“Στην ελληνική πολιτική όλοι τους μιλάνε για “Αλλαγή”, αλλά το μόνο που αλλάζουν είναι η αλήθεια”
ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ διαποτίζονται από πάθη, τεχνητές πολώσεις, διλήμματα και συνθήματα: άλλοτε επιτυχημένα που προσελκύουν λαοθάλασσες κι άλλοτε ανούσια και φτωχά, όπως τώρα.
ΑΠ’ όσες εκλογές ζήσαμε, αυτές που είχαν πραγματικό πάθος ήταν οι του 1963/1964. Ο Γεώργιος Παπανδρέου (1888-1968), αρχηγός της “Ενώσεως Κέντρου” (ΕΚ), παρά την ηλικία του, ξεσήκωνε τόσο το φοιτητόκοσμο, όσο και πλήθη λαού με τα ωραία του για την Παιδεία, τη Δημοκρατία καθώς και τους δριμείς λόγους του εναντίον Ανακτόρων και δεξιάς. Η ρητορική δεινότητα του “Γέρου της Δημοκρατίας” παραμένει ανεπανάληπτη… Άλλες εξίσου ενθουσιώδεις εκλογές ήταν οι σαρωτικές του 1975 με την επιστροφή απ΄το Παρίσι του “σωτήρα” Κωνσταντίνου Καραμανλή (1907-1998). Ποιος λησμονεί τις εκλογές του 1981 με το πρωτότυπο όραμα της Αλλαγής και το “συμβόλαιο με το λαό” του Αντρέα; Ποιος δεν θυμάται τις αλλεπάλληλες πρόσφατες που ενείχαν τρόμο, άγχος και φόβο για την επόμενη μέρα (2009, 2012, 2015, 2019);
… ΠΛΗΝ του Ελ. Βενιζέλου, με τις διάσπαρτες περί πολιτικής -και όχι μόνο- ρήσεις του, κι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο πρεσβύτερος, προσπάθησε να νουθετήσει τον ελληνικο λαό πάνω στο τί πρέπει να είναι η πολιτική, ποιο το παράλογό της, ποιες οι κακοδαιμονίες και τα συμπλέγματα της ελληνικής κοινωνίας και τι δέον γενέσθαι (1):
“Ο τόπος μας πάσχει από αθεράπευτη πολιτική ανεπάρκεια. Τα προβλήματα είναι απλά, αλλά τα καθιστούμε πολύπλοκα από ηλιθιότητα και κακή πίστι.
“Και είναι τόσο αληθινό αυτό, που φτάνει κανείς να πη ότι, αφού δεν μπορούμε να κάνωμε καλύτερη πολιτική, ο μόνος τρόπος για να σωθή ο τόπος είναι να μην κάνωμε καμμιά πολιτική. Η ηγεσία μας έχασε σε τέτοια έκτασι το αίσθημα του καθήκοντος, ώστε να θεωρήται επικίνδυνη για το μέλλον του τόπου, ενώ ο λαός μας, ένας λαός που αντιμετώπισε πάντοτε με νοσηρό συναισθηματισμό τα πολιτικά του προβλήματα, κατατρύχεται ήδη από ψυχώσεις.
“Είμαι βέβαιος πως ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά θα ήθελαν να είναι εκεί που βρίσκονται, αν μπορούσαν να καθορίσουν λογικά τη θέσι τους. Αλλά πού να την βρης τη λογική στον ευλογημένο αυτόν τόπο; Ή και να την βρης καμμιά φορά, θα είναι χωρίς το γενναίο εκείνο αίσθημα που την καθιστά δημιουργική. Χωρίς γενναίο αίσθημα δεν γίνεται τίποτε το σημαντικό στη ζωή και προ παντός στην πολιτική, που αποτελεί την πληρέστερη έκφρασί της.
“Είναι ανάγκη συνεπώς, για να σωθή και να προαχθή αυτός ο τόπος, να γίνη κάποια βαθειά μεταβολή στην πολιτική του ζωή. Ο πολύς κόσμος πιστεύει πως κερδίζοντας τις εκλογές σώζει την υπόθεσί του. Αυτό όμως δεν είναι ολότελα αληθές. Γιατί δεν είναι αρκετό να κερδίσωμε τις εκλογές. Πρέπει να τις κερδίσωμε κατά τρόπον ώστε να γίνουμε ικανοί ν’ αντιμετωπίσωμε τη μετεκλογική περίοδο που θα ‘ναι ίσως δυσκολώτερη από τη σημερινή. Πρέπει να πολιτευτούμε με την προοπτική να καταστήσουμε μετεκλογικώς την πολιτική μας ζωή φυσιολογική και να την απαλλάξουμε από τα παλιά της συμπλέγματα.
“Πώς όμως θα φθάσομε εκεί; Με το να μάθωμε να κάνωμε πολιτική. Η έννοια της πολιτικής για εμένα είναι η θέλησι και η ικανότης να θυσιάζεσαι για τον τόπο σου. Οταν κατέχης αυτή τη δύναμι μπορεί να είσαι χρήσιμος στον τόπο σου και στην εποχή σου. Φαίνεται όμως πως αυτή η αρετή λείπει χαρακτηριστικά από τη ζωή μας. Λέμε πολλές φορές ότι μας λείπουν τα πρόσωπα. Αυτό όμως, όσο κι αν είναι αληθές, δεν δίνει την εξήγησι της πολιτικής μας κακοδαιμονίας.
