Ο κίνδυνος χώρας (country risk) και η εκτίµησή του αποτελούν θέµα µείζονος σηµασίας και απευθύνεται σε κάθε επενδυτή που συναλλάσσεται µε ξένες χώρες ή επιχειρήσεις.
Ο κίνδυνος χώρας είναι µια έννοια που σχετίζεται τακτικά µε τον πολιτικό κίνδυνο. Η γέννηση αυτής της έννοιας αντιστοιχεί στην εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από τον Gamal Abdel Nasser το 1956. Ο ορισµός του κινδύνου χώρας έχει αποτελέσει αντικείµενο πολλών άρθρων (βλ. Κ. Kosmidou, M. Doumpos, C. Zopounidis, Country risk evaluation: methods and applications, Springer 2008).
Ο Bernard Marois τον ορίζει ως ο κίνδυνος µιας καταστροφής που προκύπτει από το οικονοµικό και πολιτικό πλαίσιο ενός ξένου κράτους, στο οποίο µια επιχείρηση ασκεί µέρος των δραστηριοτήτων της (le risque – pays, Oue – sais-je? No 2557, PUF, 1990).
Πρόσφατα τίθεται το ερώτηµα: ποια η επιρροή του κλίµατος στην ανάλυση του κινδύνου χώρας; Η κλιµατική αλλαγή αναµένεται να αλλάξει τα προφίλ κινδύνου των χωρών. Παρά την απουσία µοντέλου για την εκτίµηση και την πρόβλεψη των επιπτώσεων του κλίµατος στις δραστηριότητες των χωρών, ορισµένοι δείκτες καθιστούν δυνατή τη δηµιουργία µιας αρχικής εικόνας των δυνητικά πιο ευάλωτων χωρών.
∆υσκολίες µοντελοποίησης
Ο τυπικός ορισµός του κλιµατικού κινδύνου διακρίνει δύο κύριους τύπους: το φυσικό κίνδυνο και τον κίνδυνο µετάβασης. Ο φυσικός κίνδυνος προκαλείται από τον πολλαπλασιασµό των φυσικών φαινοµένων που προκύπτουν από την κλιµατική αλλαγή. Μπορεί να συνδεθεί µε γεγονότα που αναφέρονται σε µετεωρολογικά φαινόµενα (κυκλώνες, τυφώνες, ξηρασία, πληµµύρες, κλπ.), αλλά και µε χρόνια γεγονότα, που αναφέρονται σε µακροχρόνιες αλλαγές στα κλιµατικά πρότυπα (χρόνια άνοδος της θερµοκρασίας, συνεχής άνοδος του επιπέδου της θάλασσας,…). Ο κίνδυνος µετάβασης καλύπτει όλους τους κινδύνους που συνδέονται µε την αναδιάρθρωση του οικονοµικού συστήµατος προς µια οικονοµία χαµηλών εκποµπών άνθρακα (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Χρ. Λεµονάκης, κλιµατική αλλαγή – χρηµατοοικονοµικοί κίνδυνοι και µελλοντικές επιπτώσεις, Οικονοµικός Ταχυδρόµος, 27.08.2021).
Ως προς τον κίνδυνο χώρας, οι φυσικοί κίνδυνοι έχουν αντίκτυπο στη γεωργική και βιοµηχανική παραγωγική ικανότητα η οποία µπορεί να υπονοµεύσει την ισορροπία των δηµόσιων λογαριασµών και την κοινωνική σταθερότητα.
