Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Ποιητές και ριμαδόροι σχολιάζουν την επικαιρότητα

Δυο λόγια για τον Θεό

Στον Φρίντριχ Νίτσε
ζητάω το πυρακτωμένο μαγκάλι της φωτιάς
για να ζεστάνει την καρδιά μου.
Κλαίω γοερά με λυγμούς.
Τον κυνηγάω σαν τρελός και
προσμένω την πνευματική ηδονή.
Δίπλα στ’ αστέρια, ο χαλινός του πόνου
και κάτω στη γη, η σκληρή πραγματικότητα.
Απόμακρος και φωτεινός με κερνάει
τη στέρηση της θείας χάριτος.
Και ‘γω προσμένω· προσμένω, περιμένω
βασανίζομαι, περπατάω μες στο κρύο
κι Εκείνος με βλέπει ως τα βάθη
της ψυχής, με ξέρει και με παιδαγωγεί.
Όταν μ’ επισκεφθεί ξανά με τη θέρμη
της αγάπης Του, θα σωπάσω για να
ζήσω ξανά τη φλόγα του έρωτα Του.

Στυλιανός Γ. Ξενάκης

Δημοτικό τραγούδι

Με λίγα λόγια θα το πω δημοτικό τραγούδι
είναι για κάθε εποχή το τοπικό λουλούδι.
Απού την αρχαιότητα μέχρι την εποχή μας
ποθούσε πάντα ο λαός να ψάλει τη ζωή μας.
Έθιμο ήταν λαϊκό κάθε λαού μεγάλο
να μάθει ο κόσμος ετσιδά πως θέλ’ γεις τον άλλο.
Απλά με γλώσσα μητρική ετραγουδούσαν ούλοι
το κάθε τί που γίνεται καθημερινή γη σκόλη.
Η γλώσσα που εμάθαμε πάει εδά να σβήσει
μιας και μας ήρθανε πολλές ανατολή και δύση.
Τα ήθη και τα έθιμα κοντεύει να χαθούνε
αφού ξένα μας ήρθανε, όπου κιανέ στραφούμε.
Αν ταξιδέψεις και βρεθείς, στην ορεινή Ελλάδα
ηχούν τα λιανοτράγουδα με χιόνια γη λιακάδα.
Τραγούδια για τη θάλασσα στα όρη στα βουνά μας
για κάθε τι ευχάριστο που θέλει η καρδιά μας.
Άσματα για τη λεβεδιά και τη λεβεντοσύνη
απού ταιριάζουν στο λαό μόνο χαρά αφήνει.
Μιλούν για κατορθώματα, ηρωϊσμούς και μάχες
για του λαού ξεσπάσματα ήθελες κάποια νάχες.
Αλλά τιμούν τη φύση μας πουνε γνωστή κι’ ωραία
δούδει ζωή εις το λαό, υμνώντας τα σπουδαία.
Μερ…….. μιλούνε για Θεό απούφθιαξε τον κόσμο
κι από’ ξαρχής τον γέμισε βασιλικό και δυόσμο.
Άγιοι πολλοί υπάρχουνε γίνονται πανηγύρια
γλεντίζει κόσμος και ντουνιάς έρχονται με μπεγύρια
κι’ εγώ θελα κάποια φορά να δείξω τη χαρά μου
Κούτουλος Γιάννης είμ’ εγώ γράφομαι Μαδαρίτης
δάσκαλος απού όργωσα τη δοξασμένη Κρήτη.

Μαδαρίτης

Διέξοδος

Οι ριμαδόροι σήμερα κι οι στιχουργοί μας όλοι
αυξάνουν και πληθήνονται, εις των Χανίων την πόλη.
Σ’ εφημερίδες τοπικές, σελίδες τα στιχάκια,
βλέπεις να αραδιάζονται, σ΄τση ρίμας τα σοκάκια.
Ο κάθα ένας ημπορεί, τσι στίχους του να γράψει,
χωρίς να πέσ’ εξ Ουρανού, φωθιά να τονε κάψει.
Δικαίωμ’ αναφαίρετο, η ποίηση κι η ρίμα
κι όταν θα σου ‘ρθουνε στο νου, κάνε το πρώτο βήμα.
Τάλαντο διαχρονικό, που παροικεί στη Κρήτη,
μάλλον το εχ’ ο Κρητικός, εις τον αιματοκρίτη.
Ο δεκαπεντασύλλαβος, πρώτος τον λόγον έχει,
π’ ακούγεται ιαμβικός και σαν νεράκι τρέχει.
Μα κι ο ανισοσύλλαβος, ο στίχος έχ’ αξία,
έστω κι αν δεν ακολουθεί, ομοιοκαταληξία.
Κι οι δυο εκφράζουν σίγουρα, του ποιητή τον λόγον,
κι ας μην υπάρχουν πάντοτε, πτυχία φιλολόγων.
Η ενασχόληση αυτή, γίνεται σκιάς μεράκι,
που δεν σ’ αφήνει ήσυχο, απόγευμα βραδάκι.
Μα τελευταία αβγάτισαν, μαθές οι ριμαδόροι,
που με στιχάκι ‘εκφράζουνε και ρίμες ένα στόρι.
Και βλέπεις καθημερινά, εις των Χανίων το τύπο,
σελίδες στιχουργήματα, που πιάνουνε το χτύπο.
Σε τούτο συνετέλεσε κι η καραντίνα ίσως,
και η παλιοκατάσταση, που μας γεμίζει μίσος.
Μίσος για τους πολιτικούς, που έχουνε χρεώσει,
ως και τ’ αγέννητα παιδιά και μας στερούν το γρόσι.
Να ξεχρεώσ’ η χώρα μας, σύντομ’ αφού δεν βλέπω,
τη ρίμα σαν διέξοδο, του νου μου επιτρέπω.

