Πέντε προϋποθέσεις, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Ναυτεμπορικής, πρέπει να πληροί ένας εργαζόμενος που αμείβεται με «μπλοκάκι» προκειμένου να φορολογηθεί για τις αμοιβές του με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών, δηλαδή για να δικαιούται έκπτωσης φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ που ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636-9.545 ευρώ. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι οι εξής:
1) Θα πρέπει να έχει υποβάλει δήλωση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας στην αρμόδια ΔΟΥ, σαν κανονικός αυτοαπασχολούμενος.
2) Θα πρέπει να παρέχει υπηρεσίες στις οποίες προέχει το στοιχείο της συμβουλής ή της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας, δηλαδή να ασκεί δραστηριότητα η οποία -σύμφωνα με τις καταργηθείσες διατάξεις του παλαιού Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994)- δεν εμπεριέχει την έννοια της εμπορικής ιδιότητας, αλλά χαρακτηρίζεται ως «ελευθέριο επάγγελμα». Τέτοιες δραστηριότητες είναι του ιατρού, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, φυσικοθεραπευτή, βιολόγου, ψυχολόγου, μαίας, δικηγόρου, συμβολαιογράφου, άμισθου υποθηκοφύλακα, δικαστικού επιμελητή, αρχιτέκτονα, μηχανικού, τοπογράφου, χημικού, γεωπόνου, γεωλόγου, δασολόγου, περιβαλλοντολόγου, ωκεανογράφου, σχεδιαστή, δημοσιογράφου, διερμηνέα, ξεναγού, μεταφραστή, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη γλύπτη ή ζωγράφου ή σκιτσογράφου ή χαράκτη, ηθοποιού, μουσικοσυνθέτη, εκτελεστή μουσικών έργων ή μουσουργού, τραγουδιστή-καλλιτέχνη των κέντρων διασκέδασης, χορευτή, χορογράφου, σκηνοθέτη, σκηνογράφου, ενδυματολόγου, διακοσμητή, οικονομολόγου, αναλυτή, προγραμματιστή, ερευνητή ή συμβούλου επιχειρήσεων, λογιστή ή φοροτέχνη, αναλογιστή, κοινωνιολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εμπειρογνώμονα, ομοιοπαθητικού εναλλακτικής θεραπείας, ψυχοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, λογοπαθολόγου και λογοπεδικού, πραγματογνώμονα, διαιτητή, εκκαθαριστή γενικά, ελεγκτή Α.Ε., εκτελεστή διαθηκών, εκκαθαριστή κληρονομιών και κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας, αρχαιολόγου, προπονητή, εργοφυσιολόγου, εργοθεραπευτή, γραφίστα, διαιτολόγου, διατροφολόγου, συντηρητή αρχαιοτήτων, επιμελητή, διορθωτή κειμένων, νοσηλεύτριας ή αποκλειστικής νοσοκόμας.
3) Θα πρέπει να δηλώνει ως έδρα για την άσκηση της δραστηριότητάς του την κατοικία του.
4) Δεν θα πρέπει να εισπράττει μισθό από άλλη εργασία.
5) Θα πρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες του σε τρεις το πολύ εργοδότες ή και σε περισσότερους από τρεις, εφόσον όμως στην περίπτωση αυτή λαμβάνει το 75% τουλάχιστον των ετησίων αμοιβών του μόνο από έναν.
Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία φορολογούμενος με «μπλοκάκι» δεν πληροί έστω και μία από τις πέντε παραπάνω προϋποθέσεις θεωρείται κανονικός επιτηδευματίας. Οι ετήσιες αμοιβές του από το «μπλοκάκι» είναι δυνατό, ωστόσο, να μη φορολογηθούν στο σύνολό τους ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή, ο φορολογούμενος χάνει μεν το δικαίωμα του αφορολογήτου, αλλά αποκτά τη δυνατότητα να δηλώσει δαπάνες που εκπίπτουν από τις ετήσιες αμοιβές του. Το καθαρό ποσό που θα προκύψει με την έκπτωση των δαπανών από τις ετήσιες αμοιβές του θα είναι αυτό που θα φορολογηθεί ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ και με 29%-45% για το τμήμα των ετησίων αμοιβών πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ.
Αν κάποιος εργαζόμενος αμείφθηκε για παροχή υπηρεσιών, χωρίς να έχει κάνει έναρξη δραστηριότητας στη ΔΟΥ και έλαβε «τίτλο κτήσης» από τον εργοδότη του για τις αμοιβές που εισέπραξε θα φορολογηθεί για το σύνολο των αμοιβών του, ως επιτηδευματίας, δηλαδή με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 20.000 ευρώ και με 29%-45% για το τμήμα των ετησίων αμοιβών πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ. Δηλαδή δεν θα δικαιούται το αφορολόγητο και δεν θα έχει κανένα δικαίωμα έκπτωσης δαπανών από τις αμοιβές του.
Μόνη εξαίρεση από την επαχθή αυτή φορολόγηση ισχύει στην περίπτωση απόκτησης εισοδήματος από περιστασιακή απασχόληση το οποίο δεν υπερβαίνει τα 6.000 ευρώ ετησίως, εφόσον τα τεκμήρια διαβίωσης προσδιορίζουν τεκμαρτό εισόδημα μέχρι 9.500 ευρώ και εφόσον δεν έχει αποκτηθεί ταυτόχρονα και εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, ακίνητα ή τόκους καταθέσεων. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, τόσο το πραγματικό εισόδημα όσο και η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που μπορεί να προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων φορολογούνται με την ευνοϊκή κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από μισθούς.