Η διάσωση της προφορικής ιστορίας, η καταγραφή και τεκμηρίωση αφηγήσεων και μνημών από γεγονότα που κινδυνεύουν να χαθούν με τον θάνατο των ανθρώπων που τα έζησαν, αποτελούν την πιο σημαντική “αποστολή” των ντοκιμαντέρ.
Για την κινηματογραφική αυτή τέχνη -που έχει μεγάλη παράδοση στην Κρήτη- μιλά στα “Χανιώτικα νέα”, η Βίκυ Αρβελάκη, “ψυχή” του εγχειρήματος του φεστιβάλ “Doc Stories” που ξεκινά απόψε στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων με ελεύθερη είσοδο.
Η Βίκυ Αρβελάκη μιλά για τον πολυδιάστατο ρόλο του φεστιβάλ “Doc Stories” που ξεκινά σήμερα στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων
• Ένα κινηματογραφικό καλειδοσκόπιο όπως το χαρακτηρίζεις, ξεκινάει απόψε στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων. Τι αντανακλάσεις έχει αυτή η σειρά από ντοκιμαντέρ και πώς προέκυψε ο χαρακτηρισμός αυτός;
Ουσιαστικά είναι ένα πρίσμα μέσα από το οποίο μπορούμε να δούμε πράγματα με ένα διαφορετικό βλέμμα· πράγματα τα οποία είναι μπροστά μας, είναι οικεία αλλά δεν γνωρίζω κατά πόσο εξοικειωμένοι είμαστε με αυτά διότι βλέπω ότι δεν έχουμε μεγάλη εξοικείωση με θέματα τοπικής ιστορίας για παράδειγμα. Το κινητό, ο υπολογιστής κι ο κινηματογράφος στο μεγαλύτερο μέρος τους μας φέρνουν την άλλη άκρη του κόσμου εδώ στα πόδια μας, μιας κι ανοίγοντάς τα “ταξιδεύεις” όπου θέλεις.
Το πενθήμερο εγχείρημα προβολών ντοκιμαντέρ αποσκοπεί στο να ξαναδούμε τα ίδια πράγματα που έχουμε εδώ -γιατί τα θέματα που έχουμε επιλέξει αφορούν στην τοπική ιστορία της Κρήτης- και να τα κατανοήσουμε καλύτερα, με μια διαφορετική ίσως ματιά, από την αρχή και ούτε καθεξής, καθείς με το δικό του καλειδοσκόπιο.
• Έχεις ασχοληθεί αρκετά με το θέμα της καταγραφής της προφορικής ιστορίας και κάπως έτσι μένουν ζωντανές και οι διηγήσεις των ανθρώπων που χάνονται…
Αυτό είναι σημαντικό, να μείνουν αθάνατοι μέσα από τις ιστορίες που μοιράζονται μαζί μας οι αφηγητές κι αυτό είναι το προτέρημα της τεχνολογίας, καθώς πλέον με πολύ απλά μέσα γίνεται η καταγραφή και σε δεύτερο και τρίτο χρόνο η διαχείριση αυτού του υλικού, ώστε να δούμε πώς θα αξιοποιηθεί. Είναι λοιπόν μια προέκταση αυτού το φεστιβάλ, δηλαδή προβάλλουμε ξανά παλαιότερες ταινίες. Σε αυτή τη διοργάνωση παραδείγματος χάρη κάνουμε ένα αφιέρωμα καθημερινό στο αρχείο του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη, έναν θησαυρό οπτικοακουστικού υλικού, οι οποίοι τα τελευταίοι 50 χρόνια έχουν καταγράψει -και συνεχίζει ο γιος τους ο Στέλιος με μεγάλη σεμνότητα όπως κι οι γονείς του- την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας από άκρη σε άκρη, έχοντας δώσει μεγάλη έμφαση στην Κρήτη. Τα ντοκιμαντέρ που προβάλλουμε από το αρχείο Σγουράκη, το οποίο μας παραχωρεί το αρχείο της ΕΡΤ, είναι επικεντρωμένα στην κρητική ιστορία. Έργα, με τη μορφή ξενάγησης κι οδοιπορικού στην πόλη των Χανίων, των ερημωμένων χωριών των Σφακίων κι Ηρακλείου από το αρχείο Σγουράκη. Είναι της περιόδου 1981-1982, με μια εξαίρεση ένα ντοκιμαντέρ του 1991 από το Ηράκλειο. Πρόκειται για καταγραφές ενός τόπου που τις παρακολουθείς και παραξενεύεσαι βλέποντας τις αλλαγές που έχουν επέλθει αυτά τα 30 και πλέον χρόνια.
