Οι Ευρωπαίοι Αγρότες µας
Οι Ευρωπαίοι Αγρότες µας
Λες τα τρακτέρ τους κάνουν επανάσταση
Βροντούν κι αστράφτουνε στις ρόδες
Και όχι απ΄ το µυαλό τους να κινά
Ακύρωση γεωργικής αυριανής Ευρώπης
Και µεθαυριανά ‘’ πως καταντήσαµε ‘’ να λένε πάλι
Όλα τα Σάββατα και το αυριανό 3/2/2024
Μαζί σας όλοι νους τρακτέρ οργώνοντας
Ένα ροδάκινο, δύο κεράσια, µια ελιά
Μισό πορτοκάλι, άµπελος µη εκµεταλλευµένη και σταφίδα
Αγρότες µου ‘’ αγράµµατοι ‘’ σπουδάστε µας, είν’ η σειρά σας
Ηλίας Τσέχος
Νοσοκοµειακοί Γιατροί
Γιατροί του αναστήµατος, Κατσούγκρη και Καστάνη,
µε του Θεού τη δύναµη, χτυπήσανε ταβάνι.
Κάθενας µία κλινική, υπό τον έλεγχο του,
έχει και πραγµατοποιεί, το έργο το δικό του.
Εις το Νοσοκοµείο µας, το Γενικό Χανίων,
εργάζονται ακούραστα, προς όφελος ενίων.
Συµπολιτών που τσί ΄χουνε, απόλυτη ανάγκη
κι ύστερ’ απ’ την εγχείρηση, περνούνε το… φαράγγι.
Χωρίς καµιά βοήθεια, ούτε περίσσιο κόπο,
φτάνουνε εις το Λιβυκό, σ’ Αγιάς Ρουµέλης τόπο.
Το πέρασµα τση Σαµαριάς, είναι γι’ αυτούς παιγνίδι,
µετά ΄πο µια επέµβαση, πενήντα µέρες ήδη.
Και ΄γω προσµένω σύντοµα, επέµβαση στην κήλη,
απ’ τον Κατσούγκρη πιθανόν, αφού κι δυο ΄ναι φίλοι.
Μ’ ένα µου γιο γνωρίζονται, που λένε Παναγιώτη
και στο Νοσοκοµείο µας, κάρτα ΄χει αιµοδότη.
Σ’ επίσκεψη για ραντεβού, τού ΄παν να περιµένω,
πριν λειτουργήσουν οι δοµές, το ραντεβού κλεισµένο.
Εννιαχωριανός
Επίκαιροι στίχοι
Βράχνιασε ο µαυροκόρακας
Βράχνιασε ο µαυροκόρακας τ’ αδέλφια του να κράζει
να παν στην τάβλα που ‘στρωσε για κείνους η οργή,
γιοµάτη σάρκα τρυφερή που ακόµα αίµα στάζει…
οι µάνες πριν την κρύψουνε µέσα στη µαύρη γη.
Κι η µάνα ακούει το κάλεσµα και σέρνεται σαν φίδι
να πάει κοντά στο σπλάχνο της µη κι είναι λαβωµένο,
θα το γνωρίσει απ’ το µικρό στο ρούχο του κεντίδι…
τρέµει στη σκέψη µην το βρει η δόλια σκοτωµένο.
∆εν έχει πόδια να σταθεί όρθια για να τρέξει,
πλάι του ογλήγορα να βρεθεί, κουράγιο να του δώσει,
και το Θεό παρακαλεί η µάνα, για ν’ αντέξει,
µην ξεψυχήσει… σέρνοντας κι ο νους της πριν θολώσει.
Κι απ’ την απελπισία της τραβάει τα µαλλιά της,
σπαράζει σαν άγριο θεριό στο χώµα πληγωµένο,
σαν µέλισσα που κάηκαν στις φλόγες τα φτερά της,
σαν γερακίνα σε κλουβί µε σίδερο πλεγµένο.
Σώνει, το βρίσκει το παιδί κι ήταν αγκαλιασµένο
µ’ άλλα παιδιά που φώναζαν ‘’µανούλα’’ όλα αντάµα
µες στα συντρίµµια απ’ το σχολείο το µισογκρεµισµένο
κι όταν την είδαν έσκουζαν ‘’έλα κοντά µας µάνα!’’
∆ηµήτρης Κ. Τυραϊδής
συγγραφέας – ποιητής
µέλος της Παγκοσµίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών, µέλος των Πνευµατικών ∆ηµιουργών νοµού Χανίων και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων
Παλιά γειτονιά
Πέρασα µες απ’ την παλιά τη γειτονιά µου
την όµορφη κι αξέχαστη Αµπεριά µου
τη γειτονιά που ευωδίαζαν τ’ Αµπέρια
και που η ευωδιά τους ξεπέρναγε τ’ Αστέρια.
