Πάνε τρεις βδομάδες που πέθανε ο μπαμπάς. Για να μην υπάρχει το παραμικρό σασπένς, σας το λέω από τώρα ότι πέθανε στα χέρια μου.
Από την Επιστολή προς τον πατέρα του Φραντς Κάφκα, που διάβασα στη μετεφηβεία μου, μέχρι το Πατέρας και γιος του Έντμουντ Γκος, που διάβασα πριν από έναν χρόνο, νιώθω μία ιδιότυπη γοητεία για αυτόν τον μονόλογο γιου προς πατέρα, παρότι αρχικά νιώθω μία κάποια επιφυλακτικότητα, ή τουλάχιστον έτσι έχω πείσει τον εαυτό μου, μία επιφυλακτικότητα τόσο απέναντι στα κίνητρα του συγγραφέα, όσο και στην υλοποίηση του εγχειρήματος, επιφυλακτικότητα που ίσως κρύβει καλά, αλλά όχι ερμητικά, κάτι βαθύτερο, μία φοβία ίσως για την ταύτιση ή τη θλίψη, για την εγγύτητα στην απόπειρα για επικοινωνία ή την απώλεια.
Τον Σφαρ δεν τον γνώριζα. Δεν είχα επομένως να αντιτάξω κάποιον αντίλογο στην επιφυλακτικότητά μου. Όμως ήξερα, από την πρώτη στιγμή, πως αυτό το βιβλίο, αργά ή γρήγορα, θα το διάβαζα.
Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν για χρόνια δεν είχατε ουσιαστικά σχέσεις; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου δημόσια και αυτό να μη μοιάζει ψεύτικο ή υστερόβουλο; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου, που πέθανε στα χέρια σου; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν η ζωή συνεχίζεται; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου χωρίς να τον εκθέσεις στα μάτια των τρίτων αλλά, ας μη γελιόμαστε, και στα δικά σου; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου, που όταν ήσουν τριών έχασε τη μητέρα σου και γυναίκα του, και σου είπε πως έφυγε ταξίδι; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου, που έγινε φανατικός πιστός; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου, που ποτέ δεν ένιωσες να σε στηρίζει παρά μόνο να σε κρίνει; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν έχεις εδώ και ένα χρόνο χωρίσει με τη γυναίκα σου; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν είσαι και εσύ πατέρας; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν είσαι καλλιτέχνης; Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου όταν και εσύ νιώθεις πως μεγαλώνεις;
Και η αλήθεια είναι πως ο τρόπος του Σφαρ να μιλήσει για τον πατέρα του, τον νεκρό εδώ και τρεις εβδομάδες πατέρα του, διαθέτει νεύρο, σπιρτάδα και, το κυριότερο, ειλικρίνεια, την οποία θα τολμούσα να την χαρακτηρίσω αφοπλιστική ή ακόμα και προκλητική, γιατί, η αλήθεια είναι πως, τουλάχιστον υποσυνείδητα, ο αναγνώστης περιμένει συγκεκριμένα πράγματα από κάποιον που αποφασίζει να μιλήσει για τον νεκρό πατέρα του. Και όμως ο Σφαρ, γνωστός κυρίως για τα κόμικς του, ενσωματώνει την απώλεια στο παρόν, σε ένα παρόν που μεταβάλλεται συνεχώς σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο, αυτό το συνεχές παρόν στο οποίο ο πατέρας του εδώ και χρόνια δεν έπαιζε κάποιον ενεργό ρόλο, παρά εκείνον του εξ αποστάσεως αυστηρού κριτή. Κάπως έτσι το Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου; μετατρέπεται γρήγορα σε πράξη κατανόησης για τον συγγραφέα, και στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας ορθώνεται η κριτική ή η πικρία απέναντι στον πατέρα του. Πράξη κατανόησης, η οποία εκτυλίσσεται ταυτόχρονα με το παρόν, χωρίς να το καθορίζει απόλυτα.
Το Πώς να μιλήσεις για τον πατέρα σου; είναι ένα συγκλονιστικό βιβλίο λόγω θέματος και όχι εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο ο συγγραφέας διαχειρίζεται το θέμα του. Και έτσι θα έπρεπε να είναι. Με τον τρόπο αυτό αποκλείεται ο συναισθηματικός εκβιασμός και επιτυγχάνεται η ταύτιση του αναγνώστη.