Ποιος λέει πάλι τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα;
Ποιος τ’ αυτιά, τα χαϊδεύει και στην πυρά σάς ρίχνει, καθισμένος αναπαυτικά στην καρέκλα του, Ελληνες;
…Αφουγκραστείτε! Ακούτε;
Αναγνωρίζετε τις παραπάνω λέξεις;
Καταλαβαίνετε;
Τα ψεύτικα τα λόγια που καβουρντίζουν στο θυμιατό, σας έπιασαν απ’ τ’ ακρόνυχα και πάλι!
…Κάποιοιος/κάποιοι αναπαϋμενοι στην καθέκλα τους καπνίζουν πίπα και κάνουν τουμπεκί! Κάψτε τα όλα! Γκρεμίστε τα όλα! Μην αφήσετε πέτρα πάνω στην πέτρα!
…Κάποιοι κάθονται αναπαϋμένοι στην καθέκλα τους και πίνουν ουίσκι, βότκα αναλύοντας και “λογολογώντας”… το θέαμα αυτάρεσκα! Αποστολή εξετελέσθη;
Τούτος ο κόσμος, αλαλάζει και πάλι. Φωνές ένθεν κι ένθεν! Και πάλι υπό τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα! Τα ψεύτικα και βρώμικα!
Και πάλι!
Και πάλι η πατρίδα φλέγεται! Κάουδο να γίνει;
“Πατρίδα καίγεται”· «καίγεται και το βιος μας». Καίγεται η μήτρα μας και κάποιοι απολαμβάνουν ως άλλοι Νέρωνες την κα(η)μένη μητρώα(!) γη!
Στα ίδια στέκια, στις ίδιες λέσχες, στα ίδια τα γνωστά(!)
…Μια μάνα κλαίει τα παιδιά της!
…Ω δύσμοιρη μάνα Ελλάς! Ποιος το ’λπιζε να βγάλεις τέτοια τέκνα; Ποιος το ’λπιζε να θεν να σ’ αποστρέφονται! Να καίγουνε τις σάρκες τους, τη σάρκα της σαρκός σου, “τα σα εκ των σων”, αδιαφορώντας και καπνίζοντας πούρα Αβάνας, πίνοντας βότκα και ουίσκι· κι ουχί βεβαίως μες στις υπόγειες τις ταβέρνες, αλλά στα διαμπερή διαμερίσματά τους…!