Όπως σημειώσαμε στο τελευταίο μας σημείωμα, πριν συνέλθουν οι εκπρόσωποι της ευρωδεξιάς στη Φινλανδία η Γερμανία εξέλεξε τον επόμενο πρόεδρος της Κομισιόν, θέση ιδιαίτερα υψηλή για τον καθορισμό της ατζέντας των υπό θεμάτων της καθημερινότητας. Σημειώναμε μάλιστα, ότι «Στο επόμενο σημείωμά μας θα συνεχίσουμε για να δούμε τι σημαίνουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) και ποιες είναι οι πιθανές αντιδράσεις, καθώς και οι επιπτώσεις, τόσο στις τράπεζες, όσο και στις εθνικές οικονομίες γενικότερα».
Το θέμα λοιπόν αφορά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών1. Όταν οι πελάτες δεν τηρούν τους συμφωνηθέντες όρους εξόφλησης για 90 ή περισσότερες ημέρες, η τράπεζα πρέπει να δεσμεύει μεγαλύτερο κεφάλαιο, με βάση την υπόθεση ότι δάνειο δεν θα αποπληρωθεί, αφού έτσι, έχει κοκκινήσει το δάνειο. Αν λοιπόν οι τράπεζες δεσμεύσουν μεγαλύτερο κεφάλαιο, αυτό αυξάνει την ανθεκτικότητα τους σε δυσμενείς κλυδωνισμούς, διευκολύνοντας τον ιδιωτικό καταμερισμό των κινδύνων, και παράλληλα μειώνει την ανάγκη επιμερισμού των κινδύνων στον δημόσιο τομέα. Περαιτέρω, η αντιμετώπιση των πιθανών μελλοντικών ΜΕΔ είναι θεμελιώδους σημασίας για την ενίσχυση της Τραπεζικής Ένωσης καθώς και διασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ενθαρρύνει την χορήγηση δανείων για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας εντός της Ένωσης.
Η τραπεζική συμπεριφορά όμως, τουλάχιστον για την Ελλάδα, αλλά φαίνεται ότι ίσχυσε για πολλές περιπτώσεις ευρωτραπεζών, φανέρωσε την έλλειψη διάθεσης για δέσμευση μεγαλύτερου κεφαλαίου. Έτσι, το πρώτο μνημόνιο χρησίμευσε στην ουσία, για να καλύψει μέρος του κινδύνου αυτού, αλλά η ανακεφαλαιοποίηση αυτή θα έπρεπε να οδηγήσει σε περαιτέρω απελευθέρωση του τραπεζικού δανεισμού, πράγμα που δεν έγινε και συνεχίσαμε να γονατίζουμε και οικονομικά και έμεινε και το αδιέξοδο των κόκκινων δανείων.
Με βάση κοινό ορισμό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες προβλέπουν «προληπτικό μηχανισμό ασφαλείας», δηλαδή κοινή ελάχιστη κάλυψη ζημιών για το χρηματικό ποσό που πρέπει να δεσμεύουν οι τράπεζες προκειμένου να καλύπτουν ζημιές από μελλοντικά δάνεια που παύουν να εξυπηρετούνται. Σε περίπτωση που μια τράπεζα δεν τηρεί το προβλεπόμενο ελάχιστο επίπεδο, επιβάλλονται αφαιρέσεις από τα ίδια κεφάλαιά της.
Σύμφωνα με τη θέση του Συμβουλίου, θα πρέπει να ισχύουν διαφορετικές απαιτήσεις κάλυψης ανάλογα με το αν το ΜΕΔ είναι «εξασφαλισμένο» ή «μη εξασφαλισμένο» και το αν οι εγγυήσεις είναι κινητές ή ακίνητες.
• Όσον αφορά τα εξασφαλισμένα ΜΕΔ με ακίνητες εγγυήσεις (εμπορικά ή οικιστικά ακίνητα), κρίνεται ευλόγως ότι η ακίνητη περιουσία θα έχει εναπομένουσα αξία για μεγαλύτερη περίοδο από τη στιγμή που το δάνειο παύει να εξυπηρετείται. Ως εκ τούτου, η πρόταση προβλέπει σταδιακή αύξηση του επιπέδου της ελάχιστης κάλυψης ζημιών μέσα σε ένα διάστημα 9 ετών. Η πλήρης κάλυψη του 100 % για τα ΜΕΔ που εξασφαλίζονται με κινητές και άλλες αποδεκτές εγγυήσεις θα πρέπει να διαμορφωθεί μετά από 7 έτη.
