Χανιώτικες παραλίες
Απ’ τσι Μαδάρας τα βουνά κι απ’ τα Λευκά τα Όρη,
ξανοίγω τσ’ ομορφάδες σου, γαλανομάτα κόρη.
Κρήτη γοργόνα του γιαλού, του Ήλιου θυγατέρα,
τα ακριβά σου θέλγητρα, στσ’ αγκάλες σου με φέραν.
Οι παραλίες των Χανίων κι ολόκληρης τση Κρητής,
τουρίστες όλου του Ντουνιά, τραβούνε σαν μαγνήτης.
Το Λαφονήσι το γνωστό, ο Μπάλος κι η Γραμπούσα,
πολύ ψηλά σ’ ανέβασαν, σ’ έχουνε κάνει Μούσα.
Μα και το Φραγκοκάστελο, Φαλάσαρνα και Σούγια,
στολίζουν τα παράλια, με φορεσιά καινούργια.
Οι Άγιοι Απόστολοι, δίπλα από την πόλη,
κοσμάκι υποδέχονται, καθημερνή και σκόλη.
Ο Καλαθάς και ο Σταυρός, μαζί με το Μαράθι,
σ’ Ακρωτηριού περιοχή, ατόφιο ‘ναι χρυσάφι.
Χρυσή και Κυανή ακτή, όπως και Αλμυρίδα,
μα και Γεωργιούπολη, αλλού ποθές δεν είδα.
Λουτρό και την Παλιόχωρα, δεν πρέπει να ξεχάσω,
αφού κολύμπησα σ’ αυτές, λίγο προτού… γεράσω.
Εκτός αυτά π’ ανέφερα, υπάρχουνε ακόμα,
εις το Νομό μας θέρετρα, που ‘χουν δικό τους χρώμα.
Μένιες, Νοπήγια ειδικά, Τιγάνι και Ραβδούχα,
σε κάποιες μπάνιο κάνουνε, τουρίστες δίχως ρούχα.
Μα κι άλλες ειν’ στην Κίσσαμο, Λειβάδια και Σφηνάρι,
μικρότερου βεληνεκούς, που έχουν άλλη χάρη.
Αυτά μονάχα σήμερα, για παραλίες γράφω
κι αν ξέχασα και μερικές, συγγνώμη για το λάθο.
Εννιαχωριανός
Μέλος λογοτεχνικής παρέας Χανίων
29 Μαΐου 1453: “Εάλω η Πόλις”:
ΚΡΗΤΙΚΟΙ ήταν oι τελευταίοι Υπερασπιστές της..
Οι τελευταίοι που την εγκατέλειψαν..
Οι τελευταίοι που σταμάτησαν να μάχονται..
Σύμφωνα με τον ιστορικό – συγγραφέα Γ. Φραντζή:
«Όταν μπήκαν οι εχθροί στην Πόλη, έδιωξαν τους Χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι έγιναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι ναύτες από την Κρήτη που πολέμησαν από τις 6 μέχρι τις 8 το απόγευμα και σκότωσαν πολλούς Τούρκους.
Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν, αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το Σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με το πλοίο και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους».
Οι 170 εναπομείναντες Κρήτες, γνώριζαν πως δεν ηττήθηκαν από υπέρτερους εχθρούς κι έτσι μπήκαν Υπερηφανα στα δύο πλοία τους που ήταν αγκυροβολημένα κοντά στα κάστρα και αναχώρησαν για τη Μεγαλόνησο.. Δεν ξεχασαν να πάρουν μαζί τους και την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, δώρο του τελευταίου Αυτοκράτορα… Πρώτοι έτσι, μετεδωσαν την είδηση στα νησιά απο τα οποία περασαν, ότι «η Πόλις εάλω»…
1000 Κρητικοί είχαν έρθει με 5 καραβια από την Κρήτη, για να υπερασπιστούν την Κωνσταντινούπολη.. Επέζησαν μόνο οι προαναφερόμενοι 170…
Κρητικός ήταν πάλι.. ο Εθνάρχης… Ελευθέριος Βενιζέλος, που προσπάθησε να την ξανακερδίσει…
Δυστυχώς… 100 Χρόνια φέτος από τη Μικρασιατική καταστροφή…
Σύμφωνα με την παράδοση, τα μαντήλια στην Κρήτη, μετά την είδηση της άλωσης, βάφτηκαν μαύρα και απεκτησαν κρόσσια, συμβολίζοντας τα δάκρυα των Κρητών για την απώλεια της Κωνσταντινουπολης..
