Γεύση με σάτιρας οσμή
Ο φίλος Εννιαχωριανός που τονε λένε Γιάννη
από το βήμα τούτονε προσπάθεια θα κάνει.
Με ρίμες αυτοσχέδιες αλλά και μαντινάδες
να εντοπίζει τα στραβά και τσοι παραφαντάδες.
Π’ υπάρχουνε τριγύρω μας και να τσι καταγράφει
έμμετρα και σατιρικά μη μένουνε στο ράφι.
Για μια προσπάθεια μιλεί που σκέφτεται ν’ αρχίσει
χωρίς να θέλει με αυτή όνομα να αφήσει.
Ο άγνωστος Νιαχωριανός που τον γνωρίζουν όλοι
αφού σαν ΤΕΒΕτζή παλιά, αλώνιζε την πόλη.
Εισέπραττε τις εισφορές και ένσημα κολλούσε
κι αν κάποιοι δεν πληρώνανε η καρδιά του δεν χαλούσε.
Για καφενέδες έγραψε μια ρίμα τις προάλλες
που εδημοσιεύθηκε όπως και τόσες άλλες.
Αφού σαν πήρε σύνταξη δεν είχε τι να κάνει
μουράγιο βρήκε κι άραξε στσι ρίμας το λιμάνι.
Χίλιες διακόσες σήμερα μετρά η συλλογή ντου
π’ αυξάνεται καθημερνά και χαίρετ’ η ψυχή ντου.
Η καραντίνα δούδει ντου τώρα την ευκαιρία
που κάθεται στο σπίτι ντου να ‘χει τρελή πορεία.
Μα του στερεί τσι φίλους του σε μια μικρή παρέα
που λένε φιλολογική με μέλος κι ιερέα.
Πέμπτε εσυζητούσανε στου κήπου το σαλόνι
μ’ η καραντίνα το ‘κλεισε και τώρ’ αντάρ’ απλώνει.
Με άλλους φίλους βέβαια, Πλυμάκη, Καμβυσέλλη
τα λένε τηλεφωνικά, τούτο ‘μεινε εν τέλη.
Αυτά μονάχα σήμερα, σ’ αυτή τη ρίμα γράφω
κι αν σ’ όλους δεν αρέσουνε, αρέσουν σε ζωγράφο.
Μου το ‘πε στο τηλέφωνο, τον λεν’ Κοκολογιάννη
που σε σατιρικούς ρυθμούς, βγαίνει κι αυτός… σεργιάνι.
Εννιαχωριανός
Μέλος λογοτεχνικής παρέας Χανίων
Επιστήμονες Χριστιανοί
Είναι οι επιστήμονες που έχουμε στη χώρα
κι ούλοι προσφέρουνε καλό κάθε στιγμή και ώρα.
Οι πια πολλοί σπουδάξανε Αμερική, Ευρώπη
εκειά τσι θέλουν τσι βαστούν γιατί υπάρχουν τρόποι.
Έπρεπε να ‘ρθουν ιοί, αρρώσιες να μας βρούνε
πόσο αξίζει μια ζωή να το αντιληφθούμε.
Οι ντόπιοι επιστήμονες δε φτάνουν στον αγώνα
ούλοι εστρατευτήκανε και Ευρωπαίοι ακόμα.
Νοσηλευτές είναι πολλοί που καταβάλλουν κόπο
ούλοι μαζί δουλεύουνε για την υγεία αθρώπω.
Μέρα και νύχτα πολεμούν για την υγειά του κόσμου
και ζούνε μες στον κίνδυνο τσ’ αρρώσιας και του τρόμου.
Η πανδυμίαα τουτηνέ φαίνεται είναι μήνυμα
πως αθρωπότη ξέφυγε ‘που του Θεού το κήρυγμα.
Μιας κι ούλος ο φτωχός λαός ίσως δεν είναι φταίχτης
μπορεί όντε διορθωθεί να ξαναγίνει ρέχτης.
