Γιορτή του πατέρα
Χρόνια τους πολλά!
Γιορτή του πατέρα σήμερα
πολύ μεγάλη μέρα,
πείτε τους ένα «ευχαριστώ»
και ένα καλή τους μέρα..
Αυτοί ονειρευτήκανε
λουλούδια τους να ανοίξουν
τον κήπο της καρδούλας τους
με μυρωδιές να πνίξουν..
Παιδιά είναι ένα μέρος τους
είναι η συνέχειά τους,
παιδιά είναι η αγάπη τους
καρπός του έρωτά τους!!
Κακοτυχίες της ζωής
ίσως να τον πληγώσαν
και ότι το ανάποδο
τα όνειρα πληρώσαν…
Και μην ξεχνάτε στη ζωή,
ένας είναι ο πατέρας
είστε αυτού καρπός ζωής
πνοή μα και αέρας..
Ότι χαρά είναι του παιδιού,
είναι και του πατέρα,
πετάει ως τα σύννεφα
είστε δικιά του ημέρα…
Γιορτή πατέρα σήμερα
στείλτε του ένα λουλούδι
να ανοίξει η καρδούλα του
να μπει ένα αγγελούδι..
Να νοιώσει πως τον αγαπούν
να νιώσει πως τον νοιώθουν
τα όνειρα αφήσετε,
μέσα στούς φάρους της ζωής,
ελπίδες του να κλώθουν!
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
στον Πατερούλη σας
Παπαδερός Μιχάλης
Ένα ποίημα για
τον Νίκο Γκάτσο
Στίχοι που σημαδεύουν την πορεία
της ζωής μας.
Με κεφάλι σκυμμένο, με μάτια φλογέρα·
τραγούδησε τη ζωή κι άφησε πίσω του
έργο μνημειώδες.
Τώρα, μιλάνε τα τραγούδια κι η Αμοργός.
Η ύπαρξη που πίσω του άφησε, μας τον θυμίζει
καθώς τα χρόνια περνούν κι η απουσία του,
γίνεται ολοένα και πιο αισθητή.
Δάκρυα χαράς και πόνος υπαρξιακός.
Ζωή που δεν πεθαίνει.
Ο Νίκος Γκάτσος!
Στυλιανός Γ. Ξενάκης
Τον ήλιο του καλοκαιριού
Τον ήλιο του καλοκαιριού
Στα δυο σου μάτια βρήκα.
Σε ένα κόσμο μαγικό
Με ένα φιλί σου μπήκα.
Με ήλιο αυγουστιάτικο
Το πρόσωπό σου μοιάζει.
Έρωτας ανεξήγητος
Μες στην καρδιά φωλιάζει.
Τον ουρανό της σκέψης μου
Γέμισες με αστέρια.
Την ώρα που μ’ αγκάλιασαν
Τα δύο ζεστά σου χέρια.
Ήλιε μου και φεγγάρι μου
Και της καρδιάς πυξίδα.
Ουράνιο τόξο φάνηκες
Μετά την καταιγίδα.
Νεκταρία Θεοδωρογλάκη
Για τη Μάχη τση Κρήτης
20/ 5/ 1941 – 1/6/1941
Και… ξαφνικά ‘ρθε καταχνιά κι απλώθηκε φοβέρα,
κατάμαυρη ξημέρωσε εκείνη να η μέρα.
Κοπιάσαν απειλητικά πουλιά στον ουρανό μας,
να υποτάξουν ‘πιθυμούν τον τόπο το δικό μας.
Μα όμως δεν εκάτεχε, κιανείς τη θέλησή μας,
για τ’ όμορφο, μοναδικό, ηρωικό Νησί μας
Που σαν διαμάντι ακριβό, χώνουμε στη γκαρδιά μας,
και είμαστε περήφανοι, στ’ άγια χώματά μας.
Για τούτο αμυνθήκανε οι Κρήτες ενωμένοι,
να διώξουν ούλους τσοι εχθρούς ήτονε ορκισμένοι.
Πήρανε τση χουρχούδες ν τους, κοντάρια και κατσούνες,
γιατί τα ήρεμα νερά, τάραξαν οι φουρτούνες.
Με πάθος αντιστέκονταν τα κρητικόπουλά μας,
μα κι άλλοι που δαν τ’ άδικο, γλακούσανε κοντά μας
Δώκανε νιάτα και γκαρδιά, με ζήλο πολεμούσαν
τον τόπο να ξανοίγουνε λεύτερο λαχταρούσαν
Εκείνοι δεν ανίμεναν, αντίσταση να βρούνε,
μία χαχαλιά αγωνιστές, ετσά για ν’ αμυνθούνε.
Γι’ αυτό με μίσος και οργή, έκαψαν το Νησί μας,
κ’ εκτέλεσαν τα λούλουδα, που ‘χαμε στη ψυχή μας.
Στο πέρασμά τους άφηκαν πόνο πολύ και δάκρυ,
και σκορπισμένα όνειρα, σε κάθε ρούγας άκρη.
Μα δε κατέαν Κρητικός ήντα ψυχή σημαίνει,
γυναίκες, άντρες μια γροθιά, να ν’ αποφασισμένοι.
Να μην αφήκουνε εχθρός, την Κρήτη να πατήσει,
και ούτε μιτσί πετρούλα τση, ετούτος ν’ ακουμπήσει.
Γι’ αυτό και ούλοι πάλεψαν σχεδόν σώμα με σώμα,
κι ας πότιζε το αίμα τους το αγιασμένο χώμα.
Αυτής της υπερήφανης αρχοντοθυγατέρας,
που μοιάζει σα μυστήριος κι’ ολόλαμπρος αστέρας
Ελευθερία Κατσιφαράκη
συντ. δημοσιογράφος
Η Κρήτη των αθανάτων
Κρήτη μου ‘ομορφο νησί
Κλειδί του Παραδείσου
Οι Άγιοί σου κι οι Ήρωες
Η πλειά ακριβή στολή σου.
Στου Δρομονερου την κορφή
Που ναι Ελισαιος προφήτης
Πολέμησαν οι Χριστιανοί
Για την τιμή τση Κρήτης.
ΞΑΚΟΣΙΟΙ ΟΙ ΑΤΡΟΜΗΤΟΙ
ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΠΟΥ ΡΙΧΤΗΚΑΝ
ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΉΤΑΝ Η ΤΟΥΡΚΊΑ
ΜΑ ΔΕΝ ΤΗ ΦΟΒΗΘΗΚΑΝ
ΚΙ ΑΦΗΣΑΝ ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΣΕ ΜΑΣ
Να τους ακολουθούμε
Για το Χριστό, τη Λευτεριά
Κι εμείς ν αγωνιστούμε
Δεν αποθαίνουν οι Ήρωες
Δε τσι σκοτώνου οι σφαίρες
Μα ολόρθοι πάντα στου καιρού
Στέκουνε τσι φοβέρες.
Τρέχει η ζωη σαν το νερο
χαρες για να ποτιζει
να ντυνει τ’ς αντρες λεβεντια
γυναικες να στολιζει.
Βουνά, σπηλιάρια καί κορφές
Τα πρώτα μας παλάτια
Κι όσοι γυρεψουν θα τα βρούν
Στα ίδια μονοπάτια.
Κι ας μάς ε πάνε οι δρόμοι αλλού
Εμείς δε θα χαθούμε
Στα γονικά τ’ αρχοντικά
Τσι φίλους θα καλιούμε,
Στ’ αρχοντικά τση Λευτεριας
Α πού χουν τον αέρα
Μ’ αγρίμια καί σταυραετους
Νά ζιούμε νύχτα μέρα.
κι ας ερxoνται παλι οι καιροί
Κι οι βουλισμένοι χρόνοι,
που αποζυγώνουν τσι χαρές
κι ερχουνται μόνο οι πόνοι.
Το μονοπάτι κάθ’ ενιούς
γκρεμνά βαθειά σιμώνει,
μ’ α πού χει στην ψυχη φτερά
τ ανοίγει καί γλυτώνει.
Γκρεμν’α που ζει καί πορπατει
Σπηλιάρια καί κονευγει
Καλεί τ’ς Αγίους καί γεύγεται
Τ’ς Αγγέλους καί χορεύγει
Κι εμάς εκειά μας ε καλιούν
για νά συναντηθούμε
κι ο,τι αξίζει αληθινα
μαζί νά ξαναβρούμε
Νά βρούμε δρόμους τ ουρανού
που πορπατούν οι αγγέλοι
Και φέρνουν δώρα του Θεού
να παίρνει οποιος θέλει.
Κι ήλιο κι αέρα και νερό
τση ‘χει ο ΘΕΟΣ χαρίσει
κι απάτητες βουνοκορφες
για νά μπορεί νά ζήσει,
η Κρήτη Αφέντρα, λευτερη,
δαφνοστεφανωμενη
μ’ Αγίους καί με Ήρωες
πάντα κατοικημένη
Με Κρητικες καί Κρητικούς
Που ξέρουνε να ζιούνε
Που σπερνου και φυτευγουνε
βόσκουνε καί γλεντούνε,
χτίζουνε κάστρα άπαρτα
Σπίτια καί εκκλησίες,
Μ αγώνες παιρνου τσι χαρές,
Τσι νίκες με θυσίες.
Σε κάμπους κι άπαρτες κορφες
Καί μαρμαρενια αλώνια
εκειά που ο Ηλιος διαφωτά
Κι είναι η ζωή αιώνια,
Σε μύλους κάστρα κι εκκλησιές
Οι άνεμοι όπως φυσούνε
Λάβαρα ξεδιπλώνουνε
Καί φτερωτες γυρνούνε
Κοπέλια, νιοι καί Γέροντες
Σ΄ενα χορό πιασμενοι
Στσι κόπους καί μές στσι χαρές
Σμίγουνε μονιασμένοι,
Κι είν’πανηγυρι κι είν’ γιορτή
Γλέντι που δεν τελειώνει,
Είν’ ένα Δείπνο Μυστικό
Τα σύμπαντα που ενώνει.
Κι η μέρα πια δε σκοτεινιά,
η Νύχτα δε σιμώνει,
Εκειά που σμίγουν οι καρδιές
Κι ο κόσμος ξεφαντώνει
.
Εκειά βρισκομαστε κι εμείς
σήμερο καλεσμένοι
Στον τόπο που για πάντα ζιουν
Οι προαπερασμένοι,
Νά ζήσουν κι α πού κάλεσαν
Καί μπήκαν εις τον κόπο
για να τιμήσουν τ¨ς Ήρωες
Στον εδικό τους τόπο.
Α Θ Α Ν Α Τ Ο Ι.!
*Η Κρητη των Αθανάτων, ριμα του Νικολάου Δρακάκη , εκ Μεσκλών
(Αετομαδαρίτη)”
Χαιρετισμός του εκπροσώπου της ΝΙΚΗΣ
Δρακάκης Νικόλαος
χειρουργός οδοντίατρος υποψήφιος βουλευτής Χανίων στην τελετή μνήμης και τιμής των μαχητών της μάχης του Δρομονερου