«Πολλοίς συνεχόμενος πειρασμοίς,
προς σε καταφεύγω σωτηρίαν επιζητώ»
(Από την Παράκληση της Παναγίας)
Βαδίζομε προς την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Δειλινά και πρωινά ανταμώνουμε στη δέηση, στην ευχαριστία και στη δοξολογία της.
Ζούμε σε μια πειρασμική εποχή με τις αναρίθμητες προκλήσεις της και τα πολυάριθμα θύματά της. Χειμαζόμαστε σε όλες τις εποχές. Βαλλόμαστε από ορατούς και αοράτους πειρασμούς. Εν γνώσει και εν αγνοία μας. Εκουσίως και ακουσίως.
Στην Παναγία καταφεύγουμε, που είναι «των πολεμουμένων η ειρήνη, των χειμαζομένων η γαλήνη, η μόνη προστασία των πιστών».
Πού αλλού να καταφύγουμε; Μαζί με τον υμνωδό της λέμε «Προς τίνα καταφύγω άλλην, Αγνή; Πού προσδράμω λοιπόν και σωθήσομαι; Πού πορευθώ; Ποίαν δε εφεύρω καταφυγήν; Ποίαν θερμή αντίληψιν; Ποίαν εν ταις θλίψεσι βοηθόν; εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι, και επί σε θαρρών κατέφυγον».
Μέσα στον καύσωνα της “παγκοσμιοποίησης” (!) που τα πάντα εξουσιάζονται από σκοτεινές – δαιμονικές δυνάμεις, ο άνθρωπος υποβάλλεται σε μια σκληρή δοκιμασία κι εκείνοι που δεν έχουν προσωπική υπόσταση θαμπώνονται από τις ωραιοφανείς και ευήκοες προκλήσεις.
Εκατομμύρια οι δελεαζόμενοι και παρασυρόμενοι, μικροί και μεγάλοι. Πλούσιοι και φτωχοί. Πρωτευουσιάνοι και επαρχιώτες. Θύματα μιας σπάταλης και ανώδυνης ζωής, που, λίγο να φυσήξει ο άνεμος της δυσκολίας, καταφεύγουν στις αυτοκτονίες, στα ναρκωτικά και στα ψυχοφάρμακα.
Μα υπάρχουν και άλλες προκλήσεις και άλλοι πειρασμοί. Γι’ αυτό και στην “Κυριακή προσευχή”, όπως ο ίδιος ο Χριστός μας υπέδειξε (Ματθ. 6, 9-13), τον παρακαλούμε «Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».
Πολλές φορές οι πλησίον μας μάς πειράζουν. Μας προκαλούν. Ο Απόστολος Παύλος θα ονομάσει τους προκαλούντας κενόδοξους λέγοντας «μη γινώμεθα κενόδοξοι, αλλήλους, προκαλούμενοι» (Γαλ. 5, 26). Αυτήν τη δαιμονική κενοδοξία, λίγο πολύ, την έχουμε όλοι μας.
Και δεν είναι η πρόκληση – πειρασμός μόνο από τη σάρκα, τις εμφανίσεις, τα περιοδικά και βιντεοκασέτες, που οι αληθινοί χριστιανοί αποφεύγουν. Είναι οι πειρασμοί με τα λόγια τους, τα έργα τους και τη συμπεριφορά τους. Θα σε χλευάσουν. Θα σε ειρωνευθούν. Θα σε προσβάλλουν. Θα σε ενοχλήσουν με τους θορύβους και τις αταξίες τους. Θα κοιτάξουν να διαταράξουν την ατομική και οικογενειακή σου γαλήνη. Θα σε διασύρουν. Θα σπείρουν ζιζάνια μέσα στο σπίτι σου, στις σχέσεις των ανδρογύνων, στην εργασία σου. Θα σε διαβάλλουν στο αφεντικό σου. Θα σπείρουν ψεύδη και κατηγορίες. Θα κάνουν, με λίγα λόγια, ό,τι η δαιμονική φαντασία τους και η μαύρη ψυχή τους τούς υπαγορεύσει.
Οσο καλός και τίμιος κι αν είσαι. Οσο ευγενής και φιλήσυχος, εκείνοι θα σε προκαλούν και θα σε ταράζουν. Το δίκιο σου θα επαναστατήσει. Το φιλότιμό σου θα θιγεί. Η κοινωνική σου υπόσταση θα τραυματιστεί. Το όνομά σου πάει να αμαυρωθεί.
Βεβαίως έχουμε το ηθικό και νομικό δικαίωμα να υπερασπίσουμε το άτομό μας, την οικογένειά μας. Ομως ποιος μπορεί να κλείσει τα απύλωτα χείλη των μοχθηρών “ανθρώπων”; Ποιος μπορεί να βρει το δίκιο του και την προστασία του σε έναν κόσμο αχαλίνωτο, ατιμώρητο; Που πειράζει, αλλά δεν πειράζεται; Που καλύπτεται από “αφανείς” και φανερούς πάτρωνες; Που μάχεται και κόπτεται για τα δικαιώματά του και αρνείται, απάνθρωπα τις περισσότερες φορές, τα δικαιώματα των άλλων και μάλιστα εκείνων που δεν έχουν “πλάτες;”
Δυστυχώς, ο αληθινός χριστιανός και ευπειθής πολίτης, κατήντησε να είναι υποχρεωμένος να συνυπάρχει σε μια τέτοια κοινωνία πολιορκημένος από πειρασμούς και κυήματα απανθρώπων. Μέσα σ’ αυτόν τον κλοιό. Μέσα σ’ αυτόν τον κλύδωνα καταφεύγουμε στην Παναγία, στη Μεγαλόχαρη, όχι μόνο για να θεραπεύσει τα σώματα, αλλά και να γαληνέψει την ψυχή και την καρδιά μας από τις πειρασμικές επιθέσεις. Όσο ως χριστιανοί πρέπει να χαιρόμαστε γι’ αυτές τις επιθέσεις (Ιακώβου 1,2). Είμαστε ωστόσο και άνθρωποι με όλες τις αδυναμίες μας, γι’ αυτό καταφεύγουμε σ’ Αυτήν.
*θεολόγος – τ. λυκειάρχης