Μάχη της Κρήτης
Ονομάζομαι Γαγάνης Μιχάλης και δεν είμαι ποιητής. Είχα την τύχη να γνωρίσω έναν καλό φίλο από την Ανώπολη Σφακίων, που στα γεγονότα του 1940-’44 των Γερμανών, ήταν 13 χρονών και τα έζησε όλα. Τώρα ο άνθρωπος αυτός έχει φύγει από τη ζωή· ήταν μόνιμος κάτοικος Αμερικής και λεγόταν Σήφης Φαρδέλος, ο οποίος ερχόταν στα Χανιά τα καλοκαίρια. Κάναμε παρέα και μου είπε τα παρακάτω ποιήματα:
ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Το 1900 μες το ‘41
στην Κρήτη ορμούν
οι Γερμανοί
και δεν ρωτούν κανένα.
Με αεροπλάνα γρήγορα
την Κρήτη εγαζώσαν
και με αλεξίπτωτα πολλά
στρατό εξεφορτώσαν.
Μάιος μήνας ήτονε
που τα κλαδιά ανθίζουν
και οι Κρητικοί με Γερμανούς
τον πόλεμο αρχίζουν.
Είκοσι μέρες μάχονταν
για την ελευθερία
οι Κρητικοί ηρωικά
και γράψανε ιστορία.
Μάχη της Κρήτης ελέγουταν
γιατί ήτανε μεγάλη
και διεθνώς ακούγονταν
πως δεν της μοιάζει άλλη.
Άκουσα και εις το ράδιο
το Χίτλερ να φωνάζει
πως με τις Γερμανίδες του
τους Κρητικούς θα σφάζει…
– Χίτλερ εις τον πόλεμο
βάλε άντρες γενναίους
και άσε τις Γερμανίδες σου
για τους Καπεταναίους.
Γιατί τα Κρητικόπουλα
ποτέ δεν ντροπιαστήκαν
πολέμησαν πολλές φορές
και νικητές φανήκαν.
Ξέρουν να παίζουν το σπαθί
ξέρουν να χύνουν αίμα
και άμα σταθούν απέναντι
θάναι κακό για σένα.
Τους δοξασμένους Κρητικούς
άμα θα δεις ομπρός σου
42 βαθμούς
θ’ ανέβει ο πυρετός σου.
Πολλές χιλιάδες Γερμανοί
βαριά εξοπλισμένοι
αυτοί μας κυριέψανε
που ‘μαστε εξαντλημένοι.
Τέσσερα χρόνια κάθισαν
φύγαν ταπεινωμένοι
στη Γερμανία εγύρισαν
την βρήκαν μοιρασμένη.
Κλαίνε τα Όρη τα Λευκά
κλαίει και ο Ψηλορείτης
γιατί σκοτώσαν οι Γερμανοί
τη λεβεδιά της Κρήτης.
Κρήτη φιλόξενο νησί
της λεβεντογέννας μάνας
χωρίς εσένα δεν χτυπά
της Λευτεριάς καμπάνα.
Κρήτη θα πει φιλότιμο
Κρήτη θα πει τουφέκι
Κρήτη θα πει παλικαριά
και Δοξασμένη στέκει.
*** * ***
ΑΝΩΠΟΛΗ
Ακούσετε να σας επώ
λυπητερό τραγούδι
λυπητερό και θλιβερό
απού θα κλάψετ’ ούλοι.
Να ‘χε βουλήσει Κυριακή
και να ραΐσει η Κρήτη
ότεν αναμαζώχτηκε
ας μην ήθελε σώσει.
Εις την επαρχία εις τα Σφακιά
μην ήθελα ‘ποσώσει
βγήκε εις την Ανώπολη.
Τσ’ άντρες μονομερίζουν
στον Μπέργυρο του Αιγιργιού
πάνε και τους μαντρίζουν.
Πιάνουν και ξεδιαλέουνε 20 παλικάρια
λεβέντες της Ανώπολης πούσαν σαν τα λιοντάρια.
Εκλέγανε οι γυναίκες τους
φωνάζανε κι οι άντρες
νομίζεις και σακάζανε
τα πρόβατα στις μάντρες.
Η μια έκλαιγε τον άντρα της
και οι άλλες τα παιδιά τους
μάτσες, μάτσες τα ρίχνανε
στους δρόμους τα μαλλιά τους.
Εδερνοκοπανίζονταν
οι μαυροκακομοίρες,
γιατί το περιμένανε
πως θ’ απομείνουν χήρες.
Εδερνοκοπανίζονταν,
τον μπέτι τους χτυπούνε
αυτούς που περιμένανε
δεν θα τους ξαναδούνε.
*** * ***
ΑΝΩΠΟΛΗ
Κάτω στη Χώρα τω Σφακιώ
που είναι τα πευκάκια
εκεί τα τουφεκίσανε
τα Ανωπολιτάκια.
Όταν τους τουφεκίζανε
τους είχαν μουρωμένους
με τα μαντίλια τους σφιχτά
τους είχανε δεμένους.
