Για το ζήτημα της υποστελέχωσης στις αστυνομικές υπηρεσίες, όχι μόνο στα περιφερειακά τμήματα, μα και στις υπηρεσίες της έδρας, που ελλείψει αστυνομικών στην ενδοχώρα, επωμίζονται επιπλέον δουλειά, που αδυνατούν και αυτές να φέρουν σε πέρας καθώς είναι εξίσου υποστελεχωμένες, κάνει λόγο το goodnet.gr.
«Το ζήτημα της υποστελέχωσης των αστυνομικών υπηρεσιών είναι σοβαρό, το γράψαμε και στο χθεσινό μας φύλλο και προφανώς δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μονόπλευρα και με φόντο μόνο τα περιφερειακά τμήματα.
Με αφορμή το περιστατικό του Αμαρίου την περασμένη Παρασκευή, όταν λόγω έλλειψης αστυνομικών στην βάρδια (μόλις ένας και αυτός σκοπός) δεν ήταν δυνατή η άμεση παρέμβαση σε καταγγελία για ξυλοδαρμό μίας γυναίκας από τον γιο της, έχει ξεκινήσει μία μεγάλη κουβέντα για το σοβαρό ζήτημα της υποστελέχωσης. Στην προκειμένη περίπτωση και με δεδομένο ότι υπήρχαν δυνάμεις στην πόλη, που – κατά πληροφορίες – υποστηρίχθηκε ότι δεν μπορούσαν να μεταβούν στο Αμάρι για να επιληφθούν του περιστατικού, η καταγγελία για τον ξυλοδαρμό «διευθετήθηκε» οριστικά το πρωί του Σαββάτου με την σύλληψη του δράστη.
Για την ακρίβεια, επειδή ο μοναδικός αστυνομικός του Α.Τ. Αμαρίου δεν μπορούσε να φύγει από το τμήμα, φρόντισε να ενημερώσει ένα συγγενικό πρόσωπο της παθούσας, ώστε η γυναίκα να μεταφερθεί με ασφάλεια σε οικείο σπίτι και το επόμενο πρωί, που έγινε και η κατάθεση από την γυναίκα προχώρησε η αστυνομία στην σύλληψη. Στην πράξη, η αστυνομία δεν αδιαφόρησε για το περιστατικό, δεν μπόρεσε, όμως, και να παρέμβει άμεσα. Και μπορεί στην προκειμένη περίπτωση αυτό να μην ήταν «καταστροφικό», αυτό όμως μπορεί να μην ισχύει για άλλα περιστατικά πιο σοβαρά στο μέλλον.
Επιπλέον, το ερώτημα του πως υπάρχει άμεση αστυνομική παρέμβαση, όταν αναμένονται δυνάμεις που βρίσκονται μία ώρα μακριά από τα συμβάντα είναι ένα ακόμα σοβαρό δεδομένο, που προφανώς δεν βοηθάει στην εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας του πολίτη στην ενδοχώρα.
Ακόμα, σοβαρό ερωτηματικό παραμένει γιατί δεν αντικαθίσταται ένας αστυνομικός, που θα έπρεπε να είναι σε υπηρεσία, αλλά δικαιολογημένα λόγω ασθένειας αδυνατεί να πάει στη δουλειά του; Τι σημαίνει αυτό; Πως το τμήμα θα μείνει με έναν και μόνο αστυνομικό, ο οποίος δεν θα μπορεί επί της ουσίας να κάνει τίποτα παραπάνω από το να φυλάει το κτήριο;
Όλα αυτά τα ζητήματα είναι γνωστά στους αστυνομικούς και συζητιούνται εδώ και χρόνια.
Αλλά δεν αφορούν μόνο τα περιφερειακά τμήματα, μα και τις υπηρεσίες της έδρας, που ελλείψει αστυνομικών στην ενδοχώρα, επωμίζονται επιπλέον δουλειά, που αδυνατούν και αυτές να φέρουν σε πέρας, καθώς είναι εξίσου υποστελεχωμένες. Μία τέτοια περίπτωση είναι η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρεθύμνου, που επί της ουσίας καλείται να αναλάβει το σύνολο σχεδόν των «σοβαρών» υποθέσεων του νομού. Στην πράξη, όμως, και η συγκεκριμένη υπηρεσία λειτουργεί με λιγότερο από το απαραίτητο προσωπικό, και οι υποθέσεις φέρνουν στα όρια τους τους υπηρετούντες αστυνομικούς.
Το ζήτημα έχει τεθεί πάμπολλες φορές από τους συνδικαλιστές στην φυσική τους ηγεσία. Όπως λέει ο πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Ρεθύμνου Ανδρέας Γύπαρης, «υπάρχουν πολλές φορές που δεν μπορεί να αντικατασταθεί κανείς από κανέναν, γιατί νωρίτερα έκαναν άλλη βάρδια σε μέτρα ή σε μεταγωγή ή οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση. Δεν μπορεί να γίνει διπλοβάρδια, ούτε μπορεί να μετακινηθεί αστυνομικός από άλλη υπηρεσία σε μία υπηρεσία για να αντικαταστήσει συνάδελφο. Δεν προβλέπεται. Επομένως, είναι συχνό το φαινόμενο να υπολειτουργούν οι υπηρεσίες».
Ο ίδιος τονίζει πως «εμείς έχουμε πολλές φορές επισημάνει τις ελλείψεις του αστυνομικού προσωπικού και της έδρας και της περιφέρειας, που σε συνδυασμό με την ιδιάζουσα παραβατικότητα, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες. Άλλωστε, δεν μπορούμε ανά πάσα ώρα και στιγμή και σε σύντομο χρονικό διάστημα να είμαστε παρόντες σε περιστατικά σε μακρινή απόσταση. Εμείς επιμένουμε πως πρέπει η φυσική μας ηγεσία να κάνει τις ενέργειες για να ενισχυθούν οι υπηρεσίες, τόσο στην έδρα όσο και στα τμήματα».
Αξίζει να σημειώσουμε ότι για το περιστατικό της περασμένης Παρασκευής γίνεται έρευνα και από την γενική αστυνομική διεύθυνση Κρήτης για να διαπιστωθεί τι ακριβώς συνέβη».