετος ο άνεμος και το πλοιάριο τους δεν κατάφερε να προσαράξει. Γι’ αυτό αναγκάστηκαν να σταθμεύσουν στο νησί Γαύδος, όπου παρέμειναν επί 24 ημέρες, και μετά από θερμή προσευχή διαπεραιώθηκαν στην Κρήτη. Τότε συνέβη και το έξης θαυμαστό γεγονός στον όσιο Ιωάννη τον Ερημίτη: Ενώ όλοι οι πατέρες είχαν επιβιβαστεί στο πλοιάριο, εκείνος, χωρίς να τον αντιληφθούν, διότι “τον εσκέπασεν οικονομικώς ο Θεός”, σαν άλλος Μωυσής, χτύπησε με το ραβδί του τη θάλασσα σταυροειδώς. Τα νερά γαλήνεψαν, ύστερα άπλωσε το μισό ράσο του στη θάλασσα, πάτησε πάνω σ’ αυτό και χρησιμοποιώντας το άλλο μισό ως άρμενο, το δε ραβδί του ως κατάρτι, διέπλευσε το πέλαγος και βγήκε στη στεριά της μεγαλονήσου.
Εκεί συνάντησε τους 98 θεοφόρους πατέρες και όλοι μαζί έψαλλαν: “Τω συνδέσμω της αγάπης συνδεόμενοι οι ανάξιοι, τω Δεσπότη των όλων εαυτούς τω Χριστώ ανεθέμεθα, ευαγγελιζόμενοι πάσιν ειρήνην”. Στη συνέχεια πήγαν και εγκαταστάθηκαν στο σπήλαιο της μεγάλης πέτρας του Χάρακα, κοντά στο χωριό Αζωγυρέ του Σελίνου. Επειδή όμως το σπήλαιο δεν επαρκούσε, μία ομάδα 36 μοναχών πέρασε αντίπερα του ποταμού σε άλλο σπήλαιο. Ο δε Ιωάννης ως ερημίτης στο έπακρο, αφού ζήτησε ευχή και συγχώρηση από όλους τους αδελφούς, τους ασπάσθηκε και ανεχώρησε σε πλέον δύσβατο και απομονωμένο σημείο της περιοχής, για να έχει απόλυτη και αδιατάρακτη ησυχία. Βρήκε το σπήλαιο του Γδερνέτου, στο ακρωτήρι της Κυδωνίας, και έζησε σ’ αυτό μέχρι τέλους. Πριν όμως διαχωριστούν οι μοναχοί, συμπροσευχήθηκαν μ’ αυτά τα λόγια: “Αξίωσον ημάς, Δέσποτα των απάντων, την ημέραν καθ’ ην η χάρις σου οικονομήσει να πλήρωση ο εις εξ ημών το τέλος της παρούσης ζωής, τη αυτή ημέρα να δώσω μεν το κοινόν χρέος της μεταστάσεως πάντες και σύναξον ημάς συν αύτω εις την ουράνιον Βασιλείαν σου. Αμήν”.
