Κάντανος
Μα γιάντα εβουβάθηκαν σκοτήνιασαν ´ ημέρες
κι ´ οι γλεντιστάδες με πουλιά χωστήκανε στσι τρύπες.
Όρνια μ ´ ατσάληνα φτερά στον ´ ουρανό πετούσαν,
απού ξερνούσανε φωθιές θάνατο με ορφάνια.
ΟΙ χρόνοι που πιαινόρχουντε δε σβίνουν δε ριμάζουν,
Την ´ ιστορία πούγραψαν με τσι ψυχής το θάρος.
Και με τα όπλα τσι καρδιάς κατσούνες με χαράκια,
άντρες,γυναίκες,με παιδιά,γερόντοι και παπάδες.
Κουτέλωσαν τσιΓερμανούς Στου φαραγγιού τσι κούρμπες,
το Γ ´ Ράιχ ντρόπιασαν μ’ ηρωισμό στη μάχη.
ΕΔΩ ΥΠΗΧΕ Η ΚΑΝΤΑΝΟΣ…
3 ΤΟΥ Ιούνη γράψαν,
μ’ άθο, φωθιά, με δάκρια θάνατο και τροχάλους.
Στου φαραγγιού τ’ ανάπλαγα στσ ´άταφους με θαμένους,
κρίνα ψυχής μα και καρδιάς στη μνήμη τους θα ρίχνω.
Όρνια μ ´ ατσάληνα φτερά στον ´ ουρανό πετούσαν…
Μαρία Νίκ. Γρυφάκη
Νικόλαος Θ. Κοπάσης
Αυτός που θέλει ευχάριστο βιβλίο να διαβάσει
ας πάει να πάρει το χαρτί του Νίκου του Κοπάση.
Που έχει αξιόλογη προσωπική ιστορία
γιατί προσέφερε πολλά στου χρόνου την πορεία.
Εκεί θα βρει ηρωισμού κι ανθρωπισμού στοιχεία
απ’ άνθρωπου που τίμησε τη σφακιανή επαρχία.
Στοιχεία της ιστορικής ημών κληρονομιάς μας
μα και της πολιτιστικής, στα μέρη τα δικά μας.
Στον δεύτερο Παγκόσμιο πήγε στην Αλβανία
ήταν ανθυπολοχαγός και δρούσε με μανία.
Κι όταν εφτάσαν οι Ναζί εις το νησί της Κρήτης
πολέμησε, μα έδρασε και την αντίσταση της.
Ηρωικά επολέμησε στη θέση Σταυρωμένου
και ήτανε παράγοντας κι εκείνος του πολέμου.
Του αναγνώρισε η πατρίς την άξια προσφορά του
πολλές φορές τιμήθηκε με τα μετάλλια του.
Και το χρυσούν μετάλλιο του δώσαν της ανδρείας
και τον πολεμικό σταυρό δείγματα ιστορίας.
Και εξαιρέτων πράξεων μετάλλιο του δώσαν
να δρας για την πατρίδα σου είναι τιμή και δόξα.
Ως κορυφαίος Σφακιανός, σχεδόν ένα αιώνα
πολλές φορές προσέφερε ηρωικόν αγώνα.
Σαν ησυχάσαν τα νερά και ήρθε ηρεμία
μ’ ευγένεια κι υπόληψη ζούσε στην κοινωνία.
Στην τράπεζα διευθυντής η ιδιότητα του
πρόεδρος εχρημάτισε εις την κοινότητα του.
Σπουδαίο κληροδότημα είναι το όνομα του
και για την επαρχία του, και στ’ άξια παιδιά του.
Άριστη τελειότητα ήταν ψυχή και σώμα
πάντα μιλούσε ευγενικά το όμορφο του στόμα.
Επέθανε, τον θάψανε, δεν ζει, δεν αναπνέει
μα ο σπουδαίος άνθρωπος, και σαν πεθάνει εμπνέει.
Κανάκης Ι. Γερωνυμάκης
Τση Κρήτης τα δημοτικά τραγούδια
Ριζίτικα Νο 1
Παγκρήτια δημοτικά ήτονε τα τραγούδια
που καταντήσαν άχρηστα σαν και τα πελεκούδια.
