Λεφτά και αίμα μύριo σπαταλούσι ποτέ πόλεμος
Κουραστήκαμε να πιστεύομε, εμπιστευόμαστε. Άνισοι, πολλές κατηγορίες, αλλήλως τρωγόμαστε. Οι έμποροι πολέμου αρίστως κάνουν τη δουλειά τους; Αυτοί έχουν επάγγελμα τον πόλεμο;
Βλέπεις σχέδιο, υποβοηθούμενο, απρόσμενο. Από μία ηξέροντας Μακεδονία βρήκε και δεύτερη εν ανάγκη τους, καλόδεχτη, πάσα ατιμία!
Ο λαός ας δημιουργεί υπολογιστές και ακροπόλεις. Κι αν στο διάστημα τραβά, μια ευκινησία εύκολη. Παιγνιόχαρτο κρυμμένο η εικόνα του πολέμου. Έχουμε στυγνούς εγκληματίες, θεατρίνους ασυγκίνητους, προσχωρημένους. Τι είναι η φρίκη του; όχι δώρο, φαγητό στο πιάτο! Πέφτει το δέντρο το πλατύκορμο, τ’ αφράτο.
Εμπρηστικές βόμβες, φωτιές διάσπαρτες, καμένους.
Απ’ τα σπίτια, απ’ τον τόπο τους ξεριζωμένους.
Απ’ τα χημικά ξεκοιλιασμένους, παραμορφωμένους.
Απ’ τα ερείπια νεκρούς κι ακρωτηριασμένους.
Μια ζωή προς γολγοθά, ανείδωτα τραβάνε
όλο με το βάσανο οι άτυχοι περνάνε.
Εξάρτητα έθνη, μ’ οπλοστολισμό άλλοι.
Τεντώνουν τσώμους των, υπόθεση μεγάλη.
Μονάχα ο χορός μην αρχινίσει.
Και χρόνο θέλει, κι έξοδα θέλει ο πόλεμος να σβήσει.
Φωτιές συμβαίνουν στα πλοία,
πετρελαιομένα ψάρια η αλιεία.
Πως οι λαοί το δίκιο τους θα βρούσι;
Λεφτά και αίμα μύριο σπαταλούσι.
Ποιοι να τους θάλψουν, να τους ενισχύσουν;
Ποιοι να τους σεβαστούν κατανόηση να δείξουν;
Το εμπόριο φουλ, βλέπω του πολέμου
επί συνόλου αποδυναμωμένου.
Ξεσπιτωμένοι μυριάδες είν’ άμαχοι
τι καρδιά αφήσαν, εις κάθε άλλον να ‘χει;
Δυστυχία, ξεριζωμός και απορία…
Κλειδωμένα στόματα, ακατεύθυντη πορεία.
Το μυαλό την έχει, δίκια αρπάξει
έχει διαλύσει η ζωή κι η τάξη
Λευθερία λόγου ουδεμία
Έπεσε ο χρυσός της, η αλληλεγγύη, η ευθυμία.
Πιάνουν οι άνθρωποι τα μαλλιά τους.
Πώς να γυρίσουν, στη γλυκιά ολόζεστη φωλιά τους
παραβλέπονται στο τέλος δε τους θέλουν.
Ισοπεδώνοντας τους, τ’ άλλα περιττεύουν.
Άστο το προσφυγικό έχει δωρήσει
το υπόλοιπο που ο πόλεμος έχει τους δημιουργήσει.
Εκατέρωθεν νεκροί, πτωχευμένοι θύματα
αναπάντεχα να ορθώνονται ζητήματα.
Μη βγαίνεις απανατολάς, ήλιε
ναν φως και λάμψης.
Καλιά να υπήρχε σκοτεινιά
η ερημιά να πάψει.
Να δείχνει την τρομακτική εικόνα λαθεμένη
απού γαλήνη, ηρέμηση, ου δύναται ούτε φέρνει.
Ανεπανόρθωτη η ζημιά στα ματιά να μη φτάσει.
Ο άνθρωπος ξανάρχεται ξανά όντως στη βράση.
