Το αίµα της κυλά ασταµάτητα, αιώνες τώρα µέσα από τους στίχους και τους ήχους της λαϊκής µούσας του παραδοσιακού ∆ηµοτικού τραγουδιού. Είναι η αδικοσκοτωµένη γυναίκα του πασίγνωστου Μενούση, µε θύτη τον ίδιο της τον άνδρα που ακόµα και το αιµατοβαµµένο τραγούδι της, έχει το όνοµα του θύτη.
Χιλιοτραγουδισµένο στα γλέντια και τις χαρές των Ελλήνων το Ηπειρώτικο τούτο ∆ηµοτικό τραγούδι ‘‘Ο Μενούσης’’, µέσα από πλήθος παραλλαγών που καταγράφονται σχεδόν σε κάθε γωνιά της πατρίδας µας. Πολύ αγαπήθηκε και ας περιγράφει µια ειδεχθή γυναικοκτονία που έγινε µε συνοπτικές διαδικασίες και µε όλη εκείνη την κτητική αγριότητα του άνδρα και την παραφροσύνη που µετατρέπεται σε φονική µανία. Μια δωρική τραγική ιστορία που αντιστοιχεί σε πραγµατικό περιστατικό, στο µεταίχµιο της απελευθέρωσης της Ηπείρου από τους Τούρκους στην κλειστή κοινωνία της Θεσπρωτίας. Στο µεθύσι επάνω ασφαλώς… µε την ανδροπαρέα (Μενούσης, Μπιρµπίλης και ο Μεχµέτ αγάς) να µας συστήνεται µέσα από τους στίχους του τραγουδιού σε ένα γλέντι στο κρασοπουλειό. Αφορµή για το κακό που έγινε στο άψε σβήσε, η κουβέντα για τις όµορφες…
-Όµορφη γυναίκα πο ’χεις βρε Μενούσ’ Αγά
– Πού την είδες, που την ξέρεις και τη µολαγάς;
-Χτες την είδα στο πηγάδι΄που ’παιρνε νερό και της δώσα το µαντήλι και µου το ’πλυνε.
– Αν την είδες κι αν την ξέρεις, πες µας τι φορεί;
-Ασηµένιο µεσοφόρι µε χρυσό φλουρί.
Κι ο Μενούσης µεθυσµένος πάει τη έσφαξε, το πρωί ξεµεθυσµένος πάει την έκλαψε.
Ακολουθεί η τελευταία πράξη του δράµατος µε µια επίκληση επί µαταίω του δράστη προς το θύµα, όταν η κατάσταση δεν είναι πια αναστρέψιµη, που ωστόσο δείχνει τον εγωισµό του και την κτητική του αντίληψη.
-Σήκου πάπια, σήκου χήνα, σήκου νερατζιά/ σήκου λούσου και χτενίσου κι έµπα στο χορό.
Να σε δουν τα παλικάρια να µαραίνονται/ να σε ιδώ κι εγώ ο καηµένος να σε χαίροµαι.
Ένα από τα πολλά «εγκλήµατα τιµής» που συναντά κανείς και σε πολλά άλλα δηµοτικά τραγούδια, αλλά και σε ρεµπέτικα, όπου η γυναικοκτονία περνά ως «κανονικότητα» και ως φυσικό επακόλουθο της «παρεκκλίνουσας» συµεριφοράς της γυναίκας από τα καθιερωµένα κοινωνικά πρότυπα. Ματωµένες ιστορίες γυναικών, βαθιά εµπεδωµένες στις κοινωνικές αντιλήψεις και στα έµφυλα στερεότυπα που θέλουν να ασκούν τον κοινωνικό έλεγχο στα σώµατα και στις επιλογές τους, χρησιµοποιώντας την έµφυλη βία ως µηχανισµό «σωφρονισµού». Ιστορίες που έγιναν τραγούδια σχετικά µε τα οποία ο δηµοσιογράφος και µελετητής του ∆ηµοτικού τραγουδιού Παντελής Μπουκάλας* σηµειώνει:
«Μια ιδιαίτερα διευρυµένη κατηγορία δηµοτικών τραγουδιών αποτελούν τα τραγούδια της τιµής, όπως θα µπορούσαµε να τα αποκαλέσουµε. Τα τραγούδια αυτά είναι ταυτόχρονα και τραγούδια της ντροπής. Ο ήρωας, σύζυγος, εραστής, αδελφός, πατέρας, ντρέπεται, νιώθει βαθιά προσβεβληµένος από κάποια πράξη της γυναίκας του, της θυγατέρας του, της αδελφής του. Στα δεδοµένα κοινωνικά πλαίσια, έτσι οφείλει να αισθάνεται. Αυτό του επιβάλλει η νόρµα σε ανθρώπινες κοινότητες πατριαρχικά και αρρενοκρατικά συγκροτηµένες επί αιώνες. Κι όπως µαθαίνει εξ απαλών ονύχων, για να θεραπευτεί η πληγωµένη τιµή, πρέπει η ντροπή να ξεπλυθεί µε αίµα. Αναστολές και δεύτερες σκέψεις δεν επιτρέπονται.»
Ωστόσο οι ίδιες συχνά ζητούν δικαίωση, ζητούν να σπάσει η σιωπή και η ατιµωρησία του δράστη, να το µάθει ο κόσµος, έστω και µετά θάνατο.
Όπως και στην περίπτωση της αδικοχαµένης κόρης στην πασίγνωστη παραλογή *«Μια κόρη ρόδα µάζευε», που έχασε εντελώς αναίτια τη ζωή της, για ένα ζευγάρι ρόδα που πρόσφερε στον αγαπηµένο της. Από τα χέρια των αδελφών της, µετά από άγριο ξυλοδαρµό, µε τη συνέργεια της ίδιας της µητέρας της, που λειτουργεί και εκείνη ως φορέας της αυστηρής κοινωνικής νοοτροπίας.
Κοντά στα ξηµερώµατα η κόρη εψυχοµάχα
Κι η µάνα τση τη ρώταγε τι ρούχα να τση βάλει.
-Μη θες τα µα, µη θες τα ξα, µη θες τα βελουδένια
µη θες τα χρυσοπράσινα που σου’ χω στην κασέλα.
-Ούτε τα µα, ούτε τα ξα, ούτε τα βελουδένια
ούτε τα χρυσοπράσινα που µου ’ χεις στην κασέλα.
Θέλω τα ρουχαλάκια µου τα αιµατοκυλισµένα για να το µάθει η γειτονιά,
για να το ακούσει η χώρα, πως µ’ αδικοσκοτώσατε για ένα ζευγάρι ρόδα.
Τραγικά επίκαιρη και αυτή η ιστορία µε τη συχνότητα των γυναικοκτονιών τα τελευταία χρόνια, γιατί δεν είναι αγάπη, ζήλεια ή πάθος. Είναι γυναικοκτονίες από στυγνούς εκτελεστές.
*1 Παντελής Μπουκάλας, στο οπισθόφυλλο του βιβλίου – cd :«Τα τραγούδια της ντροπής», Ναταλία Λαµπαδάκη, Φεβρουάριος 2023.
*2 Θρηνητικό αφηγηµατικό τραγούδι µε δραµατικό τέλος που σώζεται και στην Κρήτη µε τη µορφή του ριζίτικου της στράτας «Μια κόρη ρόδα εµάζωνε»