Εννιαχωριανός

Νέα βιοτή

Είναι οι στιγμές – σταλακτίτες,
είναι η ζωή σαν σπηλιά
που κάτωθεν σταλαγμίτες-
καρδιές, μαζεύουν δροσιά.

Μηχανικών μας απόντων
στη νέα μας βϊοτή,
μ’ αρχιτεκτόνων παρόντων
για χώρα μας νοητή.

Είναι στιγμές – κατακόμβες,
τούνελ κι υπόγεια νερά,
κ’ είναι οι προσπάθειες βόμβες
με προσοχή νοερά!

Πλήθη τελούν στης υπαίθρου
το βίο λειτουργικό,
καθημερνού μας κατόπτρου
σε κόπο προσωπικό.

Κι είναι οι στιγμές σαν τους χτύπους,
πλήθους καρδιών που σκιρτούν,
που αναμένουν σε κήπους,
σε οικείες, κεριά – ελπίδες κρατούν!

Γίναν για μας οι λειμώνες
να δρέψουμε δίχως φειδώ,
κι όλοι οι παλιοί μας αιώνες
όπου περάσαν εδώ.

Γερπνή και ωφέλιμη μέρα,
κι έμπνευση που ‘φτασε εκεί,
ψηλά απ’ τον αιθέρα,
με υπόγεια, κρυφή προσευχή.

Λένα Αλυγιζάκη

Ταξιδεύοντας στον τόπο και στον χρόνο

Πιάνω μολύβι και χαρτί με σεβασμό μεγάλο
τον πόλεμο του ’12 να τον αναθιβάλλω.

Είμαι πολύ διατακτικός, δεν ξέρω πώς ν’ αρχίσω
τέτοιο αγώνα ένδοξο πώς να τόνε υμνήσω.

Είναι υπεύθυνη δουλειά και πρέπει να προσέχω
αυτά που γράφω στο χαρτί καλά να τα κατέχω.

Αυτό που λέγεις χάνεται, ο άνεμος το παίρνει
μα κάθε λέξη που γραφτεί αιώνια θα μένει.

Ξέρω πως η ευθύνη μου είναι πολύ μεγάλη
αυτά που γράφω μένουνε, θα τα διαβάσουν κι άλλοι.

·Και θέλω δύναμη πολύ και λογισμό μεγάλο
τόσο σπουδαίο ιστορικά κείμενα για να βγάλω.

Είναι οι γνώσεις μου μικρές, δεν έχω πλούσια κρίση
μα έχω ελπίδα στο Θεό πάλι να με βοηθήσει.

Πάντοτε με βοήθησε σε όλη τη ζωή μου
και προσκυνώ τη χάρη του μέσα απο την ψυχή μου

Θέε μου σε παρακαλώ να με βοηθήσεις πάλι
σε τούτη την προσπάθεια που ’χω στο νου μου βάλλει.

Είναι καθήκον ιερό τέτοιοι σκληροί αγώνες
να γράφονται με σεβασμό να μένουν στους αιώνες.

Να ξέρομε οι πρόγονοι μας πόσο αγωνίστηκαν
και τόσες πόλεις και χωριά πως ελευθερωθήκαν.

Αγωνιστήκανε σκληρά πολίτικοι ιππότες
γενναίοι αξιωματικοί, ηρωες στρατιώτες.

Με θάρρος όλοι τρέξανε με τ’ άρματα στο χέρι
και απελευθερώσανε τα σκλαβωμένα μέρη.

Του δώδεκα οι αγωνιστές, οι καστροπολεμάρχοι
δεν τους εφόΒισε καμιά θανατηφόρα μάχη.

Εμείς οι απόγονοί τους σ’ όποιο καιρό κι αν ζούμε
με θαυμασμό και σεβασμό πρέπει να τους τιμούμε.

Αρχίζω το ιστορικό του ένδοξου αγώνα
δόξασε τη χώρα μας τον εικοστό αιώνα.

Ιωάννη Αντωνίου Φατσέα (Μπάρμπα Γιάννη)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα