Επίκαιροι στίχοι: Εγκλήματα κατά της φύσης και της πατρίδας
Ω δάσος, μοιάζει μ’ ανοιχτή πληγή η καμένη γη σου.
Η γη σου που ήταν κάποτε γιομάτη με ζωή,
οι φλόγες οι ανελέητες μαύρισαν την ψυχή σου.
Σαν σε θωρώ τα δάκρυα μου τρέχουν σαν τη βροχή.
Τα δέντρα σου που κάποτε γιομάτα ήταν πουλάκια,
που κελαηδώντας σού ‘διναν μια ξέχωρη ομορφιά,
τώρα με σκιάχτρα μοιάζουνε κι έχουν κορμούς μ’ αυλάκια
που τ’ άνοιξαν της απονιάς μαχαίρια κοφτερά.
Φούντα ήσουν κάποτε λαμπρή του ήλιου η χαϊδεμένη,
στη μοναξιά ήσουν σύντροφος, της ξεγνοιασιάς γωνιά,
στην αγκαλιά σου τη χαρά όσοι ήταν πονεμένοι
έβρισκαν κι απ’ τα δέντρα σου χόρταιναν τη δροσιά.
Μύριοι διαβάτες γεύτηκαν τα δροσερά νερά σου
χιλιάδες στα ξωκλήσια σου ανάψανε κερί,
τώρα πια δεν απόμεινεν απ’ τη γλυκιά ομορφιά σου
τίποτε, κι όταν σε κοιτώ μαυρίζει μου η ψυχή.
Μην καταστρέφεις άνθρωπε τ’ αμέτρητά του κάλλη
μην του φοράς τη φορεσιά τη μαύρη της φωτιάς,
περίσσια θα ‘βρεις τη χαρά στην τρυφερή του αγκάλη
που τώρα τόσο απάνθρωπα κι αστόχαστα χτυπάς.
Δημήτρης Κ. Τυραϊδής
Μίλτος Τεντόγλου
Πρώτος Ολυμπιονίκης ένας Έλληνας θα βγει
στο αγώνισμα του μήκους δίχως καν να εκραγεί.
Μιλτιάδης ο Τεντόγλου που οικεί στα Γρεβενά
πόλη της Μακεδονίας σε λημέρια ορεινά.
Εις το Τόκιο ευρέθη για τους Ολυμπιακούς
με την εθνική ομάδα που ‘ν’ μικρού βεληνεκούς.
Από τη στιγμή τη πρώτη που ξεκίνησ’ ο αγών
μέχρι την προτελευταία δεν ευρέθη οδηγών.
Μα την ύστατη την ώρα μια προσπάθεια καλή
το μετάλλιο του δίνει και τση νίκης το φιλί.
Της πατρίδας του τείχη γκρέμισαν τα Γρεβενά
να υποδεχτούν τον Μίλτο που επρώτευσε ξανά.
Πρώτος στο αγώνισμά του ήτανε το χρον’ αυτό
σε ολόκληρο τον κόσμο μα δεν ήταν αρκετό.
Μα και πέρσι στην Ευρώπη ήτανε πρωταθλητής
για χρυσό παιδί του στίβου κάνει λόγ’ ο ποιητής.
Χαρακτήρας απ’ τους λίγους δίχως σταλ’ εγωισμό
που για λόγου του θα κάνω προφητεία και χρησμό.
Σε ολόκληρο Πλανήτη χρόνια θα μεσουρανεί
και του Μιλτιάδη τ’ άστρο όραμα θε να γενεί.
Υπερήφανη θα κάνει όχι μια, πολλές φορές
την πατρίδα μας Ελλάδα, που της λείπουν οι χαρές.
Να τις χαίρεται μονάχα όπου δρα αθλητισμός
όπως και οι επιστήμες έχει γίνει πια θεσμός.
Εννιαχωριανός
«Χανιά πόλη Ονείρων»
Αλλάζεις σκηνικά για την παράσταση
που δίνεις κάθε μέρα,
με εικόνες χρώματα και ανταύγειες
απείρου κάλλους.
Πήρες δουλειά από τους ζωγράφους
με πινέλα καλής ποιότητας,
με χρώματα αναλλοίωτα
δουλεύεις ασταμάτητα.
Αφήνεις όλους μας να σε κοιτάζουνε
από θέση πανοραμική,
να σε θαυμάζουν κι εσύ να δίνεις
ό,τι καλύτερο έχεις,
από ήλιο, θάλασσα κι επίγειες χαρές.
Είσαι η πόλη της ζωής μας
η πόλη των ονείρων μας.
Ζωντανή και πανέμορφη
κι όταν γελάς ή κλαις λόγω συγκυρίας.
Ουρανία Κουτουλάκη – Γιατρομανωλάκη
Προσομοίωση πτήσης
Ο άνθρωπος
που το όνομά του θα μπορούσε να είναι
Φιλήμων ή Χαιρήμων
στάθηκε ορθός στο χειμωνιάτικο ακρογιάλι
χαιρέτισε τον ήλιο εκτείνοντας τα χέρια του
με την όψη στραμμένη στον ουρανό
τα μακριά μαλλιά του στην πνοή του αγέρα
και τα πνευμόνια του έτοιμα να εισπνεύσουν
τα δώρα των εποχών
τα δώρα της επίγνωσης και του Χρόνου.
‘Εμεινε εκεί για ώρα
σαν αετός που ξεδιπλώνει αργά τα φτερά του
χαρτογραφώντας το πανόραμα της διαδρομής
με τους παλμούς της καρδιάς του ατιθάσευτους
και την ανάσα του να χαράζει τη σιωπή.
Ανείπωτη η αγαλλίαση στην όψη του
απροσμέτρητη η δύναμη της φωνής του
όταν άρχισε να καλεί τον Χάροντα
να φανεί να του δώσει γνώρα.
Ήταν μια μέρα φέγγους και θαλπωρής
μέσα στην καρδιά του χειμώνα
μια μέρα μυρωμένη από θυμάρι και μέντα
μέρα κυκλωμένη από θαλασσινό αγέρι
μέρα καλή για κάποιον
που προσδοκά κατάλληλο καιρό
για ένα τέτοιο ταξίδι.
Πηνελόπη Ι. Ντουντουλάκη
Πατρίδα
Τα λόγια του πατέρα.
Το χαμόγελο της μάνας.
Τα χέρια του παππού.
Τα μάτια της γιαγιάς.
Το να έχεις τον Μίνωα και τον Καραϊσκάκη
σαν φίλους της καρδιάς
και τη γης που με αγάπη σ’ εμπιστεύτηκαν
από κάθε Ηρόστρατου δαδί να προφυλάσσεις,
από κάθε φιλάργυρου ή πλεονέκτη χέρι.
Πατρίδα για μένα
όλα τούτα, το καθένα και όλα μαζί…
Γ. Απτεραίος
Κορωνογιός στην Κρήτη
Κι άλλη φορά το γράψαμε για τουτονέ το δράμα
εδά ξανάρθε επαέ και δεν το στένει πράμα.
Εκείνανά που κάναμε τόσο καιρό στην Κρήτη
θαρρώ πως ήτονε καλά πράμα δεν τωσε λείπει.
Εκάμ’ εμβολιασμούς πολλούς οι ηλικιωμένοι
πολλοί μας περιπαίξανε ετσά ‘ταν μαθημένοι.
Με τον καιρό εφάνηκε ποσ’ ήτονε χωσμένοι
εκειά τους χρειαζότανε σανίδα μα βρεμένη.
Οι ντόπιοι ησυχάσανε ήρθανε οι τουρίστες
ετούτοι εγεμίσανε μονημερίς τσοι πίστες.
Τουρίστες επά πούρθανε μας είπαν μπουνταλάδες
μα μεις αγκαλιαστήκαμε σα θέλαμε παράδες.
Ετσά γεμίσανε ξανά γιατροί νοσοκομεία
γλακούνε μα δε φτάνουνε όσοι ‘χουνε ηνία.
Πιστεύω πως ετουτηνέ άλλη φορά δε μένει
ανέ ποθούμε την υγειά, νάμαστ’ αγαπημένοι.
Θα πρέπει νάναι πιστευτός ο κάθα εις που νιώθει
κι όι να ‘μπιστευόμαστε εκεινονά που… κλώθει.
Μόνο ετσά θα πάμ’ ομπρός, θα ζήσουμε ‘πιτήδεια
δε θα γροικούμε τσοι τροζούς που λένε πάντα ίδια.
Δε θ’ αγνοούμε πράμα δα σε τουτηνέ τη χώρα
απούχουμ’ επιστήμονες πούναι σπουδαία δώρα.
Ένα μεγάλο φχαριστώ για όσα μας προσφέρουν
τουτονέ τον κορωνογιό παλεύουν, υποφέρουν.
Ελλάδα είναι χώρα μια κιντύνους υπομένει
απού Ευρώπη δίκαιη απόφαση προσμένει.
Μαδαρίτης
Λαογραφία και γνωμικά
– Ο Θεός να σε φυλάει από τη γλωσσοφαγιά.
– Οπου δεις κακή γυναίκα, δυο φορές τηνε χαιρέτα.
– Οι πειρασμοί είναι πολλοί κάνε το σταυρό στου και προχώρα.
– Οποιος κάνει το σταυρό του έχει το Θεό βοηθό ντου.
– Να κοιμάσαι νωρίς, να ξυπνάς πρωί, είναι υγεία.
– Να γράφεις πρωί που ‘ναι ξεκούραστο το μυαλό.
Μωραΐτικο
– Απόψε η πούλια εμάλωνε, μάλωνε με τ’ αστέρια
κι εγώ είδα στον ύπνο μου πως ήμουνα με σένα,
και ξύπνησα με τη χαρά και τ’ όνειρό ‘ταν ψέμα
– Σα μου την άψες τη φωθιά έφυγες κι άφησές με
μήτε Θεό φοβήθηκες, μήτε λυπήθηκές με.
Μαντινάδα
Οταν σε πρωτοείδανε τα μάθια τα δικά μου
ήταν το στήθος μου ανοιχτό και μπήκες στην καρδιά μου.
Ο,τι γράφει ο καθένας πιστεύει ότι είναι σωστά· η κοινή γνώμη θα τα βαθμολογήσει.