Θα ήταν ίσως παράλειψη αν ολοκληρώνοντας το αφιέρωμα μας στην οδό Κανεβάρο δεν αναφέραμε τίποτα γι’ αυτό το σχεδόν άγνωστο και χαμένο πλέον μνημείο, τη γέφυρα που οδηγούσε από την ανατολική πύλη του Καστελιού στη συνοικία της Σπλάντζιας. Πρόκειται για ένα συγκοινωνιακό έργο της βενετοκρατίας που κατασκευάστηκε όταν το τείχος του Καστελιού έπαψε πια να παίζει κρίσιμο ρόλο στην οχύρωση της πόλης των Χανίων και η παλιά ξύλινη, πιθανότατα κινητή γέφυρα που υπήρχε στο ίδιο σημείο, δεν ανταποκρινόταν πια στις ανάγκες των κατοίκων της συνοικίας. Οπως έχουμε ξαναγράψει, στις ανασκαφές των τελευταίων χρόνων γύρω από το τείχος του Καστελιού, της διαχρονικής αυτής ακρόπολης της Κυδωνίας και των Χανίων, αποκαλύφθηκε ένυδρη τάφρος που απομόνωνε το φρούριο από την επίφοβη ενδοχώρα. Από τις τέσσερις πύλες που ανοίγονταν στα τείχη κατά τα σημεία του ορίζοντα, οι τρεις τουλάχιστον θα διέθεταν κινητές γέφυρες για την υπέρβαση αυτής της τάφρου. Με την κατασκευή των νέων οχυρώσεων τον 16ο αιώνα δεν υπήρχε πια λόγος ύπαρξης και συντήρησης των παλιών αυτών κατασκευών, που η χρήση θα είχε ασφαλώς φθείρει ανεπανόρθωτα. Βλέπουμε λοιπόν σε κάποιους χάρτες των αρχών του 17ου αιώνα (Oddi, Nanni, Coronelli και άλλους) να σημειώνεται έξω από την ανατολική πύλη του Καστελιού η ύπαρξη μιας αψιδωτής πέτρινης γέφυρας που ένωνε μόνιμα πλέον το παλιό Castello με την οδό Δασκαλογιάννη και τη Σπλάντζια.
Πρώτος που μου μίλησε για την ύπαρξή της ήταν ο πατέρας μου, ο οποίος τη θυμόταν όπως ήταν διαμορφωμένη στα τέλη του μεσοπολέμου. Οπως είχα διαπιστώσει τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, η ύπαρξή της αγνοούνταν από την επιστημονική κοινότητα που ασχολούνταν με την παλιά πόλη. Καταλαβαίνω πως οι περιοχές της παλιάς πόλης ανατολικά του Καστελιού (Χιόνες – νεώρια, βόρεια Σπλάντζια, “Σχολή” κ.λπ.) ήταν γενικά “αποκλεισμένες” από τους “καθωσπρέπει” Χανιώτες για ένα σχεδόν αιώνα, έτσι πολλά στοιχεία από την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της περιοχής αυτής δεν βρίσκονται εύκολα στη συλλογική ιστορική μνήμη. Βρήκα όμως μια μικρή αναφορά γι αυτήν στον 1ο τόμο των Μonumenti Veneti του Gerola, εκεί που περιγράφει την ανατολική πύλη του κάστρου. Στην έρευνα και συλλογή παλιών φωτογραφιών που πραγματοποιώ τα τελευταία χρόνια, είχα την τύχη να εντοπίσω κάποιες φωτογραφίες που δείχνουν τμήματά της, αφού σώζονταν στη θέση της αρκετά χρόνια μετά τους γερμανικούς βομβαρδισμούς του 1941. Ας ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία του μνημείου: Η βενετσιάνικη οικογένεια των Viari είχε περίφημους κήπους και μια λαμπρή βίλα στα Μπουτσουνάρια, δίπλα στις πηγές, που τα υπολείμματά της βρίσκονται εκεί και σήμερα (έχουμε αναφερθεί σ’ αυτά στο παρελθόν) και συνδέονται με παλιούς θρύλους. Προφανώς