Εκδήλωση, την περασμένη εβδομάδα, για τα σαράντα χρόνια του Πολυτεχνείου Κρήτης. Εκδήλωση που έντεχνα κατέληξε στην αναφορά και προβολή προσώπων, που σίγουρα ενδιαφέρθηκαν, όπως το σύνολον των τότε εκπροσώπων του Νομού Χανίων, αλλά δεν σηματοδοτούν αυτοί και μόνο την ίδρυση και λειτουργία του Aνώτατου αυτού Eκπαιδευτικού Iδρύματος στα Χανιά. Ποικίλα τα σχόλια και αντιδράσεις Xανιωτών.
Παραποίηση της ιστορίας του Πολυτεχνείου -ηθελημένα ή άθελητα- έγινε. Μιας ιστορίας που πολλοί Xανιώτες – και όχι μόνο- έγραψαν. Και αυτή η ιστορία έπρεπε να προβληθεί, χωρίς να επιχειρηθεί έντεχνα η αναφορά και προβολή μερικών ανθρώπων. Μικρή συνεισφορά σε μια όσο γίνεται αντικειμενική παρουσίαση του όλου θέματος είναι η παρακάτω επιστολή τoυ κ. Γιάννη Σαββαλάνου, πολιτικού μηχανικού.
Εμπεριέχει στοιχεία και λεπτομέρειες τα οποία, με πολλά άλλα αποκαλύπτουν την ενεργό, ουσιαστική συμμετοχή των πολλών και όχι των ολίγων στην ίδρυση του Ανωτάτου αυτού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στα Χανιά.
Αυτή την ιστορία έπρεπε να αναζητήσει και να προβάλλει η σημερινή Πρυτανεία του Πολυτεχνείου, χωρίς να μεγιστοποιεί ή να αφανίζει τη συνεισφορά του οποιουδήποτε.
Και με την ευκαιρία καλό θα ήταν να επαναφερθεί το αίτημα της χανιώτικης κοινωνίας. Το Πολυτεχνείο Κρήτης να μετονομασθεί σε Βενιζέλειο Πολυτεχνείο, πρόταση που είχε κατατεθεί στη Βουλή το 1977 αλλά απορρίφθηκε από τον τότε υπ. Παιδείας Γεώργιο Ράλλη. Την επανέφερε ο π. πρύτανης του Ιδρύματος Γιάννης Φίλης, χωρίς όμως να υλοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Το όνομα Βενιζέλος, παλιά αλλά και σήμερα δυστυχώς ενοχλεί κάποιους απογόνους των πολέμιων του ιδρυτή της Μεγάλης Ελλάδας.
Ανοικτή επιστολή προς τον πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης
Κύριε πρύτανη
Χάρηκα ιδιαίτερα όταν πληροφορήθηκα για την πρωτοβουλία της ηγεσίας του Πολυτεχνείου Κρήτης να τιμήσει τα 40 χρόνια από την ίδρυση του, και μάλιστα με εκδήλωση στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων -που το συνδέουν δεσμοί δεκαετιών, με την οικογένειά μου.
Ο λόγος απλός. Το Πολυτεχνείο Κρήτης παρά την σχετικά ολιγόχρονη παρουσία του, ως το νεώτερο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο στη χώρα μας, έχει πετύχει τη διεθνή αναγνώριση για το επιστημονικό του έργο και καθοριστικά συμβάλλει στην πνευματική, κοινωνική και οικονομική ζωή της πόλης και του νομού Χανίων. Επομένως θεωρώ πολύ σημαντικό να γνωρίζει η σύγχρονη τοπική κοινωνία και φυσικά η Πολυτεχνική Κοινότητα την προϊστορία του Ιδρύματος. Πώς πρόεκυψε, ποιοι συνέβαλαν και πώς, τι αντιδράσεις υπήρξαν, τι εμπόδια και προβλήματα, πώς αντιμετωπίσθηκαν, ώστε με επίγνωση των δυσκολιών του παρελθόντος, να διευκολύνεται η περαιτέρω δράση και στήριξή του. Ανέτρεξα άμεσα στην ιστοσελίδα του Πολυτεχνείου αναζητώντας σχετικές αναφορές. Ελάχιστα μπόρεσα να εντοπίσω, πέραν των όσων αναφέρθηκαν από τους ομιλητές στη συγκεκριμένη εκδήλωση στο Πνευματικό Κέντρο. Φοβάμαι ότι και εκεί πολύ λίγα ακούστηκαν για την πραγματική ιστορία της ίδρυσης του Πολυτεχνείου. Για τον καθοριστικό ρόλο των πολιτικών εκπροσώπων των Χανίων και της Κρήτης εκείνης της εποχής, του Δήμου Χανίων, των επιστημονικών και λοιπών φορέων, πριν την δικτατορία και αμέσως μετά.