Το αίτημα τής προσευχής τους επρόκειτο να εισακουσθεί εκ μέρους του Θεού. Και ιδού πώς:
Ο όσιος Ιωάννης ζούσε στο σπήλαιο του Γδερνέτου τρώγοντας άγρια χόρτα και καρπούς της γης που συνέλεγε στη γύρω περιοχή, ενώ νυχθημερόν πότιζε τους βράχους του καταλύματός του με τα δάκρυα της προσευχής και τον ιδρώτα της ασκήσεως. Μια μέρα που είχε βγει για να βρει την στοιχειώδη τροφή του, ένας βοσκός, καλός κυνηγός τον πέρασε από μακριά για άγριο ζώο. Τον σημάδεψε με το τόξο του και το βέλος που έφυγε με δύναμη, πέτυχε τον όσιο στην καρδιά. Ο ασκητής παρεκάλεσε τον Θεό να του δώσει δύναμη να φτάσει ως το σπήλαιο ζωντανός. Ο κυνηγός πάλι, ακολουθώντας τις σταγόνες του αίματος οδηγήθηκε στο σπήλαιο και αντίκρισε τον άγιο ερημίτη ζωντανό ακόμα, με το βέλος στην καρδιά και τα χέρια σταυρωμένα σε στάση προσευχής. Συγκλονισμένος, έπεσε στα γόνατα και κλαίγοντας ζητούσε συγγνώμη. Και ο όσιος Ιωάννης, με μόλις ακουόμενη αλλά ήρεμη φωνή του είπε: “Ο Θεός ο άγιος, τέκνον μου, όστις αγαπά την σωτηρία, των ανθρώπων, να σου δώσει μετάνοιαν, να σου συγχωρήσει το αμάρτημα… και να σε αξιώσει της αυτού Βασιλείας. Αμήν”. Έτσι παρέδωσε την ψυχή του!
Στο μεταξύ, κατά την συναξαριακή παράδοση και σύμφωνα με το αίτημα της προσευχής τους προς τον Κύριο, όλοι οι μοναχοί, 98 τον αριθμό, που βρισκόταν στα δύο σπήλαια της περιοχής Αζωγυρέ, αναπαύθηκαν την ίδια εκείνη ημέρα. Τους βρήκαν όπως έτυχε για τον καθένα η στιγμή: Άλλους γονατιστούς να προσεύχονται, άλλους ακουμπισμένους στις ράβδους, άλλους σε εργόχειρό τους… Ήταν η 6η Οκτωβρίου, αλλ’ η μνήμη τους μετατέθηκε για τις 7 του μηνός, επειδή συνέπιπτε με την εορτή του αγίου αποστόλου Θωμά. Τιμάται δε πανηγυρικά του μεν οσίου Ιωάννη από την Ιερά Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου στο σπήλαιό του, των δε 98 θεοφόρων πατέρων από την Ι. Μητρόπολη Κισσάμου και Σελίνου, στον Αζωγυρέ». (σελ. 91 – 93).
Και τώρα, λίγα στοιχεία, για τη γνωριμία του ιερού χώρου, στον Αζωγυρέ, χωριό της επαρχίας Σελίνου: Το χωριό Αζωϋρές ανήκει στην τ. κοινότητα Παλαιόχωρας Σελίνου, είναι κτισμένο σε υψόμετρο 360 μ. και απέχει από την έδρα της κωμόπολης του ιστορικού “Καστελλιού του Σελίνου” επτά περίπου χιλιόμετρα, το ονομαστό σπήλαιο στη Ζουρέ, βρίσκεται ψηλά και βορινά του χωριού Αζωϋρέ, σε απόσταση πάνω από μισής ώρας αγροτικού δρόμου, με τα πόδια. Στον ιερό τούτο χώρο βρεθήκαμε παραμονή της μνήμης των Αγίων Πατέρων (6 Οκτωβρίου) ευλαβείς προσκυνητές στη χάρη των. Κατεβήκαμε με προσοχή τις σιδερένιες από παλιά, σκάλες και τις κατηφόρες του σπηλαίου. Ξεπεράσαμε στενάδες, ανηφόρες και γλίστρες, με βοηθούς τη χάρη Των και τ’ αμυδρό φως ενός κεριού και φτάσαμε ως το τέλος, όπου το Εικονοστάσι…
Η έξοδος από το σπήλαιο, γίνεται με κάποια δυσκολία, γιατί είναι πάρα πολλοί αυτοί που κατέρχονται, ενώ δεν ανημένουν την ανάλογη έξοδο των προηγουμένων. Ίσως, άλλη χρονιά, κάποια τάξη πρέπει να προβλεφτεί κι εδώ… μιας και παρατηρείται το παρήγορο ν’ αυξάνουν τόσο πολύ, κάθε χρόνο, οι προσκυνητές του ιερού σπηλαίου της Ζουρές, παραμονές κι εορτή των Αγίων Πατέρων.