Δυο τρεις νομοί τα ξέχασαν κόντεψε να χαθούνε,
αν δεν τα προλαβαίνανε μερκοί να διαφερθούνε.
Ετσά εξεκινήσανε οι «Κρητικές Μαδάρες»
παλέψανε, πετύχανε τση «Κρητικές αγνάδες».
Μαζώξανε σιγά σιγά απού παλιούς Χανιώτες
όσους τραγούδια ξέρανε, γλεντούσανε τσι νιώτες.
Επήραμε για στήριγμα βιβλίο του «Βλαζάκη»
απούχενε κι αυτό γραφτεί με νότες, με μεράκι.
Πρώτος ριζίτικα γραψε καθηγητής Ωδείου
χρωστεί η Κρήτη και σ’ αυτόν αιώνιο βραβείο.
Πρώτα τραγούδια πούβραμε εμάθαμε με κόπο
πούπρεπε να τα σώσουμε να μείνουμε στον τόπο.
Αποφασίσαμε μετά να γράψουμ’ ένα δίσκο
εύκολα να τα βρίστουνε χωρίς κανένα ρίσκο.
Ο πρώτος απού γράψαμε έσοδα έχει φέρει
ετσά βρήκαμε δύναμη γι’ άλλους σειρά να φέρει.
Γραφτήκανε σιγά σιγά δεκαεφτά οι δίσκοι
κι όποιος ριζίτικα ποθεί εκειδά μόνο βρίστει.
Έργα καλά εκάμανε οι Κρητικές Μαδάρες
ούλα θα τα θυμήσουμε με του θεού τσι χάρες.
Μαδαρίτης
Ως πότε;
Παιδιά του κόσμου
αδικημένα από τη μοίρα
από τη ζωή
από τους ανθρώπους.
Παιδιά π’ ο τρελός ο πόλεμος
σας έκλεψε τη μάνα
που χάσατε τη ζεστή αγκαλιά της
τα χάδια, τα φιλιά, την αγάπη της.
Παιδιά που το γέλιο, η χαρά, το παιχνίδι,
είναι ξένα για σας·
Παιδιά σκελετωμένα από την ασιτία, από την αρρώστια,
θαρρείς απόκληρα της ζωής
και του κόσμου τούτου…
Συλλογιέμαι την άχαρη ζωή σας
πάνω στην όμορφη γη
και νιώθω θυμό και αγανάκτηση
για κείνους που φέρουν την ευθύνη
της δυστυχίας σας.
Παιδιά του κόσμου
ως πότε θα πληρώνετε
τη μωρία και την αναλγησία
των Ισχυρών της Γης;
Ως πότε, Θεέ μου! Ως πότε;
Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη
Μουσείο Τυπογραφίας
Τυπογραφίας έχομε, εις τα Χανιά Μουσείον
σε πάρκο Βιοτεχνικό, στη Σούδα ‘κει πλησίον.
Τα Νέα τα Χανιώτικα, το έχουνε στημένο,
με τύπου σύνεργα παλιά, περίσσια γεμισμένο.
Δεν ξέρω αν ευρίσκεται και άλλο στην Ελλάδα,
ή τα πρωτεία έχουμε, κρατούμε τη λαμπάδα.
Όπως και να ‘χ’ αποτελεί, καύχημα για τον τόπον,
αυτό το δημιούργημα δυο εδικών ανθρώπων.
Έργο ‘ναι Γαρεδάκηδων, του Γιάννη και τσ’ Ελένης
κι όταν το δεις πρώτη φορά, έκθαμβος πάντα μένεις.
Τα πλούσια εκθέματα, από τυπογραφεία,
παλαιοτέρων εποχών, της λάμψης είν’ αιτία.
Κόσμος κοπιάζει να το δει, απ’ την Ελλάδα όλη
κι από το εξωτερικό, γιατ’ είναι περιβόλι.
Η επισκεψιμότητα, όλο και μεγαλώνει,
τσι ρίζες το Μουσείο μας, μέρα τη μέρ’ απλώνει.
Τιμή ‘ναι για το τόπο μας, ετούτονα το σπίτι,
που δίνει βάρος στα Χανιά κι ολόκληρη τη Κρήτη.