Θα περιοριστώ μόνο σε δυο επισημάνσεις.
Πριν την δικτατορία ούτε καν είχε ακουσθεί ο όρος “Πολυτεχνείο” ή έστω κάτι για αυτοδιοίκητο, αυτοτελές και ανεξάρτητο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ιδρυμα στα Χανιά. Η συζήτηση τότε περιστρεφόταν γύρω από την ίδρυση Πανεπιστημιακών Σχολών στην Κρήτη. Στα Χανιά, υπήρχαν αναφορές σε γεωπονικές σπουδές, καλές τέχνες, και κάποια συζήτηση για μαθηματική σχολή. Σε όλη την Κρήτη έντονη ήταν η αντιπαράθεση για το πού θα ήταν η έδρα του Πανεπιστημίου. Τον Ιούλιο του 1966, κατατέθηκε στη Βουλή ένα σχέδιο νόμου για την Ανώτατη Παιδεία, που ποτέ δεν ψηφίστηκε. Σε αυτό, μεταξύ άλλων προβλεπόταν η ίδρυση Πανεπιστημίου Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο.
Μετά τη δικτατορία, τα δεδομένα είχαν αλλάξει. Με το Ν.Δ. 87 /21-7-1973 είχε ιδρυθεί Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Π.Δ 296 /27-9-1973 όριζε ως έδρα του Πανεπιστημίου, το Ρέθυμνο. (Ίσως ήταν μια προσπάθεια εξευμενισμού μετά τη μαζική φοιτητική κατάληψη της Νομικής τον Φεβρουάριο του 1973).
Η πρώτη εκλεγμένη μεταδικτατορική Κυβέρνηση του Κων/νου Καραμανλή με υπουργό Παιδείας τον Παναγιώτη Ζέπο (21 Νοε. 1974 – 5 Ιαν. 1976) και υφυπουργούς τον Χρυσόστομο Καραπιπέρη και Αθανάσιο Ταλιαδούρο, και με την πίεση όλων των βουλευτών της Κρήτης, εντός και εκτός Βουλής, ανακινεί το θέμα του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μαζί με τη διεκδίκηση αναβιώνουν και οι αντιθέσεις μεταξύ των νομών της Κρήτης. Η ένταση είναι τόση που οδήγησαν τον υπουργό Ζέπο να δηλώσει αρχές του 1975: «Συνεννοηθείτε μεταξύ σας και για ό,τι συμφωνήσετε εγώ δεν έχω αντίρρηση». Ηταν μια απάντηση υπεκφυγής, προς την Επιτροπή όλων των Κρητών βουλευτών, που είχε συσταθεί για τη διεκδίκηση Πανεπιστημίου στην Κρήτη, και της οποίας πρόεδρος ήταν ο Πολυχρόνης Πολυχρονίδης, διακεκριμένος Χανιώτης πολιτικός. Η Κυβέρνηση είχε εντέχνως μεταθέσει την ευθύνη στους βουλευτές.
Ηταν τότε που οι Βουλευτές Χανίων, με πρωτεργάτες τον αντιπολιτευόμενο Πολυχρόνη Πολυχρονιδη (ΕΚΝΔ) και τον κυβερνητικό Σταύρο Παπαδόπετρο (ΝΔ) επεδίωξαν και είχαν αλλεπάλληλες συναντήσεις με τον υπουργό και τους υφυπουργούς αναζητούντες πολιτική λύση στο νέο “Κρητικό Ζήτημα” και την αντιμετώπιση του πάντα σε λογική “Συγκρητισμού”. Με δεδομένα, την νομοθετημένη έδρα στο Ρέθυμνο και τις περισσότερες σχολές του Πανεπιστημίου στο Ηράκλειο, εισηγήθηκαν τη δημιουργία ανεξάρτητου Πανεπιστημίου στα Χανιά και αυτό ήταν το “Πολυτεχνείο Χανίων”. Η πρόταση έκοψε τον “γόρδιο δεσμό”. Την υιοθέτησε αμέσως ο αρμόδιος υφυπουργός Ταλιαδούρος.
Στις 29 Μαρτίου 1976 με απόφαση του νέου υπουργού Παιδείας Γεωργίου Ράλλη συγκροτήθηκε η πρώτη «ομάδα εργασίας διά την μελέτην και επεξεργασίαν θεμάτων, αφορώντων εις την ίδρυσιν και λειτουργίαν Πολυτεχνικής Σχολής εις Χανιά Κρήτης». Επρόκειτο για επταμελή επιτροπή από καθηγητές του Ε.Μ.Π. και πρόεδρο τον καθ. Περικλή Θεοχάρη.