Ο κίνδυνος µετάβασης είναι πιθανό να επηρεάσει, µε τρόπο λίγο ή πολύ ξαφνικό, τα οικονοµικά µοντέλα των χωρών, όπως µείωση της ζήτησης για ορισµένα αγαθά και υπηρεσίες, απώλεια εισοδήµατος σε ξένο νόµισµα, αύξηση του πληθωρισµού, …
Κλιµατικό rating – κίνδυνος χώρας
Σε µια προοπτική σύγκρισης της φυσικής ευπάθειας των χωρών στην κλιµατική αλλαγή, προτείνεται ο δείκτης ND-GAIN , ο οποίος συνοψίζει την ευαισθησία µιας χώρας στην κλιµατική αλλαγή και άλλες παγκόσµιες προκλήσεις σε συνδυασµό µε την ετοιµότητά της να βελτιώσει την ανθεκτικότητα. Ο δείκτης στηρίζεται σε έξι τοµείς που κρίνονται απαραίτητοι: τρόφιµα, νερό, υγεία, οικοσύστηµα, ανθρώπινη κατοικία, υποδοµές (University of Notre Dame, ND-GAIN: Notre Dame Global Adaptation Initiative). Στόχος είναι η µέτρηση της ευπάθειας και της ευαισθησίας του κλάδου στις αλλαγές των κλιµατικών αλλαγών αλλά και της ικανότητας προσαρµογής σε αυτές τις αλλαγές.
Οι τοπ 5 χώρες µε το δείκτη ND-GAIN είναι:
Norway 75,0
Finland 73,8
Switzerland 72,5
Denmark 71,9
Singapore 71,5
Οι bottom 5 χώρες είναι
181. Guinea-Bissau 32,4
182. Dem. Rep. of the Congo 32,4
183. Eritrea 30,7
184. Central African Rep. 27,6
185. Chad 26,9
Από την άποψη της κατανόησης της έντασης του κινδύνου µετάβασης, αξιολογούνται διάφορες διαστάσεις. Το επίπεδο της έντασης των εκποµπών αερίων του θερµοκηπίου καθώς και της πρόσφατης εξέλιξής του, η ένταση άνθρακα των εξαγόµενων προϊόντων (ποσότητα CO2 που εκπέµπεται για την παραγωγή). Στην πραγµατικότητα, οι εξαγωγές είναι συνήθως η πρώτη ή η δεύτερη πηγή κερδών σε ξένο συνάλλαγµα στις αναπτυσσόµενες χώρες και εκείνες που εξάγουν προϊόντα υψηλής έντασης άνθρακα και κινδυνεύουν να είναι λιγότερο ανταγωνιστικές ή/και να χάσουν τα µερίδια αγοράς στις εξαγωγές τους.
Τέλος, οι δείκτες για την αξιολόγηση της κλιµατικής πολιτικής καθώς και οι δηµόσιες δαπάνες για την προστασία του περιβάλλοντος, αποτελούν επίσης χρήσιµες πηγές πληροφόρησης. Ακόµη, θα µπορούσαν να εξεταστούν η ποιότητα και η αποτελεσµατικότητα των θεσµών, οι δηµοσιονοµικές ικανότητες κ.λπ. Αυτά τα στοιχεία καθώς και άλλα πιο οικονοµικά-χρηµατοοικονοµικά θα µπορούσαν να ληφθούν υπόψη στην εκτίµηση του κινδύνου χώρας (βλ. Κ. Ζοπουνίδης et al., Ανάλυση και εκτίµηση κινδύνου χώρας, εκδόσεις Κλειδάριθµος, 2004).
Συµπερασµατικά, η κινητοποίηση πολλών δεικτών καθιστά δυνατή τη διαµόρφωση µιας αρχικής εικόνας του κλιµατικού κινδύνου σε διάφορες διαστάσεις σε επίπεδο χώρας. Ο περιορισµένος αριθµός ιστορικών δεδοµένων, καθώς και η απουσία προηγούµενου µοντέλου για τον υπολογισµό των πιθανών µελλοντικών επιπτώσεων της ανόδου της θερµοκρασίας στη δραστηριότητα των χωρών καθώς και ο ορίζοντας υλοποίησής τους, περιορίζει το εύρος της ανάλυσης. Ακόµη, πέρα από το κλίµα και το περιβάλλον, υπάρχουν και οι κοινωνικοί παράγοντες και αυτοί της διακυβέρνησης που επηρεάζουν τον κίνδυνο χώρας (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, παράγοντες ESG και εκτίµηση κινδύνου χώρας, Πολυτεχνείο Κρήτης, 20.08.2021).