Νικ. Ι. Φιλιππάκης
Συκιές Θεσσαλονίκη
Χωρίς μνήμη μείναμε, πάλι πόλεμος
Σήμερο κρεμάται επί ξύλου, η ειρήνη, εκεί στο μάτι του ρούσικου κυκλώνα και του Κύκλωπα Πούτιν. Και πρόβατα δεν έχει για να κρυφτεί και να ξεφύγει, γιατί λύκοι μόνο απόμειναν να νέμονται τον κόσμο, και του περιστεριού που κράτα στο χέρι τσάκισαν οι φτερούγες του από τα πυρά, και κρέμονται ανίκανες να πετάξουν.
Ο κουρνιαχτός από τους πυραύλους σκέπασε κάτω από τα ερείπια το κλαδί ελιάς, καθώς έφευγε από το ράμφος του πληγωμένου και τρομαγμένου περιστεριού.
Ιφιγένεια Μπομπολάκη Βουρδουμπά
Πώς;
Νέφη της θλίψης, φύγετε μακριά μου
κι αφήστε με γλυκά να τραγουδήσω
τις έγνοιες που με πνίγουν να σκορπίσω
κι ανάλαφρη να νιώσω την καρδιά μου!
Είν’ άσχημ’ οι καιροί αυτοί που ζούμε…
Προβλήματα πολλά πάνω στη Γη μας,
προβλήματα πολλά μες στην ψυχή μας
και κίνδυνος αξάφνου να χαθούμε…
Πανάκριβα τα όπλα του πολέμου
που οι Δυνατοί δεν παύουν να συνάζουν
ενώ από πείνα οι λαοί πεθαίνου(ν)…
Τα πάντ’ αγάλι- αγάλι καταστρέφουν…
Τη γη, τη φύση βάναυσα βιάζουν,
τα οπλοστάσια τους για να “τρέφουν”!…
Πώς όλα τούτα τ’ άσχημα θ’ αλλάξουν
όσο εκείνοι μας εξουσιάζουν,
αν δε θελήσουν το σωστό να πράξουν;
Ελισάβετ Διαμαντάκη- Κωνσταντουδάκη
Αν…
Αν των γονιών σου έχεις την Ευχή
Αν κάνεις το Σταυρό σου
Αν πιστεύεις αληθινά, στον Κύριο και Θεό σου
Αν δίδεις στον πλησίον σου, δηλαδή στον Αδελφό σου
Αν λέγεις το ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ και το ΔΙ’ ΕΥΧΩΝ σου
Αν τον ξένο αγαπάς σαν τον Εαυτό σου
Αν συγχωρείς από καρδιάς, τον Ορκισμένο Εχθρό σου
Αν κέντρο όλου του Σύμπαντος έχεις τον Χριστό σου
Αν κινείσαι στο ΕΜΕΙΣ και όχι στο ΕΓΩ σου
Γνώριζε πως ποτέ εχθρός, δεν θα φανεί Εμπρός σου
και της Αγάπης το Θεό, θα έχεις στο πλευρό σου
φίλο και βοηθό σου, Παντοτινά δικό σου
κι ότι ζητήσεις απ’ Αυτόν, θα το ‘χεις ενώπιόν σου.
Δια το πιστόν
Ιωάννης Κουρουτάκης
Συγγραφέας
Εκκλησία ολόγυρα
Η τέχνη της Ορθοδοξίας στο στερέωμα
με τα χαρίσματα τα κρείττονα,
τη στρατευόμενη Εκκλησία εδραίωμα,
τη θριαμβεύουσα που σμίγει στον οίστρο μας!
Την Πλατυτέρα γινόμενη γεφύρωμα,
τον Ταξιάρχη σιμά μας ως γείτονα
που ανακαινίζει της Πίστης το πύρωμα
κι ευαγγελίζει της καρδιάς τ’ αποτύπωμα!
Ως απλωμένη η Εκκλησία ολόγυρα
με αόρατους φύλακες- αγγέλους γύρω μας
κι η ζωή σιμά σ’ αυτήν ως αυλόγυρα
με ανώνυμους μάρτυρες- ήρωες ως μύρο μας!
Εντός ημών η Βασιλεία Του, μέσα μας
είναι του Υψίστου Ουράνια, που περικλείει
την επί Γης Εκκλησία κατ’ οίκον μας,
τις κατακόμβες, τα ξωκλήσια εσωκλείει…
Ναούς μεγάλους, Εκκλησίες κι ενορίες μας,
τις κωμοπόλεις, χωριά, πολιτείες μας·
Στην Εκκλησία Χριστού οι ευκαιρίες μας,
στις άγρυπνες συνειδήσεις οι εποπτείες μας.
Κι οι μυστικές πολλαπλές σωτηρίες μας
σε λαό “πρόσφυγα προς Κείνον”, πολύπαθο·
“Θεού μάνα” κι ουράνιες υδρίες μας
η Εκκλησία Του, σε δρόμο, σε ύπαιθρο!
Ως απλωμένη η Εκκλησία ολόγυρα,
στον μετανάστη απ’ το ψέμα σε Αλήθεια,
που ευαγγελίζεται περ’ απ’ τα “όνειρα”,
στην Εκκλησία του Χριστού τη βοήθεια!
Τα μανουάλια κοιτάξτε που απλώσανε!
Φλόγα απ’ το πυρ των ψυχών μας δώσανε,
παράδοση πίστης, λαών τη συνήθεια!
Ερήμους, δρόμους, με αυτήν αρματώσανε·
σβηστοί οι μύθοι, ψευδή παραμύθια
την Εκκλησία που ολόγυρα ζώσανε!
Λένα Αλυγιζάκη
Αφιερωμένο στον εγγονό μου Γιάννη Σκαλιδάκη
Γιορτή της Μάνας
Σήμερα μέρα του Μαγιού
που η φύση οργιάζει
όλος ο κόσμος χαίρεται
που η μάνα μας γιορτάζει.
Γιορτάζει και η Παναγιά
στους ουρανούς ‘κει πάνω.
Άγγελοι και Αρχάγγελοι
υμνολογούν και ψάλλουν.
Χορεύουνε και τραγουδούν
δοξάζουν και υμνούνε
και τη Μητέρα του Χριστού
θερμά ευχαριστούνε.
Μα και η μάνα του φτωχού
γιορτάζει και εκείνη
κι ας μην υπάρχει όπως λεν
την κεφαλή που κλίνει.
Γιατί και κείνη γέννησε
με πόνους κι αγωνία
γι’ αυτό εκείνη απαιτεί
στοργή απ’ την κοινωνία.
Μα και η μάνα του ληστή
μερίδα έχει κι εκείνη
κι απ’ τη μεγάλη τη γιορτή
έξω μην απομείνει.
Μα και η μάνα τ’ ορφανού
κι εκείνη περιμένει
εις τη μεγάλη τη γιορτή
να είναι καλεσμένη.
Κι η μάνα η πολύτεκνη
με τα πολλά παιδιά της
που έχει πάντα ανοιχτή
τη στοργική αγκαλιά της.
Αυτή η μεγάλη αγκαλιά
που όλα τα χωράει
και όλα μας τα σφάλματα
αυτή τα συγχωράει.
Θέλει κι εκείνη να βρεθεί
σ’ αυτό το πανηγύρι
και το μεγάλο το χορό
πρώτη αυτή να σύρει.
Γιατί γιορτάζει και αυτή
κι έχει χαρά μεγάλη
κι από τη μάνα του Χριστού
ζητά κι αυτή μια χάρη.
Να κατεβεί από ψηλά
στη γη να περπατήσει
και κάθε μάνα που πονεί
να την παρηγορήσει.
Να δώσει την παρηγοριά
σε κάθε πονεμένο
σε ορφανό και σε φτωχό
και κάθε πληγωμένο.
Να γίνει ο κόσμος όμορφος
και πάντα να γιορτάζει
κι ο (γ)εις τον άλλον άνθρωπο
μ’ αγάπη ν’ αγκαλιάζει
Δημ. Δασκαλάκης
συνταξιούχος δάσκαλος