“Το κακό βρίσκεται στην αδυναμία του λαού μας να συνταχθή πολιτικά. Ο Ελληνισμός έζησε πάντα μέσα στο πρόσκαιρο και το υπερβολικό. Μπορεί να κάμη θαύματα για μια στιγμή, μα δεν μπορεί να κάμη καμμιά προσπάθεια διαρκείας. Αλλά η πολιτική είναι κατ’ εξοχήν προσπάθεια διαρκείας. Ο λαός μας, που είναι νοήμων και συνεπώς ικανός να βρη το ορθό, είναι ανίκανος να το πραγματοποιήση από ψυχική αδυναμία. Κανένας μας δεν συγχωρεί στον εαυτό του να γίνη αφορμή να προαχθή κάποιος άλλος. Ο πολιτικός έχει ανάγκη από τη δύναμι που του δίνει η πίστις του κόσμου».
ΩΡΑΙΑ τα παραπάνω από έναν άνθρωπο που αναλώθηκε πραγματικά-όπως κι ο Ελ. Βενιζέλος-για το καλό του τόπου. Όμως, στο θυμικό του Έλληνα, είτε πολιτικού είτε ψηφοφόρου, τίποτε δεν αλλάζει. Ή, σχεδόν τίποτε. Παθογένειες παλαιών (1950-1970) αναδύονται και στους τωρινούς προεκλογικούς αγώνες.
ΑΝΕΚΑΘΕΝ ο πολιτικαντισμός με τους κρυφούς και φανερούς “κομματικούς παράγοντές” του, επιδιώκει να εκβιάζει τα αποτελέσματα των εκλογών. Με θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους. Όπως για παράδειγμα στέλνοντας “επιστολές” με προσημειωμένο σταυρό μπροστά στο όνομα-ψηφοδέλτιο υποψηφίου. Για να μας απαλλάξουν, λέει, από τον…κόπο να σκεφτούμε ποιος ή ποια βουλευτής μας πρέπει! Τόσο μη σκεπτόμενους μας θεωρούν, τόσο πολύ υποτιμούν τη νοημοσύνη μας, τόσο εξοργιστικά εμμένουν στις “πελατειακές” σχέσεις τους. Τέτοιες απαράδεκτες ενέργειες-μιλούμε κι από προσωπική πείρα- μάς πισωγυρίζουν σε παλιές ελληνικές ταινίες με τραγελαφικές καταστάσεις ψηφοθηρίας. Όπως επίσης και σε ανάλογα κείμενα της λογοτεχνίας (Ίταλο Καλβίνο) (2).
Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ όμως, της ελληνικής κοινωνίας σε δυο “τάξεις”, μια “έξυπνη”, την Nomenklatura των κομματικών στελεχών που ρυθμίζει τα πάντα και την άλλη, του “αφελή” λαού (3), δεν είναι άραγε κακός οιωνός ενός ζοφερού μέλλοντος; Δεν προαναγγέλει την αργή αλλά σταθερή εγκαθίδρυση δυστοπικών καθεστώτων, όπως στην Τουρκία, Ρωσία κ.λπ.;
ΚΑΙ ΠΟΥ να μπεί στην υπηρεσία της πολιτικής και των “εκλογών” η τεχνητή νοημοσύνη; (19-5-23)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) “Καραμανλής, 1907-1998”: πολιτική βιογραφία «Κωνσταντίνου Καραμανλή», από τον ιστορικό και ακαδημαϊκό Κωνσταντίνο Σβολόπουλο (1938-2019), «Ικαρος», 2012)
-(2) Italo Calvino (1923-1985, “Η Μέρα ενός εκλογικού αντιπροσώπου” [Στη σύντομη αυτή νουβέλα, ο Αμερίγκο Ορμέα, μέλος κάποιου αριστερού κόμματος, ορίζεται εκλογικός αντιπρόσωπος σε ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα για ανίατους ασθενείς και άτομα με ειδικές ανάγκες. Η πλήρης εξάρτησή τους από το προσωπικό και τη διεύθυνση του ιδρύματος μετατρέπει αυτούς τους ανθρώπους σε εύκολα θύματα της πιο αναίσχυντης πολιτικής εκμετάλλευσης, εμπλέκοντάς τους σε μια αντιπαράθεση που ούτε τους ενδιαφέρει ούτε τους αφορά πραγματικά. Τα όσα βλέπει και ακούει τη μέρα εκείνη ο Ορμέα τον χαράζουν βαθιά και τον οδηγούν σε δρόμους και λύσεις που δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί]
-(3) Στην πάλαι ποτέ Σοβιετία η Νομενκλατούρα (номенклату́ра) προσδιόριζε την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος, με ηγετικές θέσεις στα κομματικά όργανα, τις επιχειρήσεις και κοινωνικές δομές κ.λπ. Η ρωσική Νομενκλατουρα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 – που επισκεφτήκαμε τη Ρωσία- περιελάμβανε μια προνομιούχα τάξη αποτελούμενη από 3 εκατομμύρια άτομα! [Σήμερα, ο όρος δηλώνει συνεκδοχικά την κοινωνική τάξη, η οποία συνδέεται με το κράτος και διαθέτει σημαντικά προνόμια, καθώς και το σύνολο των αξιωματούχων ενός καθεστώτος]