Πέρασα µες απ’ την παλιά τη γειτονιά µου
που άλλοτε έσφυζε από νιάτα και ζωή
κι οµολογώ πως µάτωσε η καρδιά µου
και πως µου κόπηκε στ’ Αλήθεια η πνοή.
Που ΄ναι τ’ αλλοτινά της Αµπεριάς τα Μεγαλεία
πολύβουο µελίσσι οι γειτονιές
πού ΄ναι τ’ αξέχαστα πανέµορφα τοπία
τώρα ερηµιές! τώρα ερηµιές!
Πού ΄ναι τ’ Αµπέρια σου, τα γιασεµιά και οι µυρτιές σου,
οι λυγερόκορµες, ψηλόλιγνες οµορφοκοπελιές σου,
που σαν τραγουδούσανε, αντιλαλούσανε
ήχους γλυκόηχους οι γειτονιές σου.
Όλα µαράθηκαν και χάθηκαν, και δεν γυρίζουν πίσω.
Αχ και να γινότανε τον χρόνο πίσω να γυρίζω
να ξαναβρισκόµουνα πάλι στην Αµπεριά µου
στην όµορφη και αξέχαστη Αρχοντογειτονιά µου.
Ιωάννης Κουρουτάκης
λογοτέχνης
Εκ προθέσεως
Μπερδεύεται ο νέος κηπουρός.
Ίσως, όµως, να το κάνει και εκ προθέσεως.
Αντί να ξεφυτρώνει τα ζιζάνια.
Τα ποτίζει µε ξεχωριστή φροντίδα.
Ώστε να θεριέψουν.
Συµβοηθοί του να γίνουν.
Να ξολοθρέψει τα λουλούδια του κήπου,
που µαζύ µας µεγάλωσαν
και τη ζωή µας σηµάδεψαν.
Έναν δήθεν σύγχρονο κήπο για να δώσει,
πλην γεµάτο αόρατα αγκάθια,
που αν ήταν δρόµος, πίσω και όχι µπρος
σε πάνε.
Κι ο στίχος του ποιητή έρχεται έτσι
στο νου,
που µοιάζει να περιγράφει την αυλή µας:
«τα ήµερα κρυφτήκανε
και βγήκαν τα θρασίµια».
Γ. Η. Ορφανός
Όταν τα περιστέρια κλαίνε
Τα µάτια της πρησµένα απ’ τον ύπνο·
τα µαλλιά της πιασµένα, κάνουν τα περιστέρια
να κλαίνε.
Στην αυλή του σχολείου τα παιδιά παίζουν
ποδόσφαιρο.
Στις αίθουσες διδασκαλίας επιβιώνουν
οι πιο δυνατοί.
Κάτω απ’ το λαµπερό φως της Πανσελήνου
βλέπουµε το πρόσωπο µας, στον πυθµένα της θάλασσας.
Αποκαλύπτονται τα εσώψυχα µας κι η καρδιά και η ψυχή µας
συντονισµένες, εκπέµπουν ραδιοκύµατα στην ίδια συχνότητα.
Ο χρόνος έγκλειστος στα πέταλα των λουλουδιών κι οι
πεταλούδες της νύχτας, αναζητούν σποράκια στα
παγωµένα πεζοδρόµια.
Στυλιανός Γ. Ξενάκης
Aλκυονίδες
λέγονται οι µέρες µε λιακάδα
που µεσ’ το καταχείµωνο ζεσταίνουν Ελλάδα
Στα βράχια του Αιγιοπέλαγου θρηνεί η Αλκυόνη
Η οργή του ∆ία τον Κήυκα σ’όρνιο µεταµορφώνει.
«Ήρα εγώ, ∆ίας εσύ» ασέβεια µεγάλη,
Κήυκα να εξισωθείς µε των θεών τα κάλλη.
Ω! δυστυχία ανείπωτη, ω! πόνος που σκοτώνει
µάταια αναζητά παντού τον Κήυκα η Αλκυόνη.
Φτερά στους ώµους τής φορά η λύπηση του ∆ία
Θαλασσοπούλι γίνεται η όµορφη κυρία.
Τον λατρεµένο Κήυκα στα βράχια ανταµώνει.
Ο έρωτας γεννά αυγά κι η αγάπη τα πυρώνει.
Μα µανιασµένος ο βοριάς κι αγριεµένο κύµα
ω! συµφορά εξαφάνισαν τα αυγά και είναι κρίµα.
∆έηση στέλνει στους θεούς η άµοιρη Αλκυόνα
Ήλιο να στείλουν γελαστό στην µέση του χειµώνα. Μες του Γενάρη την καρδιά, στην πεθαµένη πλάση
έρχεται ο ήλιος πάνοπλος τα αυγά να επωάσει.
Ελένη Μανιοράκη