Η ίδρυση του Πολυτεχνείου Κρήτης είχε πλέον δρομολογηθεί. Την προοπτική αυτή αγκάλιασαν όλοι οι Χανιώτες και όλοι οι φορείς του νομού. Κατατέθηκαν διάφορες θέσεις και προτάσεις και μεταξύ αυτών πόνημα 4μελούς επιτροπής του ΤΕΕ Δυτικής Κρήτης, τον Δεκέμβριο του 1976, με τίτλο “Πολυτεχνείο Κρήτης”. Τέλη του 1976 το νομοσχέδιο κατατέθηκε στη Βουλή και στις 3 και 7 Φεβρουαρίου 1977 συζητήθηκε στην Ολομέλεια με εισηγητή της πλειοψηφίας τον Αθαν. Ταλιαδούρο και της μειοψηφίας τον Πολυχρόνη Πολυχρονίδη.
Κύριε Πρύτανη,
η αναγνώριση της συνεισφοράς κάθε πολίτη σε κάθε προσπάθεια που υπηρετεί την πατρίδα και το κοινωνικό σύνολο είναι όχι απλά επιβεβλημένη αλλά και επαινετή. Η πλήρης παραγνώριση άλλων, δεν τιμά αυτούς που αναλαμβάνουν παρόμοιες πρωτοβουλίες και κυρίως δεν υπηρετεί την αλήθεια, τη σωστή αποτύπωση της ιστορίας και τα διδάγματα που απορρέουν από αυτήν.
Σε μια εποχή που έννοιες όπως αξιολόγηση, τεκμηρίωση, θεσμική λειτουργία, ισονομία και ισοπολιτεία και εν τέλει Δημοκρατία έχουν χάσει τη σημασία τους, όπου το άσυλο στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών και ανθρώπων έχει εξελιχθεί σε άσυλο επικυριαρχίας των κάθε είδους λίγων και δυναμικών, και έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο κενό εμπιστοσύνης προς τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας, θεωρώ ότι η πνευματική ηγεσία του τόπου έχει αυξημένο χρέος να συμβάλλει στην αποκατάσταση των πραγμάτων.
Δεν γνωρίζω αν στο αρχείο του Πολυτεχνείου υπάρχουν τα επίσημα πρακτικά της Βουλής από τη συζήτηση επί του Νομοσχεδίου «περί ιδρύσεως Πολυτεχνείου εις την Κρήτην», που ψηφίσθηκε ομόφωνα (Ν.Δ. – Ε.Κ.Ν.Δ. – ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Ε.Α.) και έγινε ο Νόμος 545/1977.
Εκεί εν πολλοίς αναπτύσσεται, με τοποθετήσεις υπουργών, εκπροσώπων κομμάτων και όλων των Κρητών βουλευτών, όλη η προϊστορία του Πολυτεχνείου Κρήτης – πολύ χρήσιμη σε όλους μας. Εκεί φαίνονται οι βελτιώσεις που επήλθαν στο αρχικό σχέδιο και κατοχύρωσαν την «πλήρη αυτοτέλεια» του Πολυτεχνείου, την εξασφάλιση της δικής του ανεξάρτητης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης τεχνικής υπηρεσίας, τη συμμετοχή στην προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή καθηγητών όχι μόνο από το Ε.Μ.Π. αλλά από όλα τα Πολυτεχνεία της Χώρας, τη διεύρυνσή της με δύο μέλη από την τοπική κοινωνία, κ.ά. Εκεί αποτυπώνεται η συμβολή του ουσιαστικού κοινοβουλευτικού διαλόγου στη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
Επιπρόσθετα όμως, παίρνουμε και μια γεύση του κύρους που διέθεταν εκείνη την εποχή οι βουλευτές όλων των κομμάτων, μια εικόνα του υψηλού επιπέδου της πολιτικής αντιπαράθεσης και διαλόγου, της υποδειγματικής θεσμικής λειτουργίας του Κοινοβουλίου και της συναινετικής διάθεσης κυβέρνησης και αντιπολίτευσης σε σοβαρά θέματα. Και όλα αυτά σε μια εποχή έντονης πολιτικής και κομματικής φόρτισης, μόλις δύο χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Και όμως είμαστε ο ίδιος Λαός που σήμερα βιώνει τον ευτελισμό όλων των θεσμών και της αξιοπρέπειας του. Σίγουρα μπορούμε καλύτερα σήμερα. Το Πολυτεχνείο Κρήτης σίγουρα μπορεί να βοηθήσει, διερευνώντας, αναγνωρίζοντας και αναδεικνύοντας πολιτικές προσωπικότητες που στέκονταν στο ύψος των περιστάσεων και εν πάση περιπτώσει ανήκουν στην ιστορία.
Με τιμή, Γιάννης Σαβαλάνος πολιτικός μηχανικός