• Είναι και μια ευκαιρία για εσάς τους δημιουργούς να δείτε πώς εξελίσσεται κι η τέχνη του ντοκιμαντέρ φαντάζομαι μέσα στον χρόνο…
Σίγουρα εξελίσσεται το ντοκιμαντέρ, όπως κι ο ίδιος μας ο εαυτός μέσα από τη δημιουργία. Το ντοκιμαντέρ που φτιάχνει ένας δημιουργός, όπως συμβαίνει με έναν πίνακα ζωγραφικής, δεν έχει σχέση με το επόμενο ούτε με το προηγούμενο και κάθε φορά σηματοδοτεί και φωτίζει την παρούσα ψυχική κατάστασή του κι αυτό είναι από μόνο του ενδιαφέρον, ιδίως όταν μιλάμε για ανθρώπους οι οποίοι έχουν αφιερώσει όλη τους τη ζωή σε αυτό, όπως είναι οι Σγουράκηδες.
• Υπάρχει μια συζήτηση τον τελευταίο καιρό σχετική με την ανάδυση νέων κοινωνικών δικτύων όπως το Tik Tok, που κάνει λόγο για συνήθεια του ανθρώπου σε μια πολύ γρήγορη μορφή οπτικής επικοινωνίας. Σταδιακά δεν θα αντέχουμε να παρακολουθούμε κάτι άλλο, όπως ντοκιμαντέρ, ειδήσεις, ταινίες μεγάλου μήκους κλπ, ενώ έχει ήδη κυριαρχήσει το “αποσπασματικό”. Αυτό σε προβληματίζει;
Είναι κάτι που δημιουργεί προβληματισμό, από την άλλη όμως είναι μια πραγματικότητα. Πρόκειται για έναν τρόπο επικοινωνίας πολύ άμεσο, ενώ είναι κι ο τρόπος που ερωτεύονται τα νέα παιδιά πλέον. Μάλιστα, αντίστοιχη συζήτηση είχα πρόσφατα με μια μητέρα νεαρών παιδιών η οποία διαπίστωσε μάλιστα, ότι τα παιδιά ερωτεύονται σήμερα μέσα από αυτό! Με προβληματίζει όλο αυτό λοιπόν αλλά θέλω να ελπίζω ότι θα κρατήσει ο κινηματογράφος τη θέση που του αξίζει, παρόλο που βλέπουμε ότι η ταχύτητα και τα πολύ γρήγορα βίντεο πλέον είναι στο χέρι του καθενός από εμάς.
• Από την άλλη, παρατηρείται μια στροφή προς τις αληθινές ιστορίες στον Κινηματογράφο.
Πιστεύω ότι όλες οι ταινίες βασίζονται σε μικρό ή μεγάλο βαθμό σε αυτό, σε πράγματα τα οποία ο σεναριογράφος έχει δημιουργήσει μέσα από διαφορετικά ψηφιδωτά αληθινών ιστοριών ή κι επηρεασμένος από αυτές. Πάντως, το σενάριο που γράφει η ίδια η ζωή είναι αξεπέραστης φαντασίας, οπότε οι άνθρωποι μιμούμαστε αυτά που μας φέρνει η ζωή. Στο ντοκιμαντέρ θα μπορούσαμε να πούμε πως υπάρχει μια μεγαλύτερη αλήθεια, τόλμη κι επαναστατικότητα καθώς από μόνο του αποτελεί μια δυναμική πράξη. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την αμεσότητα και την απευθείας επικοινωνία με την αλήθεια κι όχι με έναν “μεσάζοντα” που μπορεί να είναι ένας ηθοποιός που υποδύεται κάτι που δεν είναι αληθινό κι επιστρέφοντας σπίτι του εύλογα θα έχει έναν άλλον ρόλο. Οι άνθρωποι του ντοκιμαντέρ επιστρέφουν στις εστίες τους κι είναι οι ίδιοι άνθρωποι! Αυτό είναι η μεγάλη αλήθεια αυτού του είδους του κινηματογράφου που λέγεται ντοκιμαντέρ.
• Ασχολήθηκες αρκετά ώστε να φέρεις τον κόσμο της ενδοχώρας σε επαφή με τα ντοκιμαντέρ.