Όταν τους τουφεκίζανε
μικροί μεγάλοι κλαίνε
βενζίνα τους ερίξανε
και πάνε και τους καίνε.
Άμα τους ενετάρανε
δεν τους επαραιτούνε,
μέσα σ’ ένα χαράκωμα
πάνε και τους πετούνε.
Και με λοστούς και με βαριές
το τάρτατο βουλούνε.
Το τάρτατο βουλίσανε
πέφτει και τους πλακώνει
και δεν αφήνει ο Γερμανός
κανέναν να σιμώνει.
Κλαίγανε εις τον Ομπρόσγιαλο
κλαίνε και εις το Μεσοχώρι.
Έκλαιγε και μουγκότανε
του Ντουρουτού μια κόρη.
Έκλαιγε τον πατέρα της
το πενταπλουμισμένο,
που ήτανε σαν τον άγγελο
εικόνα ζωγραφισμένος.
Ήσανε και Αθήτηδες,
ήσανε Σαβιολήδες,
ήσανε Κοτορίνηδες,
όλοι ντελικανήδες.
Ήσανε Μαυριγιάννηδες
ήσανε Ζαχαριάδες,
ήσανε και Τόρηδες,
κρίμα τους τέθοιους άνδρες.
Ήσανε και Παπαδεροί
ήσανε και Γλιμμένοι
άδικα τους σκοτώσανε
οι σκυλοφαωμένοι.
Κρίμας τα μήλα να ψιγού
τα ρόδα να μαδήσουν,
κρίμα τα τέθοια τα κορμιά
να κακοθανατίσουν.
Άδικα τους σκοτώσανε
κι όλοι μας το θωρούμε
και πρέπει εμείς που μείναμε
να τονε συγχωρούμε.
Ούλης τση Κρήτης τα βουνά
όπου κι ανέ τα σκάψεις
κόκαλα των παλικαριών
θα βρεις και θα ξεθάψεις.
Μόνο εις τα Σφακιά
γεννιούνται καπετάνιοι
μα τσοι διαλέγει ο Θεός
τσι μάνες απου τσοι κάνει.
Γαγάνης Μιχάλης
Αν δεν το ξέρεις, μάθε το
Ποιός είσαι συ που τόλμησες την Κρήτη να σκλαβώσεις;
Αν δεν το ξέρεις, μάθε το: Στον αργαλειό της Κρήτης
υφαίνουμε τη Λευτεριά μ’ υφάδι τη ζωή μας
και με στημόνι άφθαρτο: Το χρέος στη φυλή μας!
Ποιός είσαι συ που τόλμησες, στο γαλανό ουρανό μας
να πέψεις τους “γυπαετούς” τη συμφορά να σπείρουν;
Αν δεν το ξέρεις, μάθε το: Από τον ουρανό μας
για πάντα χάθηκε η σκλαβιά με τα φτερά του Ικάρου!
Ποιός είσαι συ που τόλμησες, χωρίς καμιά αιτία
να βάψεις κατακόκκινο το γαλανό νησί μας;
Αν δεν το ξέρεις, μάθε το, πως από δω απ’ την Κρήτη
ξεκίνησαν οι συμφορές που σ’ ηύραν παραπέρα!
(Κρήτη κι Ελλάδα “σου ‘φαγαν” πενήντα πέντε μέρες
ενώ εσύ λογάριαζες τέσσερις μέχρι πέντε,
κι έτσι ‘ταν που σας πρόλαβε, ο ρωσικός χειμώνας!
Μ’ όλα τα επακόλουθα…)
Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη
Για τη Μάχη της Κρήτης
Στα χίλια εννιακόσια και στο σαράντα ένα (1941)
η Κρήτη εζυμώθηκε με σάρκες και με αίμα.
Θα το θυμούνται οι Γερμανοί, εις το σαράντα ένα
που πέσανε εις τα Χανιά, στο Γαλατά ‘πο πέρα.
Στην Κρήτη πολεμήσανε, γυναίκες και γερόντοι
για ν’ αντιμετωπίσουνε του Γερμανού το βόλι.
Στο Μάλεμε και στην Αγιά πέσαν πολλά κορμάκια
επέσανε και Γερμανοί μα ιδίως Γεμανάκια (Αλεξιπτωτιστές).
Οι Γερμανοί που βλέπανε τσοι βράκες να φορούμε
και πανικός τους έπιανε πως όλοι θα χαθούνε.
Κρήτη που σε πολέμησαν πολλώ λογιών κουρσάροι
Σαρακηνοί κι Αγαρηνοί, Τούρκοι και Μουσουλμάνοι
και Ενετοί και Γερμανοί και όλους τους πολέμησες
Θυσία σου Μεγάλη.
Ακρως συγκινητικη και καλογραμμενη ποιηση, που στηριζει, αυξανει και ανυψωνει την Συλλογικη Μνημη ολων των Ελληνων, οπου γης. Τα θερμα μας συγχαρητηρια και τις πολλες ευχαριστιες μας στους παναξιους ανωτερω ποιητικους δημιουγους. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ. Φιλικα, Γιωργος Καραγεωργιου ΧΑΝΙΑ.