• Τα μη εξασφαλισμένα ΜΕΔ απαιτούν υψηλότερη και ταχύτερη ελάχιστη κάλυψη ζημιών, καθώς δεν καλύπτονται από εγγυήσεις. Ως εκ τούτου, η μέγιστη απαίτηση κάλυψης θα ισχύει πλήρως έπειτα από 3 έτη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ευρώπη προσπαθούν οι ιθύνοντες να σχεδιάσουν προσεκτικά βήματα που θα άρουν τα αδιεξοδα από τα ΜΕΔ. Για την ώρα τα επόμενα βήματα καθορίζονται από τις διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα προχωρήσουν αμέσως μόλις το Κοινοβούλιο καθορίσει τη θέση του, διότι για να εγκριθεί η προτεινόμενη νομοθετική πράξη, απαιτούνται ειδική πλειοψηφία στο Συμβούλιο και συμφωνία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Μάλιστα άρχισε να λειτουργεί και ειδική ιστοσελίδα για τα ΜΕΔ, σε μια προσπάθεια των αρχών της ΕΕ και των εθνικών αρχών να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με τα υψηλά αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη. Υπενθυμίζουμε ότι για λόγους ορισμού ως ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) είναι τραπεζικά δάνεια που υπόκεινται σε καθυστερημένη εξόφληση ή είναι απίθανο να επιστραφούν από τον οφειλέτη. Φαίνεται ότι το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό αφού η αδυναμία των δανειοληπτών να αποπληρώσουν τα δάνειά τους επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των επακόλουθων οικονομικών κρίσεων, σε όλη την ΕΕ. Ως αποτέλεσμα, πολλές τράπεζες είδαν τη συσσώρευση των μη εξυπηρετούμενων δανείων να εγγράφονται στα βιβλία τους. Αυτό ήταν ιδιαίτερα έντονο σε ορισμένες χώρες της ΕΕ.
Ενώ ο μέσος λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην ΕΕ έχει μειωθεί κατά περισσότερο από το ένα τρίτο από το 2014, ο συνολικός όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει υψηλός και ορισμένες χώρες σημειώνουν μόνο αργή πρόοδο στη μείωση τους. Τα υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων μπορούν να επηρεάσουν την οικονομική ανάπτυξη των χωρών αυτών, καθώς μειώνουν την κερδοφορία των τραπεζών και την ικανότητά τους να δανείζουν, ιδιαίτερα στις ΜΜΕ, και όπως τονίσαμε, αυτό συνέβη κατά κόρον στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας.
Η αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με τα υψηλά αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι κατά κύριο λόγο ευθύνη των επηρεαζόμενων τραπεζών και των εθνικών αρχών. Ωστόσο, σε μια νομισματική ένωση όπου οι οικονομίες των κρατών μελών αλληλοσυνδέονται και μπορούν να δημιουργήσουν δευτερογενείς επιπτώσεις, υπάρχει επίσης ένα σαφές ενδιαφέρον της ΕΕ για μείωση των σημερινών δεικτών μη εξυπηρετούμενων δανείων. Εδώ λοιπόν επαφίεται και η ευθύνη για την πρόδηλη κατάντια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, που δανειοδότησε σημαντικούς εγχώριους πόρους, γνωρίζοντας την αδυναμία αποπληρωμής των δανείων. Σχετική παρέμβαση του ελληνικού κοινοβουλίου κατέδειξε τα σημαντικά δάνεια που «κέρδισαν» ιδιώτες χωρίς καμία εγγύηση των δανειοδοτούμενων ποσών. Πρόκειται για ποσά που ο μέσος Έλληνας δε θέλει να θυμάται, αλλά αυτό κινδυνεύει να τον οδηγήσει να υιοθετεί ίδιους πολιτικούς σχηματισμούς ξεπερασμένης γενιάς που δεν εξυπηρετούν πλέον εθνικούς στόχους και δεν μπορούν να προχωρήσουν σε ανάταξη της ελληνικής οικονομίας.
Αν πρέπει να μας μείνει ένα συμπέρασμα από την αθλιότητα των ελληνικών τραπεζών, θα πρέπει να υιοθετηθούν νέα μοντέλα τραπεζικής και εξωτραπεζικής πρακτικής, από την κατάργηση ή την πολλαπλή συγχώνευση των υπαρχόντων τραπεζικών ιδρυμάτων μέχρι την εξαφάνισή τους επωμιζόμενοι το κόστος τους, αλλά στέλνοντας και στη δικαιοσύνη όλους τους χοντρούς φακέλους που έχου συγκλίνει στη σημερινή κατάσταση απαισιοδοξίας της ελληνικής οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να τελειώσουμε το σημείο αυτό με αναφορά μας στο επόμενο σημείωμά μας, για τα προβλεπόμενα μέτρα της Κομισιόν που έχει ήδη πάρει ακόμη και για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης.
1. https://www.consilium.europa.eu/en/press/press-releases/2018/10/31/non-performing-loans-council-approves-position-on-capital-requirements-for-banks-bad-loans/?utm_source=dsms-auto&utm_medium=email&utm_campaign=Non-performing+loans%3a+Council+approves+position+on+capital+requirements+for+banks%27+bad+loans