Φέτος, κάναμε μια μεγάλη περιοδεία σε χωριά της ορεινής Κρήτης κυρίως, σε πλατείες, στις οποίες προβάλλαμε το τελευταίο μας ντοκιμαντέρ το οποίο θα προβληθεί κι απόψε το βράδυ, “Η τελευταία προσευχή”, που μιλά για τις εκτελέσεις στη θέση Γουρνόλακος πριν από 80 χρόνια, ενώ είναι και το μνημόσυνο αυτές τις ημέρες των 32 ανθρώπων που χάθηκαν. Ουσιαστικά “δείξαμε” στο κοινό τους συγχωριανούς τους διότι στα χωριά που πήγαμε γνώριζε ο ένας για
τον άλλον, δεν ήταν άγνωστες οι ιστορίες που εμφανίζονταν. Παρατηρώντας τις αντιδράσεις τους είδα πως ένιωσαν περήφανοι, ενώ θεώρησαν ότι έχει γίνει κάτι αρκετά σπουδαίο γιατί η κουβέντα του καφενείου μεταφέρθηκε σε μια μεγάλη οθόνη η οποία εκείνη τη μέρα βρέθηκε στο χωριό τους και σε τρεις μήνες μπορεί να ταξιδέψει στο εξωτερικό και να παρακολουθούν αυτές τις ιστορίες Δανοί, Γερμανοί, Άγγλοι. Στα Ανώγεια για παράδειγμα, με το πέρας της προβολής, οι θεατές μας είπαν πόσο σημαντικό θεώρησαν το εγχείρημα και τόνισαν την ανάγκη καταγραφής περισσότερων ιστοριών. Η αλήθεια είναι ότι οι μεγαλύτεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται περισσότερο τη σημασία τους, σε σχέση με τους νεότερους, κι αυτό ίσως έχει να κάνει με την επαφή που έχουν με τον χρόνο καθώς οι ταινίες αυτές αναδεικνύουν ακριβώς αυτό: Οι άνθρωποι μπορεί να φύγουν αλλά η ιστορία τους θα μείνει, επομένως δεν θα λησμονηθεί και σε κάποια χρόνια μπορεί να επιστρέψουμε σε αυτή. Αν δεν την έχουμε λοιπόν, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα… Η αξία της προφορικής ιστορίας εντοπίζεται στο πρόσωπο που βίωσε την εν λόγω κατάσταση κι αυτός είναι ο λόγος που επιζητούμε στις ταινίες ανθρώπους που έχουν άμεση επαφή με το γεγονός, για να το μοιραστούν. Είναι ιστορίες που μόνο μέσα από αυτούς μπορούμε να τις έχουμε, καθώς οι επόμενες γενιές αποτελούν ένα ακόμη “φίλτρο” και δεν είναι το ίδιο.
• Κλείνοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το “Doc Stories” αποτελεί θεσμό πια.
Είναι η τρίτη χρονιά και κάθε φορά, επειδή ξεκινήσαμε με το σκεπτικό να (ξανά)προβάλουμε παλαιότερα και νεότερα ντοκιμαντέρ τα οποία να συνδέονται με την Κρήτη, βρίσκονται κι άλλες ταινίες κι εκεί συναντάμε το “πάντρεμα” που θέλουμε, να προβάλλεται κλασικός κινηματογράφος και παλιά ντοκιμαντέρ. Όταν λάβαμε το συγκλονιστικό αρχείο Σγουράκη συγκινηθήκαμε… είδαμε τα Χανιά “Μέσα από τα τείχη”, η προβολή του οποίου ντοκιμαντέρ θα γίνει το βράδυ της Κυριακής στις 20.00, όπως όλες οι προβολές από το αρχείο καθημερινά. Μεταφερόμαστε λοιπόν στην συγκεκριμένη ταινία στα Χανιά του 1981 και βλέπουμε την πόλη του τότε· είδα μια Νεάρχου που ήταν όπως όταν γεννήθηκα, τη βίλα Κούνδουρου, την Αγορά κι άλλα κτίσματα, τα οποία ναι μεν στέκουν ακόμη εκεί αλλά ο περιβάλλων χώρος έχει αλλάξει εντελώς.
• Όλο αυτό δημιουργεί μια χαρμολύπη…
Από τη μια όλο αυτό με κάνει να θέλω να ταξιδέψω στο εξωτερικό κι από την άλλη να ξαναδώ την Κρήτη με μια διαφορετική ματιά. Κάπως έτσι αναρωτιέμαι τελικά, πόσο χρόνο χρειάζεται κάποιος για να φτάσει στο σημείο να πει ότι ξέρει πράγματα του τόπου του; Έχω την αίσθηση ότι χρειάζεται αρκετός χρόνος…