Αν βρούμε ούλοι μας ξανά του Ύψιστου το δρόμο
θα είμαστε Χριστιανοί μ’ αγάπη χωρίς πόνο.
Ετσά θα λείψουν τα κακά που τυραννούν τσ’ αθρώπους
όι στο Χριστιανισμό αλλά και στσ’ άλλους τόπους.
Είναι καιρός να μάθουμε, γέροι και νιοι πατρίδας
πως πράττουνε οι Χρισιανοί τση γνήσιας ελπίδας.
Απού καρδιάς ας δώσουμε χίλιες ευχαριστίες
σ’ ούλους που ξενυχτήσανε και κάμανε θυσίες.
Για να μπορούμε σίγουρα ούλοι εμείς να ζούμε
μια τη ζωή απούχουμε σ’ αυτούς τηνε χρωστούμε.
Ποτές μη συνταιριάξουμε πολιτική με υγεία
ένας Θεός πούναι ψηλά δούδει την ευλογία.
Μαδαρίτης
Οι γάτες
Άδεια η πόλη.
Ανάβει το φανάρι πάντα σταθερά.
Οι μετακινήσεις έχουν πια απαγορευτεί.
Μόνο οι διανομείς κι οι αστυνόμοι
κυκλοφορούν ελεύθεροι.
Α, και κάποιες γάτες, φίλες παλιές
που στάση κάνουν
έξω από το παράθυρο μου.
Στα μάτια με κοιτούν
κάτι λένε στη γλώσσα τους
και φεύγουν.
Ποτέ δεν κατάλαβα
τι ήθελαν να πουν
με αυτό το νιαούρισμα
που έμοιαζε με σύνθημα.
Ειρηναίος Μαράκης
Οι κυρώσεις
Κάποια κράτη που δεν έχουν με τους Τούρκους γειτονιά
όπλα γι’ άλλους τους πουλούνε και… ο μήνας έχει εννιά…
Και η παρέα του Σαράντα (1940) , Γερμανοί και Ιταλοί
γιατί δεν τους πολέμησαν τσ’ αγαπούν πάρα πολύ.
Όμως και τους ξεζουμίζουν με πωλήσεις πολλαπλές
και την λίρα τους έχουν φτάσει σε σημείο να την κλαίς…
Για όλα τούτα τις “Κυρώσεις” δεν το θέλουν να τους μπουν
κι ανενόχλητους τσ’αφήνουν τους γειτόνους να αδικούν
και διαρκώς τις παραπέμπουν για την … άλλη τη φορά
κι οργιάζουν και θα οργιάζουν και … “ο χορός κρατά γερά!”…
Παύλος Πολυχρονάκης
Οι άσπονδοι εχθροί
Η υπερηφάνεια καταδιώκει την αφάνεια,
ενώ η ταπείνωση την επιδιώκει,
Μόνος μες στη σπηλιά μου
στοχάζομαι και η υγρασία
μού κόβει το οξυγόνο.
Στην αυλή μου καλλιεργώ άνθη
εύοσμα, γαρδένιες και φούλια,
αλεξανδρινά και σγουρούς βασιλικούς.
Πρωτοστατώ στις επαναστατικές
λογοτεχνικές ιδέες, ανοίγω
παράθυρα ζωής και σχετίζομαι
με τους ανθρώπους.
Τα χρόνια περνούν κι ο έρωτας
καραδοκεί, σασν κλέφτης στη γωνία.
Περπατάω στους δρόμους, εκεί
που το τσιμέντο νικάει το χώμα
και η πίσσα ερωτοτροπεί με
τους γιγαντιαίους οδοστρωτήρες.
Οταν η νύχτα κουραστεί να διασκεδάζει
το φως της μέρας θα μας γεμίσει
ελπίδα, όπως το λυκόφως και το λυκαυγές κουβαλάνε πόθους
ανομολόγητους και σκορπάνε την
αστική σκόνη στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Στυλιανός Γ. Ξενάκης