Θεοδώρα Παπαδάκη*
dorapapadaki@hotmail.com
*δικηγόρος ΑΠ, DEA, DEE
Αντιπρόεδρος Παγκρήτιας Ένωσης απ. Γυναίκων
Σύμβουλος Παγκρητιου Ενώσεως
Ελευθερία σ’ όλα αρεστή
Λευθεριά, μου αρέσεις
και να σ’ έχω προθυμώ.
Μα και ξέρω δε κατεβαίνεις
ήσυχα πτον ουρανό.
Δίχως του, ελευθερία,
τίποτα στη γη δε ζει.
Ούτε κείνα τα θηρία
π η εχθρό της, διαρκεί.
Και το ζώο τεξαφανίζουν
δε το θέλουν στο κόσμο αυτόν
και περνάει η εικόνα πτο
αδύναμο στο δυνατό.
Ισόβια σ’ έχω
Κόκκινο τριαντάφυλλο
φτο που έχεις το χρώμα.
Μας αρέσει αλλά ‘τυχο
μιας που πέφτεις στο χώμα.
Η ευωδιά σου, με έθαλψε
πόσο ωραία κατέχω
στην καρδούλα μου, σ’ έκλεισα
και ισόβια σ’ έχω.
Δα θωρώ τα, τ’ αγκάθια σου
που ποτέ δε ‘μονοιάζουν.
Και που οι πόνοι τους, άπρεποι
εαυτό μου, χαλάζουν.
Νικ. Ι. Φιλιππάκης
Συκιές Θεσσαλονίκη
Κούκλα από γυαλί
Αν καθοδηγήσεις ένα παιδί σε μεγάλο βαθμό και για μακρύ χρονικό διάστημα, άμα πέσει θα σηκωθεί πιο εύκολα.
Αν το σπρώξεις όμως από τον πέμπτο όροφο, μόνο αν είναι γερό θα σωθεί.
Η αγωγή των Άγγλων είναι καθόλου ανάγωγη, καθόλου προστασία.
Όμως η ελληνική παιδεία επιβάλλει την ελληνική αγκαλιά.
Πέρα από την ανόητη νοητική φλυαρία, γιατί ξεφύγαμε πολλού από τα ιδεώδη της αρμονίας μέσα από τη μουσική, τα μαθηματικά και την άθληση.
Για μια ολόκληρη γενιά ψάχναμε ψυχοπομπούς για την απέναντι όχθη.
Γιατί τα περισσότερα παιδιά ούτε σπούδασαν αυτό που ήθελαν ούτε έκαναν τις δουλειές που ήθελαν.
Μέσω της επιστήμης της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής και της τεχνολογίας μετά έγινε πιο ομαλή η μετάβαση και έφυγαν οι καταναγκασμοί.
Ψυχεδέλεια στην εφηβεία είναι το νέο και στη ζωή το ταξίδι.
Με ευελιξία προπαντός, ευελιξία στη σκέψη και την πράξη.
Ζωή Δασκαλάκη
Τι κι αν
Τι κι αν έχουν περάσει ογδόντα τόσα χρόνια
Τι κι αν τα μαλλιά του γιόμισαν χιόνια
Τι κι αν έχει περάσει μπόρες και καταιγίδες
Τι κι αν το πρόσωπο του, το ‘χουν αυλακώσει βαθιές ρυτίδες
Τι κι αν το περπάτημα του θυμίζει αργοκίνητο καράβι
που παραπαίει
Τι κι αν οι λύπες (βαθιές χαρακιές), πλημμυρίζουν το είναι του, και σιγοκλαίει
Τι κι αν οι αρρώστιες μαστιγώνουν αλύπητα το κορμί του
Τι κι αν έχει καταντήσει μαρτύριο – κόλαση η Ζωή του
Τι κι αν κάθε μοριοστό του κορμιού του από πόνο σκιρτάει
Αυτός και τώρα και πάντα -αιώνια- θα εξακολουθεί ν’ αγαπάει.
