■ Μειωμένη κατά 50-55% η παραγωγή της Ελλάδας
Σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (τα οποία δίδονται από τα κράτη μέλη της) η παραγωγή ελαιολάδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) μέχρι και τον Δεκέμβριο 2024 ανήλθε στους 1.094.710 τόνους, η κατανομή των οποίων κατά χώρα και μήνα φαίνεται στον Πιν.1.
Yπολείπονται οι μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος για τους όποιους όμως η πρόβλεψη της Επιτροπής είναι περίπου 300.000 τόνοι.
Παραγωγή – Κατανάλωση ΕΕ 2023/24
Επομένως η τελική παραγωγή ελαιολάδου στην ΕΕ για το 2023/24 εκτιμάται σε 1.394 χιλ. τόνους, δηλαδή σχεδόν ίδια με την παραγωγή της περασμένης χρονιάς που ήταν 1.392 χιλ. τόνους. Δηλαδή θα είναι μειωμένη κατά 34% σε σχέση με την μέση παράγωγη της ΕΕ που την τελευταία 10ετια ήταν περί τους 2.100 χιλ.τονους.
Σημασία ωστόσο έχει η μείωση της παραγωγής της Ισπανίας, η οποία αν θα είναι περί τους 700 χιλ τόνους θα είναι μειωμένη κατά 49% σε σχέση με το μ.ο. της που είναι 1.350 χιλ τόνοι
Όσον αφορά την Κοινοτική κατανάλωση ελαιολάδου, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα είναι 1.119.909 δηλαδή 112 χιλ. τόνοι χαμηλότερη από εκείνη της προηγούμενης χρονιάς που ήταν 1.232.100, ενώ το τελικό απόθεμα θα είναι 343.400 τόνοι (σε σύγκριση με 405.900 τόνους της περιόδου 2022/ 2023.
Τελικά η εκτιμωμένη φετινή παράγωγη της ΕΕ (1.394.χιλ.τον.) συγκρινόμενη προς τον μέσο όρο της τελευταίας 10/ετιας 2.046 χιλ. τον (Πιν.2) θα είναι μειωμένη κατά -32%!
Η παραγωγή της Ελλάδας
και της Κρήτης
Η παραγωγή της Ελλάδας, σύμφωνα με την έκθεση της ΕΕ η οποια προφανώς βασίζεται σε στοιχεία που δίδουν τα Κράτη Μέλη της Κοινότητας , μέχρι τον Δεκέμβριο 2023, ήταν (Πιν.1) 91,5 χιλ. τόνοι. Επομένως η συνολική παραγωγή της χώρας το 2023/24, αν ληφθεί υπόψη ότι φετος ήταν πολύ χαμηλή και λογω της καλοκαιρίας είχε συγκομιστεί σε μεγάλο βαθμό μέχρι τέλη Δεκεμβρίου, εκτιμάται ότι δεν θα πρεπει να υπερβεί τους 120-130 χιλ. τόνους. Θα είναι επομένως μειωμένη σε σχέση με τον μέσο όρο της τελευταίας 10/ετιας (που ήταν 266 χιλ.τον.) κατά 50-55%
Η παραγωγή της Κρήτης, η οποία πρακτικά είχε ολοκληρωθεί μέχρι τέλη Ιανουαρίου και η οποια έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιρρήσεων από Αγροτοσυνδικαλιστικούς φορείς, συμφώνα με πληροφορίες μας από τις ΔΑΟ Κρήτης ανέρχεται φετος σε περίπου σε 52.000 τόνους (Χανιά, 17.000, Ρέθυμνο 4.000, Ηράκλειο 27.000 και Λασίθι 4.000). Επομένως, συμφάε με τα στοιχεία αυτά θα είναι μειωμένη κατά -57% σε σχέση με την περσινή που ήταν από τις υψηλότερες (120 χιλ τον.) και κατά -35% σε σχέση με την μέση των τελευταίων 15 ετών που ήταν περί τους 80 χιλ. τόνους.
*Ο Νίκος Μιχελάκης, είναι Δρ. Γεωπόνος, πρώην Δ/ντής του Ινστιτούτου Ελιάς Χανίων και Επιστ. Σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ. Τα άρθρα του εκφράζουν προσωπικές απόψεις και δεν απηχούν κατά ανάγκη τις απόψεις του ΣΕΔΗΚ. Μπορούν να αναδημοσιευτούν μόνο μετά από άδεια του (nmixel@otenet.gr