Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ποιητές και ριμαδόροι σχολιάζουν την επικαιρότητα

Για τους ήρωες πιλότους

Δύο Ίκαροι πετούσανε
Τις φλόγες πολεμούσαν.
Να σβήσουνε την πυρκαγιά
Για ώρες προσπαθούσαν.
Τ’ αεροπλάνο έπεσε
Στην Κάρυστο και τώρα.
Σε πένθος εβυθίστηκε
Ολόκληρη η χώρα.
Οι δυο πιλοτές ήρωες
Αθάνατοι θα μείνουν.
Για την αυτοθυσία τους
Παράδειγμα θα γίνουν.

Νεκταρία Θεοδωρογλακη 

Ερήμωσε η γειτονιά !!!!

Σάββατο κι απόβραδο στση γειτονιάς τα μέρη
εκεί που εμεγάλωσα μ’ ανθρωπος δεν με ξέρει

Ερημωσε η γειτονιά ,που παιζαμε παιδάκια
η γειτονιά που μαζευε όλα τα κοπελάκια..

Τόπι ξυλικι,και κρυφτό παίζαν τ αγοράκια
κούκλες κουμπάρες παίζανε όλα τα κοριτσάκια

Κάποια στιγμή εφύγανε πήγαν σε άλλα μέρη
πού πήγανε πού βρίσκονται άραγε ποιος να ξέρει!!

Τα αγοράκια ανδρωθήκαν κτίσανε και σπιτάκια
και τα κορίτσια γίνανε γιαγιάδες με εγγονάκια .

Αχι και να γυρίζανε τα χρόνια κείνε πίσω
και το σπιτάκι πούχτισα σ Εσας να το χαρίσω.

Τα όνειρα είναι γλυκά ΄μόνο οντε κυμάσαι
χαρές και γέλια παιδικά ετοτε σας θυμάσαι

Ω!! το παντέρμο τ όνειρο στο παρελθόν πώς τρέχει
τη σκέψη και τη θέληση παρέα του σαν έχει .

Νικόλαος Φλεμετακης

Ο μοναχικός Καρυωτάκης

Ποιά μοίρα τον εμοίρανε, άχαρη ζήση να ‘χει
απ’ το περβόλι της χαράς λουλούδια να μη δρέπει,
να ‘χει τα χείλη του στεγνά και σφαλιχτά στο γέλιο
μαύρα και γκρίζα χρώματα ολόγυρα να βλέπει,
κι αν μια στιγμή, σαν άνθρωπος, επιθυμήσει κι άλλα
την ίδια του την πεθυμιά αμοναχός να πνίγει!
Η θλίψη από τη λύρα του ποτέ δεν απολείπει
κι όμως μπροστά στην ομορφιά του δειλινού την ώρα,
στ’ ακροθαλάσσι τ’ αργυρό και στα γαλήνια πλάτη
αποξεχνιέται μι’ αστραπή, γλυκά συνεπαρμένος
και με λαχτάρα καρτερεί στο θόλο να προβάλλει
να του κρατήσει συντροφιά «Το φεγγαράκι απόψε» (*),
σαν “πέσει” μέσα στο γιαλό βαρύ μαργαριτάρι
και κει στον θόλο να γελά τ’ αληθινό φεγγάρι!..

άραγε να του γίνανε τα χέρια περιστέρια
δυο κούπες οι παλάμες του με φως απ’ το φεγγάρι
να του ραντίζουν τα μαλλιά, τους ώμους, την ψυχή του;
Μες σε καΐκι να ‘βαλε τ’ Όνειρο ν’ αρμενίσει
ή πριν προλάβει να χαρά αυτά που προσδοκούσε
σαν την κακιά τη μάγισσα, πρόβαλε ορθή μπροστά του
η αχώριστη “συντρόφισσα” της άχαρης ζωής τ ου
κι απ’ τα φεγγάρι’ ανάμεσα μετέωρος που βρισκόταν
ξάφνου γοργά τον άρπαξε και ξαναγύρισέ τον
πα στα χοχλάδια του γιαλού, π’ απού λαμπρά διαμάντια
άχαρες πέτρες γίνανε και τ’ Όνειρο σκοτώσαν;

(*) ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη.

Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη

Εδά είντα πρέπει να κάνουμε

Αθρώπους έμπεψ’ ο Θεός σε τουτηνέ την πλάση
είπε να είμαστε σωστοί, χρόνος προτού περάσει.
Μιτσοί όντε θαν’ είμαστε κάνουμε κουζουλάδες
μα σαν περάσει ο καιρός μας πιάνουνε ζαλάδες.
Ένας Θεός θωρεί ετσά, ξανοίγει τσοι αθρώπους
να ‘χουνε χριστιανική πρεπιά και θεϊκούς τσοι τρόπους.
Μερκοί παντρεύουνται καλά και κάνουνε παιδάκια
άλλοι ξεχνούνε την παντρειά, γυρνούνε στα σοκάκια.
Αργεί να καταλάβουμε την ύπαρξη του κόσμου
όσοι ‘πομείναμ’ επαδά, συνέχεια λένε δωσ’ μου.
Όμως τον κόσμο τουτονέ που ‘μοιαζε με περβόλι
εδά τον καταντήσαμε να τον συχαίνουντ’ όλοι.
Χαλάσαμε τη θάλασσα τη γη και τον αέα
μερκοί δεν καταλάβανε που ζούμε κάθε μέρα.
Τον τελευταίο τον καιρό τα πάντα προσπαθούμε
θα χρειγιαστούμ’ όμως πολύ καλό να ξαναδούμε.
Ούλοι να ξαναδούμε μπλιο την τάξη και το φως μας
αν θέλουμε μη χάσουμε ότι ‘μεινε ομπρός μας.
Απ’ ούλα που εγίνανε πρέπει να διορθωθούνε
ανέ πιστεύουμε Θεό κι ανέ τον προσκυνούμε.
Καθένας να βελτιωθεί, να διώξει κάθε πάθος
πάλι ο κόσμος να γενεί του παραδείσου άνθος.
Ετσά θα ξαναδούμε πρωί ήλιο να ξαναβγαίνει
κι ούλος ο κόσμος που ‘γινε ομπρός να ξαναπιαίνει.
Πάλι Εκείνος θα μας δει απ’ τ’ ουρανού τα ύψη
πράμα απούναι βλαβερό στη γης δεν θαν’ αφήσει.

Μαδαρίτης

Κάθε φτωχός κι η μοίρα του

Η νέα η κυβέρνηση εξήντα τρεις μονάχα
έχ’ υπουργούς κι υφυπουργούς δεν είναι λίγοι τάχα;
Δεν θα ‘πρεπε μια δεκαριά να προστεθούν ακόμα
για να μπορέσ’ η χώρα μας να βγει από το… κώμα.
Κι ακόμη περισσότερα χωρούν σ’ αυτή τη μάχη
που δίνει η πατρίδα μας, που την πετρώνουν βράχοι.
Όλοι με τ’ αζημίωτον εργάζονται βεβαίως
ίσως μια μέρα η Ελλάς ξεφύγ’ από το χρέος.
Τα μισητά μνημόνια που έχει υπογράψει
την φέρανε σε τροχιά, το μέλλον της ν’ αλλάξει.
Μα η υψηλή τους αμοιβή γίνεται η αιτία
κι εκατομμύρια πτωχών μιλούν για αλητεία.
Αντί να περικόπτουνε λιγάκι τις δαπάνες
όσο μπορούν ανοίγουνε τις κρατικές τις βάνες.
Το χρήμα ρέει άφθονο στου Κράτους τα ταμεία
και προς τα κάτω φέρεται να τρέχ’ οικονομία.
Όμως η πρόσφατ’ εντολή που ‘δωσε στον Κυριάκο
την παροιμία μολογά, δεν έχ’ η φάβα λάκκο.
Και θα ταλαιπωρούμαστε χρόνια πολλά ακόμη
αφού δεν βγάζουν πουθενά ετούτοινα οι δρόμοι.
Κοινό πως είναι μυστικό αυτό που σασε λέω
κι οι πέτρες το γνωρίζουνε αυτές των προπυλαίων.
Π’ αιώνες τώρα στέκονται πάνω στον Παρθενώνα
και το φωνάζουν ν’ ακουστεί, στον άπαντα αιώνα.
Κάθε φτωχός κι η μοίρα ντου λέει μια παροιμία
για πλούσιους μόνο έχουνε τα κρατικά ταμεία.