Ιωάννης Κουρουτάκης
Συγγραφέας
“Θύμιος”
Ίσως το όνομά του να είναι Ευθύμιος,
κάτι που αντιφάσκει απόλυτα με την πορεία
των τελευταίων χρόνων της ζωής του.
Για κείνον κάθε χαρά της ζωής χάθηκε
όταν μια άτυχη στιγμή
παραμόρφωσε το πρόσωπό του.
Αυτό του αποστέρησε τη δυνατότητα
για επιτέλεση στοιχειωδών λειτουργιών
όπως η σίτιση, η ομιλία
και του απέκλεισε κάθε δρόμο επικοινωνίας
-επειδή η όψη, η επιφάνεια,
η εικόνα εκείνη
που έχουμε μάθει να αντέχουμε
και αξιώνουμε να αντικρίζουμε
ε’ιναι το διαβατήριο
σε κάθε καμπή του Δρόμου.
Το βέβαιο είναι ότι ο Θύμιος
περιπλανήθηκε σαν κυνηγημένο αγρίμι
και παντού συνάντησε
μια ανελέητη πραγματικότητα
χλευασμού και Ύβρεως.
Τώρα, όλοι αναρωτιούνται
πώς χάθηκε έτσι εκείνος
τον οποίο μικροί αγύρτες
καθημερινά λιθοβολούσαν και ενέπαιζαν
με την ανοχή των μεγάλων.
Μάλιστα, κάποιοι θορυβήθηκαν, ΄
ίσως φοβήθηκαν για τη ζωή τους,
επειδή, λέει, τον είδαν να γυρνά
κρατώντας τσεκούρι στο χέρι,
αυτός, που όφειλε να παραμένει
έρμαιο ανόσιων συμπεριφορών.
Ας γινόταν να υπάρχει, στ’ αλήθεια,
η έγνοια μιας πολιτείας
για την ανθρώπινη ύπαρξη και ψυχή.
Ας γινόταν κάποιος να νοιαστεί
για το Τραύμα του κάθε Θύμιου
που έχει πολλά να μας πει.
Πηνελόπη Ντουντουλάκη
Πέφτει ο νικητής νεκρός…
Πέφτει ο νηκιτής νεκρός γέρνει κι’ο νηκιμένος,
απ’ του πολέμου τη φωτιά που ρίχν’αστροπελέκια.
Κοντά οι μάνες δε ρωτούν μόνο πως καταριούντε,
τα στήθια τους καταχτηπούν κι’ αναρωτιούντε γιάντα.
Ξέραναν τα λουλούδια τους και είντα θα κερδίσουν,
πως τα φιτεύουνε βαθιά χωρίς να βγάνουν κλώνους.
Να μη καρπήσουνε ποτές τ’άνθηστα μπουμπούκια,
τα ρίξανε οι αίτιοι στου χάρου την’αγκάλη.
Ιδιος’ ο πόνος και στσι διό τα δάκρυα σαν βρύση,
πλήνουνε τα κορμάκια τους εις’ το γιατί απάνω.
Ψυχές καρδιές ο χάροντας με τη φωθιά θερίζει,
του δόσαν το δικαίωμα να βγεί είς’το σεργιάνι.
Τ’αρέσουν τα καλλίτερα χαίρεται είς’το πόνο,
και τον’ αφίνουν στο σορό τα νιάτα να διαλέγει.
Δε ξεδηψούν’ οι αίτιοι στο αίμα δε ληπούντε,
και σκέφτουντε παράφρονα κόσμους να καταχτίσουν.
Σαν γκρεμιστούν τα όνειρα οι άπονοι που κάνουν,
αυτοί που θυσιάστηκαν οπίσω δε γυρίζουν.
Μόνο οι μάνες τα θρηνούν τους λένε μηρωλόγια,
και τα βαγιοκλαδίζουνε σαν και να ζουν ακόμης.
Ποτίζουν με τα δάκρυα στσι τάφους τα λουλούδια,
και περιμένουν τη στιγμή να τα σφιχταγκαλιάσουν.
Πέφτει ο νικητής νεκρός πέφτει κι’ο νικημένος…
Μαρία Νικ. Γρυφάκη
Τ. Αντιπρόεδρος Κοινότητας και Κοινοτηκός Σίμβουλος Καντάνου
Πτυχιούχος Σ. Τ. Ε, Σ. Δημόσιος υπάλληλος, Συγγραφέας