αυτοί θα ήταν οι δωρητές της. Στην περίοδο του μεσοπολέμου πρέπει να έγιναν εργασίες ανακατασκευής της γέφυρας, ο πατέρας μου θυμόταν πως μεγάλο μέρος της ήταν τσιμεντένιο και στηριζόταν σε σιδερένιες δοκούς. Αυτό είναι φανερό κι από τα στηθαία της που φαίνονται στις φωτογραφίες της περιόδου της Κατοχής. Μεταπολεμικά, πιθανότατα το 1952 ή το 1954 όταν γκρεμίστηκε και η ανατολική πύλη για να μπαίνουν τα στρατιωτικά καμιόνια μέσα στο Καστέλι, ισοπεδώθηκε και η παλιά γέφυρα και μπαζώθηκε η τάφρος στο σημείο αυτό. Τα βάθρα της όμως θα πρέπει να σώζονται σχεδόν στο αρχικό ύψος τους κάτω από το κατάστρωμα του σημερινού δρόμου, μια μελλοντική έρευνα μπορεί να το δείξει. Πολλές από τις εικόνες του σημερινού δημοσιεύματος τις έχω παρουσιάσει και στο παρελθόν. Στις πρώτες τέσσερις, τμήματα από “βενετσιάνικους” χάρτες του 17ου αιώνα στους οποίους σημειώνεται η παλιά γέφυρα. Ο πρώτος είναι του Oddi των αρχών του 17ου αιώνα, όπου η γέφυρα σημειώνεται καθαρά με το γράμμα Ρ (ponte;). Ο τρίτος είναι από ανώνυμο έργο που φυλάσσεται στη Δημ. Βιβλιοθήκη.
Ο τέταρτος είναι του Coronelli και μας αναφέρει το όνομα του μνημείου. Δίπλα στη γέφυρα σημειώνεται ο ναός του Αγ. Πνεύματος, το μετέπειτα Κιοπρού τζαμί δηλαδή το τζαμί της γέφυρας. Στην πέμπτη, τμήμα αεροφωτογραφίας του 1937 όπου διακρίνεται καθαρά η διαμόρφωση της περιοχής. Η οδός Δασκαλογιάννη, πολύ στενότερη τότε, διχαζόταν σε 2 σκέλη: Το ένα περνούσε δίπλα στη γέφυρα και κατευθυνόταν στα νεώρια. Το άλλο διερχόταν με τη γέφυρα πάνω από την παλιά τάφρο προς την ανατολική πύλη του Καστελιού και την Κανεβάρο. Η Σήφακα που ταυτίζεται με την παλιά τάφρο, (ήταν όμως γεμάτη σπίτια που την τουρκοκρατία κόλλησαν πάνω στα παλιά τείχη) περνούσε κάτω από τη γέφυρα και διχαζόταν κι αυτή σε 2 σκέλη: Το ένα κατευθυνόταν στην είσοδο των νεωρίων και το άλλο διέσχιζε το μικρό οικοδομικό τετράγωνο κι έβγαινε στην οδό Καλλεργών, είχε δε την ονομασία “οδός Αριάδνης”. Η βόρεια άκρη της υπάρχει ακόμα εκεί. Στην έκτη, το βόρειο τμήμα της Δασκαλογιάννη και η νότια πύλη των νεωρίων που διακρίνεται στο βάθος. Σε πρώτο πλάνο το στηθαίο της γέφυρας και της ράμπας που οδηγεί από το επάνω επίπεδο προς τα νεώρια. Στην έβδομη, σύμμαχοι στρατιώτες κάθονται στο νεότερο στηθαίο της γέφυρας τον Μάιο του ’41, λίγες μέρες πριν την ισοπέδωση της συνοικίας. Αριστερά τους η είσοδος του Κιοπρού τζαμί. Στην όγδοη, το ίδιο σημείο αλλά κατά την αντίθετη κατεύθυνση, τραβηγμένο από Γερμανό στρατιωτικό τον χειμώνα του 1941… Στην ένατη, από το βιβλίο του κ. Γιώργου Μπριντάκη “Χανιά 27-5-41, 23-5-45”, το ίδιο σημείο το 1945. Τα ερείπια της προηγούμενης φωτογραφίας έχουν πια ισοπεδωθεί. Δείτε και τη φωτογραφία 10 του προηγούμενου δημοσιεύματος, όπου επίσης διακρίνεται το στηθαίο της γέφυρας.