Εννιαχωριανός

Επίκαιροι στίχοι
Στον απόηχο της πύρινης λαίλαπας

Όρθιος έμεινε ένας δρυς μετά την πυρκαγιά
δίχως κλαδιά σαν φάντασμα μοιάζει σαν μαύρο σκιάχτρο,
εκείνος που ξεχώριζε σαν στα ουράνια τ’ άστρο
που λάμπει περισσότερο στην σκοτεινή νυχτιά!

Γύρω του τα χαμόκλαδα θαμμένα μες στις στάχτες,
σου φέρνει θλίψη η όψη του και ρίγος στο κορμί
κι ενώ σε πνίγει η μυρωδιά απ’ τις καμένες σάρκες
η πίκρα σκίζει τα σπλάχνα σου όπως τη γη το υνί.

Τον βλέπει η νύχτα και θρηνεί και πάνω του απλώνει
τ’ ανάλαφρο μαγνάδι της ν’ απαγαδιάσει ο πόνος
κι η αυγούλα η δροσοστάλαχτη όταν τ’ ανασηκώνει
του λέει: «Θα φέρει τη ζωή γύρω σου ανάρια ο χρόνος,

»θα τη βοηθήσει τη ζωή πάλι να δει το φως
ο ήλιος μεσ’ απ’ τις ρίζες σου κι η γης όψη θ’ αλλάξει
θα βγουν κλωνάρια γύρω σου δεν θα ‘σαι μοναχός
κι ένα πουλάκι πάνω τους μι(α) αυγή φωλιά θα φτιάξει!»

Κείνη η πλαγιά που ήτανε από ζωή γιομάτη
τώρα μοιάζει σαν κόλαση, σαν νεκρωμένη γη
κι έχει απλωμένο η συμφορά το μαύρο της κρεβάτι
και πάνω του αναπαύεται αγκαλιά με την οργή.

Και μιας βρυσούλας το νερό που σιγαλά κυλάει
σαν μοιρολόι ακούγεται σαν πένθιμη κραυγή
κι όποιος διαβαίνει πλάι της μοιάζει να τον ρωτάει:
«Γιατί γιομίζεις με πληγές τη μάνα σου τη γη!»

Δημήτρης Κ. Τυραϊδής
συγγραφέας – ποιητής
μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων
και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων

Προφήτης Ηλίας

Άγιε προφήτη  ΑΙ-ΛΙΑ
πώς τόχες προφητέψει
πώς του ανθρώπου η μοναξιά
θαρθεί να πλανητέψει..

Πάνω στούς βράχους τους ψηλούς
έκανες τις αυλές σου
κι αν βλέπεις και το πέλαγος
είναι διπλές χαρές σου!

Μιά εκκλησιά ένα σήμαντρο
σεμνό προσκυνητάρι
ένας σταυρός στού  ΑΙ-ΛΙΑ
μεγάλη του η χάρη!

Άγιε προφήτη ΑΙ-ΛΙΑ
ψηλά σαν τον Θεό σου,
ψηλά τον είδες μοναχό
να στέκει στο πλευρό σου..

Άγιε προφήτη ΑΙ – ΛΙΑ
μεγάλη σου η χάρη
μονάχος είσαι στα ψηλά
σεμνό προσκυνητάρι!

Της μοναξιάς το σήμαντρο
πάνω στην ερημιά σου
όποιος ψηλώσει  να σε δεί
παίρνει την ευλογιά σου!
——————————————
Πήρε κουπί ο ΑΙ-ΛΙΑΣ
κι ανέβηκε στα Όρη
του ήρθε μια επιφοίτηση
και άλλαξε την πλώρη

Η μοναξιά περίσσεψε
στους χαλεπούς καιρούς μας
και ένα σήμαντρο χτυπά….!
να  αλλάξει  την κατεύθυνση
καρδιάς – ψυχής   Βαπόρι..
——————————————
Μιχάλης Παπαδερός


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα