Όταν η Άννα ∆ιαµαντοπούλου ανακοίνωνε στα µέσα του περασµένου Ιουλίου την υποψηφιότητά της για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το… φεγγάρι έδειχνε καλό για το δίπολο Ανδρουλάκη – ∆ούκα το οποίο ξεχώριζε µακράν στις πρώτες δηµοσκοπήσεις.
Στην πορεία όµως αυτού του προεκλογικού αγώνα, τα δηµοσκοπικά ευρήµατα άλλαξαν, φέρνοντάς την πολύ κοντά πλέον στην είσοδο στον β’ γύρο των εσωκοµµατικών εκλογών.
Κι αυτό είναι κάτι αξιοσηµείωτο για ένα πρόσωπο που δεν είχε την προβολή των συνυποψηφίων της στα Μ.Μ.Ε., καθώς ούτε πρόεδρος κόµµατος ήταν, ούτε ο πρώτος δήµαρχος της χώρας ώστε να φιγουράρει καθηµερινά σε ρεπορτάζ.
Σε αυτούς τους µήνες που µεσολάβησαν από την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της, είχε την ευκαιρία να δώσει το πολιτικό της στίγµα κυρίως µέσα από την άµεση επικοινωνία που είχε µε τους πολίτες µέσω των περιοδειών της σε Ελλάδα και Κύπρο αλλά και µε τις εµφανίσεις στα Μ.Μ.Ε.
Τι ήταν όµως αυτό που φαίνεται πως προσέλκυσε το ενδιαφέρον µελών και φίλων του
ΠΑΣΟΚ για την υποψηφιότητα ∆ιαµαντοπούλου, έτσι όπως αποτυπώνεται στις τελευταίες δηµοσκοπήσεις;
Σε όλη της την προεκλογική εκστρατεία η Άννα ∆ιαµαντοπούλου έχει θέσει ξεκάθαρο το διακύβευµα της κάλπης: «Ψηφίζουµε για τον επόµενο πρωθυπουργό». Με τον τρόπο αυτό, έχει στείλει το µήνυµα σε µέλη και φίλους του κόµµατος, ότι η ίδια δεν βλέπει το ΠΑΣΟΚ ως ένα κόµµα που θα περιοριστεί στον ρόλο της αντιπολίτευσης, αλλά βάζει τον πήχη πολύ ψηλότερα.
Κι αυτό δείχνει να είναι το µεγάλο της πλεονέκτηµα έναντι των συνυποψηφίων της. Ότι παρουσιάζεται δηλαδή ως το πρόσωπο που έχει τα ηγετικά αυτά χαρακτηριστικά, όχι για να αποτελέσει απλά τον πρόεδρο ενός κόµµατος, αλλά για να διεκδικήσει την πρωθυπουργία της χώρας.
Αυτό το πλεονέκτηµα βασίζεται ουσιαστικά στο βιογραφικό που καταθέτει στην “κρίση” των ψηφοφόρων, το οποίο συνδυάζει:
Εµπειρία στην ελληνική πολιτική σκηνή ως υπουργός Παιδείας µε παρεµβάσεις που συζητούνται µέχρι και σήµερα.
∆ιεθνή εµπειρία ως Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που προσφέρει διεθνή αναγνώριση και ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας µε όργανα και πρόσωπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ∆ιεθνούς Πολιτικής Σκηνής. Θυµηθείτε ότι έφτασε στην τρίτη θέση για την ηγεσία του Ο.Ο.Σ.Α., σε µια ιδιαίτερη ανταγωνιστική διεθνή διαδικασία.
Ιδρύοντας άλλωστε το ∆ίκτυο για τη Μεταρρύθµιση σε Ελλάδα και Ευρώπη, έκανε παρεµβάσεις και προτάσεις που συζητήθηκαν σε διεθνές επίπεδο.
Σε µια άλλη ανάγνωση, η Άννα ∆ιαµαντοπούλου εµφανίζεται ως µόνη ρεαλιστική εναλλακτική απέναντι στη Νέα ∆ηµοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αυτό έχει να κάνει µε τη δεδοµένη πολιτική συγκυρία και τους συσχετισµούς στην Ελλάδα.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ σε βαθειά, παρατεταµένη εσωστρέφεια, το ΠΑΣΟΚ δεν νιώθει κάποια απειλή από τα “αριστερά” του. Συνεπώς τη µεγάλη “µάχη” µε τη Ν.∆. θα τη δώσει στο λεγόµενο “κέντρο”. Εκεί που η προσωπικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει βάλει τη Ν.∆. σε κυρίαρχη θέση αυτή την περίοδο στη χώρα µας.
Λόγω του µεταρρυθµιστικού της προφίλ και των αποστάσεων που έχει κρατήσει από παραδοσιακές θέσεις της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς οι οποίες πολιτικά και εκλογικά µετρήθηκαν πανευρωπαϊκά και κρίθηκαν ως ξεπερασµένες, η Άννα ∆ιαµαντοπούλου θεωρείται πως µπορεί να προσελκύσει κόσµο τον οποίο το ΠΑΣΟΚ, αυτή τη στιγµή, δεν µπορεί να πείσει.
Εν κατακλείδι, το αν τελικά στεφθεί µε επιτυχία ο προεκλογικός της αγώνας, θα εξαρτηθεί από το αν οι ψηφοφόροι της Κυριακής ψηφίσουν όντως για τον επόµενο πρωθυπουργό ή απλά για τον πρόεδρο ενός κόµµατος της αντιπολίτευσης.