Ας ήταν…
Γύρω σας ρίξτε μια ματιά·
εδώ χαρτιά, εκεί χαρτιά,
μεγάλα, μέτρια, ρολά,
άσπρα, μα και χρωματιστά
το σπίτι έχει γεμίσει!
Άλλα στον τοίχο κρεμαστά,
άλλα στον πάγκο αραδιαστά,
άλλα μονά, άλλα διπλά,
και μαλακά και πιο σκληρά,
ανάλογα τη χρήση…
Ας ήταν όλο το χαρτί
π’ έχει στα σπίτια συναχτεί
χέρι να τ’ άγγιζε θεϊκό
να γίνει ένα ειρηνικό
περιβολάκι μαγικό
η αγάπη εκεί ν’ ανθίσει!
Να κόψουμ’ άνθη της πολλά
και πλημμύρισ’ η γειτονιά,
να μπούνε μέσα στην καρδιά,
κι όποια κει κόλλησε βρομιά
που δεν τη βγάζουν τα χαρτιά,
να μας την καθαρίσει…
Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη
Επικίνδυνη ισορροπία
Ακροβατώ ανάμεσα στο καλό
και στο κακό.
Ισορροπιστής των άκρων
με καρδιά φιλήδονη και νου
στοχαστικό.
Ψάχνω τους μαθητές μου
στα καφέ- μπαρ και στις
πλατείες, εκεί που η ζωή
κορυφώνεται και ο θάνατος
τρέχει για να κρυφτεί.
Φίλοι και κοπέλες, διαλέγονται
ατέρμονα, σαν περιστέρια
που ερωτοτροπούν στις γρίλιες
των αστικών παραθύρων.
Μια στιγμή δύσκολη που κρατάει
αιώνες και μια ανάταση της ψυχής
που φεύγει σαν αστραπή.
Ακροβατώ ανάμεσα στο καλό
και στο κακό· ελπίζω από
κάτω να υπάρχει δίχτυ· ελπίζω
πως ο από μηχανής Θεός
θα με σώσει κι όλα τα πάθη
και οι κακίες, θα γίνουν αρετές.
Στυλιανός Γ. Ξενάκης
Μεθύσι – πιοτό
Οίνος εφραίνει τη καρδιά
από παλιά το λένε
όμως και μια υπερβολή
κάνει πολλούς και κλαίνε.
Ότι έχει ο ξεμέθυστος
το ‘χει μεσ’ στη καρδιά του
του μεθυσμένου η μιλιά
χαλά την ομορφιά ντου.
Δεν έχει αξία ο συνετός
σαν δεν υπολογίζει
αν είναι αιτία το πιοτό
πόσο στραβά βαδίζει.
Σαν θέλει ένας στη χαρά
να πιει να κάνει κέφι
να ‘χει την ικανότητα
να σταματά όντες πρέπει.
Ξέρανε πάντα οι παλιοί
να πιούνε να γλεντήσουν
και μια εικόνα όμορφη
στο τέλος να αφήσουν.
Έχουνε γίνει εγκλήματα
κι είν’ το πιοτό η αιτία
μια σύνεση δε βρίσκεται
στην έρμη κοινωνία.
Στους δρόμους με οδήγηση
και με πιοτό στο σώμα
άνθρωποι ξεκληρίζονται
και που θα πάμε ακόμα.
Φωνάζω και παρακαλώ
όσους πιοτό αγαπούνε
για την υγεία και τη χαρά
καλά να το σκεφτούνε.
Να σέβονται τη συντροφιά
που βρίσκονται παρέα
να μη χαθεί η ομορφιά
να τελειώσει ωραία.
Όποιος με μέτρο το πιοτό
μπορεί να το κρατήσει
θα είναι αξιόλογος
στων αλλονών τη κρίση.
Ουρανία Γιατρομανωλάκη
Έχεις ελιά ευλογηθεί
Τα λιόφυτα αιώνια σαν θάλασσ ´ ανεμίζουν ,
παλιές καινούργιες εποχές σαν και ν ´ ανακηκλίζουν.
Παρατηρώ σας λιόφυτα να είστε στολισμένα,
Με το χρυσάφι τσι ελιάς πάντα σας φορτωμένα.
Γεμάτα κάλι μ ´ομορφιές πρασινολουλουδίζουν,
σε κάμπους με βουνοπλαγιές ετσά που κυματίζουν.
Ευλογημένο του Χριστού δεντρό για τσι καρπού σου,
πλούτος που λάμπει σαν χρυσός μέσα εις ´τσι χυμούς σου.
Δεν εκουράστηκες ποτές να στέκεις φορτωμένη ,
μ’ ούλο το πλούτο του καρπού ελιά ευλογημένη.
Παιδιά εγγόνια με γωνιούς θρέφεις και μεγαλώνεις,
και τσι Ελλάδας τη Ζωή πάντα σου δυναμώνεις.
Το φώς τσι νύχτας ήσουνε σε χρόνια περασμένα,
για διάβασμα με ράψημο και ρούχα υφασμένα.
Το διακονιάρη φίλευαν πάντοτε με λαδάκι,
παπούδες με γωναίοι μας στσι πείνας το σαράκι.
Καντήλι όλο αναφτό τσ ´αγίους τσι φωτίζει,
Με λάδι στα κονίσματα π ´αναβωπαιγνηδίζει.
Λάδι το δώρο προσευχής είναι του πονεμαίνου,
σ´Αγίους με τη Παναγιά του κάθ ´απελπησμένου.
Εχεις ελιά ευλογηθεί εσί να στεφανώνεις,
μ ´αροδαμούς τσι νηκητές κι ´ειρήν ´αφιερώνεις.
Ανακηκλίζουν=Περιστρέφουν
πρασινολουλουδίζουν=Φαίνοντε σαν λουλούδια
Μ’ ούλο=όλο
Διακονιάρης= Ζητιάνος
Μ ´αροδαμούς =Τριφερά κλωνάρια
Μαρία Νίκ. Γρυφάκη
Ερωτική ποίηση
Μη φεύγεις
Μη φεύγεις, μη με παρατάς μες στης ζωής τα δάση,
θα μοιάζω μ’ ορφανό πουλί μες στη φωλιά να τρέμει
που καρτερεί τη μάνα του να πάει να το σκεπάσει
να λυτρωθεί απ’ τους παγερούς που το χτυπούν ανέμοι!
Μη φεύγεις, μη με παρατάς, σαν βάρκα τσακισμένη
θα μοιάζω μες στο πέλαος, σ’ άγρια καταιγίδα,
χωρίς τον καπετάνιο της, να τη χτυπάν οι ανέμοι
και σε νησάκι απάνεμο να βγει δεν έχει ελπίδα!
Μη φεύγεις, μη με παρατάς, θα μοιάζει η ζωή μου
σαν νύχτα χειμωνιάτικη, άγρια, παγωμένη…
και σαν διαβάτης σ’ έρημο θα μοιάζω, που προσμένει
λίγες σταλαματιές νερό και θα πονά η ψυχή μου!
Μη φεύγεις, μη! Στα στήθη μου πληγή βαθιά θ’ ανοίξει
ο μισεμός σου αγάπη μου, στη δόλια μου καρδιά,
θα τρέξει όλο το αίμα της και τα όνειρα θα τα πνίξει
που αγκαλιασμένοι πλέκαμε μαζί κάθε βραδιά.
Μ’ αν έπαψες να μ’ αγαπάς κι άλλην αγάπη βρήκες
στα δακρυσμένα μάτια μου κοίτα με να το πεις
κι αν δεν δακρύσεις όλοι μου οι στεναγμοί κι οι πίκρες
χαρές να γίνουν και ποτέ… ποτέ μην πικραθείς!
Δημήτρης Κ. Τυραϊδής
Ιούλιος μήνας ο χαμογελαστός…
Καλώς μας ήλθες Ιούλιε, χίλια και δυό χιλιάδες
είσαι χαμογελαστός , μας φέρνεις τις λιακάδες
Τον Ήλιο έχεις φίλο σου, φεγγάρι μαξιλάρι
τα άστρα κατεβαίνουνε, για τη δική σου χάρη
Οι Θάλλασες στολίζονται με μπλέ γαλάζια ρούχα
και τα βουνά στο ύψος τους ,είναι προνομιούχα
Ώρα για ξεφαντώματα, κορμιά να λυγιθούνε
τραγούδια θέση πάρετε, για να μερακλωθούνε
Ο χρόνος έχει δώδεκα παιδιά, το έβδομο ο Ιούλης
του βγήκε ιδιαίτερος και χαμογελαστούλης
Οι άλλοι έντεκα αδελφοί, του δίνουν να χαρίζει
και οι καρδιές να χαίρονται σε όποιο μετερίζι
Ο Ήλιος πούνε φίλος του τα φρούτα ωριμάζει
και ο Θεός τα δώρα του , τα επί Γής θαυμάζει
Όργανα ξεθαρέψεται παίξεται με τις νότες
στον ουρανό ανεβάσεται τραγούδια για Ιπότες
Όντα που αναπνέεται στη Γή και κατοικείται
ο Ιούλιος για εσάς έγινε, βγείτε και ονειρευτείται
Ο έρωτας τον Ιούλιο σαν τον τρελλό γυρίζει
πάει από εδώ, πάει από εκεί βέλη εκσφενδονίζει
Οι νύχτες είναι ευχάριστες στο ουρανό ξεχνιέσαι
σε πλησιάζει ο Θεός, στον ύπνο σου πετιέσαι
Παράδεισο ονειρεύεσαι μες την καρδιά του Ιούλη
ο ήλιος από πάνω σου ,καρδιές σαν το μαρούλι
Η πούλια και ο Αυγερινός μικρή μεγάλη άρκτος…..
με αγάπες και με συντροφιές είναι ο ουρανός γεμάτος
Ιούλη μήνα όμορφε και χαμογελαστούλη
μπαίνεις μέσα στις καρδιές γιαυτό σεν λεν γλυκούλη
το γέλιο σου μεταδίδεται και τις καρδιές ποτίζεις
τις μπαταρίες της ψυχής με ήλιο τις γεμίζεις
Όταν γυρίσει ο κύκλος σου κι έρθει να παραδώσεις
στον Αύγουστο πολλά φιλιά και αγάπη να του δώσεις