Με το ανέβασμά μας στον “Πόρο”, το θέαμα είναι συναρπαστικό. Κάτω στα πόδια μας ο Αζωϋρές με τις γειτονιές του: Καουργιανά, Μεμενιανιά, Αντωνιανά, Κουκουτσιανά, Παλιουδιανά και Κριαριανά, σκορπισμένες εδώ κι εκεί, στον απέραντο και φορτωμένο (κάθε δεύτερη χρονιά) καρπό, ελαιώνα.
Στο βάθος και νοτιοδυτικά η Παλιόχωρα, η νύφη του Λιβυκού, με τη γαλάζια κι απέραντη θάλασσά της. Ανατολικά και κάτω από το ύψωμα στα ριζά του Χάρακα, κάτασπρο το μοναστήρι των Αγίων Πατέρων, με αρκετό κόσμο στην αυλή, μέσα, και στα δώματά του. Παίρνομε τον κατηφορικό δρόμο τώρα, για το μοναστήρι. Πριν όμως φτάσουμε εκεί στη γέφυρα τ’ Αζωϋριανού χειμάρρου, καμαρώνουμε ένα θεόρατο πλατάνι, αειθαλές, από τα πέντ’ έξι όλα κι όλα, που υπάρχουν ακόμη στο νησί μας.
Στην είσοδο του μοναστηριού παίρνομε κερί, προσκυνούμε και παρακολουθούμε ως το τέλος την αρχιερατική θεία λειτουργία. Στο κήρυγμα του Σεβασμιοτάτου Ειρηναίου (7-10-1988), ακούμε προσεκτικά για τη ζωή και το έργο των Αγίων Πατέρων, τη σημασία της προσφοράς των και τους κανόνες που οφείλουμε να τηρούμε στη δική μας ζωή.
Ο Δεσπότης μας, οι ιερείς, οι ψαλτάδες, οι προσκυνητές, οι ντόπιοι, οι ξωμάχοι, οι Σελινιώτες που φτάσαν ως εδώ σήμερα, είναι ένα χριστιανικό σύνολο ζηλευτό, με τον Μπροστάρη μας, να μας οδηγεί στα άγια βήματα της Πίστης μας, κι όλους εμάς, συγκλονισμένους και συνεπαρμένους από τον ζωογόνο λόγο της Αγάπης του Θεού. Εδώ: Η δεύτερη πατρίδα του πολέμαρχου Κωσταντή Κριγιάρη, το χωριό των Παπαγιαννάκηδων, των Αντωνοβαρδήδων, των Πωλιουδοθόδωρων, των Πωλιουδοβαρδήδων, των Κουκούτσηδων και των άλλων μορφών που γέννησε και ανέθρεψεν τούτος ο τόπος, συνεορτάζει, πανηγυρίζει, συγχαίρεται μ’ εμάς. Μας το φανέρωσαν κι οι προσωπογραφίες των, εδώ στο Μουσείο, που στήθηκε κι αποτελεί τιμή στους ιδρυτές και πρωτεργάτες του και χρέος για τις μορφές των Ηρώων που εδώ στεγάστηκαν, δίπλα απ’ της πίστης μας τ’ άγιο Τέμπλο! Για όλα αυτά φύγαμε ευχαριστημένοι, συγκινημένοι, ενδυναμωμένοι για τη συνέχιση του δρόμου της ζωής μας, του χριστιανικού δρόμου της οδού του χρέους.
Τέλος, ευχόμαστε έτη πολλά και σ’ όλους τους συμπανηγυριώτες, να τους έχει καλά η χάρη των Αγίων Πατέρων… Και τους τάσσουμε και για του χρόνου, συν Θεώ!