Δεν υπάρχει περισσότερο πρόσφορο έδαφος από την ανάλυση των αριθμών που συνιστούν τη σημερινή κατάσταση στην Ε.Ε. Και παρά τα όσα έχουν ακουστεί, εμείς από επιστημονική άποψη, θεωρούμε ότι οι αριθμοί που παρουσιάζουν μια ελάχιστη (ως μέγιστη) ομαλοποίηση είναι οι επίσημοι αριθμοί που εκπηγάζουν από τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και συνθέτουν τη σημαντική και επίπονη δουλειά της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, της “Eurostat”.
Η δημιουργία των δημόσιων χρεών είναι αποτέλεσμα κανόνων πολιτικής που έχουν ληφθεί από την πολιτική τάξη, χωρίς να μπορεί να αποδειχθεί ότι οι πολιτικοί αυτοί έδρασαν με την προσήκουσα προσοχή. Οι διαφορές στην εφαρμογή πολιτικών εκφράζονται στην επιβάρυνση της ποσοστιαίας σχέσης του δημοσιονομικού ελλείμματος σε σχέση με το ΑΕΠ.
Στόχος του σημερινού σημειώματος είναι να δούμε και να εκφράσουμε μια συνολική άποψη για το πώς διαμορφώνονται τα ΑΕΠ τόσο σε επίπεδο χωρών, όσο και στο σύνολο της Ευρωζώνης ή της Ε.Ε. και κυρίως τι δείχνουν οι εξελίξεις την περίοδο πριν και κατά την παρούσα οικονομική κρίση.
Σύμφωνα λοιπόν με το ΑΕΠ, το κατά κεφαλήν εισόδημα διαμορφώθηκε τα χρόνια της κρίσης όπως φαίνεται στον ακόλουθο πίνακα. Ο πίνακας αυτός δίνει μια σειρά από στοιχεία που συνοψίζονται στα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 1: Τόσο στο σύνολο της Ε.Ε. όσο και στην Ευρωζώνη η εξέλιξη του κατά κεφαλήν εισοδήματος ακολούθησε μια ομαλή πορεία με μικρή αρνητική διακύμανση στα χρόνια 2008 – 2010. Η πορεία αυτή επισημαίνεται επίσης σχεδόν στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε. Οι χώρες με εύρωστα οικονομικά είδαν να αναπτύσσονται οι οικονομίες τους περαιτέρω, δημιουργώντας καλές συνθήκες στους κατοίκους τους, και βέβαια, σημαντικές προοπτικές, αφού εξήλθαν νικητές από την κρίση. Η Γερμανία, για παράδειγμα, είναι χαρακτηριστική περίπτωση.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 2: Χώρες με καθηλωμένα εισοδήματα, χώρες φτωχές της πρώην ανατολικής Ευρώπης, βλέπουν μεν με ευχαρίστηση να ανέρχεται το κατά κεφαλήν εισόδημά τους με ρυθμούς διψήφιων αριθμών και μάλιστα μέσα στα χρόνια της κρίσης, αλλά το βασικό προσόν τους είναι η κάλυψη των βασικών αναγκών τους, που δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιηθούν ακόμη και μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, τέλος της δεκαετίας του ’80. Το κατά κεφαλήν εισόδημα χωρών, όπως Βουλγαρία, Τσεχία, Εσθονία, Κροατία, Λεττονία Λιθουανία, Ουγγαρία Πολωνία και Ρουμανία δε φτάνει ούτε στο μισό του μέσου όρου των χωρών της ΕΕ, παρά το ότι τα χαμηλά εισοδήματα αυτά αφορούν το 1/3 των χωρών της Ε.Ε.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 3: Οι χώρες με προβλήματα δημοσιονομικού χρέους είδαν να μειώνεται την τελευταία 9ετία το κατά κεφαλήν εισόδημα των κατοίκων τους ή στην καλύτερη των περιπτώσεων να παραμένει σταθερό. Στην Ελλάδα είναι ορατή η μείωση περίπου κατά 25%, στην Ισπανία και στην Ιταλία παρέμεινε σταθερό, και στην Ιρλανδία μειώθηκε περίπου 8 – 9% την ίδια περίοδο.
Οι εξελίξεις αυτές σηματοδότησαν την εφαρμογή των πολιτικών λιτότητας, μια πρακτική που την έχουμε αναλύσει αρκετές φορές μια θέση που οι ιστορικοί θα κληθούν να αναλύσουν στο μέλλον, αφού πάνω στην πολιτική αυτή στηρίχθηκε η πίεση του ευρώ, ώστε η οικονομία που πουλά εργαλειομηχανές, όπως η Γερμανία, να μπορεί να πουλήσει, κυρίως στις ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά και αλλού, τα καλά και συμφέροντά της. Έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε. Αυτό δεν εμπόδισε να γκρεμίσουν οικονομίες ολάκερες οι αρχιτέκτονες της διαφθοράς, και είναι βέβαιο ότι όταν σχεδιάζεις να πουλάς με τις μίζες, θα βρεις ευήκοα όντα στην αντίπερα όχθη.