Το ταξίδι για το βορειοδυτικό άκρο του νομού Φλώρινας, μέσα από τους καταπράσινους ορεινούς όγκους, είναι μακρύ και ενίοτε δύσκολο, αλλά ο τόπος, που σήμερα έχει στραμμένο πάνω του το ενδιαφέρον, αποζημιώνει τον επισκέπτη.
Με έκταση που ξεπερνά τα 300.000 στρέμματα, η περιοχή αποτελείται από τη Μικρή και τη Μεγάλη Πρέσπα, που τις “αγκαλιάζουν” οι γύρω δασωμένες πλαγιές των βουνών. Τη Μικρή Πρέσπα μοιράζονται η Ελλάδα και η Αλβανία, ενώ τη Μεγάλη οι δύο αυτές χώρες και η ΠΓΔΜ. Η Μικρή και η Μεγάλη Πρέσπα είναι από τις παλαιότερες ευρωπαϊκές λίμνες και η ύπαρξή τους καθορίζει τη γεωμορφολογία της περιοχής, ενώ είναι, παράλληλα, πηγή πλούτου, ζωής και πολιτισμού.
Η γεωμορφολογία, το γεωλογικό υπόστρωμα, το κλίμα της περιοχής, η ύπαρξη και η παλαιότητα των δύο λιμνών, οι διαφορετικοί οικότοποι, που ξεκινούν από το χαμηλότερο υψόμετρο (850 μ. στις λίμνες) και καταλήγουν στις ψηλότερες κορυφές (2.300 μ.) συνθέτουν ένα τοπίο υψηλής βιοποικιλότητας και καθορίζουν την ξεχωριστή “ταυτότητα” του τόπου.
Ένα χαρακτηριστικό που καθιστά την περιοχή της Πρέσπας μοναδική είναι το γεγονός ότι πολλές μορφές ζωής ή είδη με περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση -ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο- την έχουν επιλέξει για “σπίτι” τους.
Σύμφωνα με την Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών, οι πρώτοι ορνιθολόγοι που επισκέφθηκαν την Πρέσπα, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ανακάλυψαν έναν “ορνιθολογικό παράδεισο”. Ο αργυροπελεκάνος, ένα από τα σπανιότερα είδη στον κόσμο, έχει βρει το δικό του καταφύγιο στην περιοχή των Πρεσπών, ενώ στο πλάι του φωλιάζουν οι ροδοπελεκάνοι σε ένα από τα σπάνια θεάματα, πραγματική οπτική πανδαισία. Η Μικρή Πρέσπα φιλοξενεί -μεταξύ άλλων- στα “σπλάχνα” της και πολλά άλλα σπάνια, υδρόβια πουλιά, [πχ λαγγόνες, ερωδιοί (αργυροτσικνιάδες), λευκοτσικνιάδες, πορφυροτσικνιάδες].
“Καρδιά” του οικοτόπου των Πρεσπών αποτελούν τα υγρά λιβάδια του. Παλαιότερα, πολλές ανθρώπινες δραστηριότητες στην παραλίμνια ζώνη (βόσκηση με βοοειδή, κόψιμο και κάψιμο καλαμιώνων κ.ά), συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία και τη διατήρηση εκτεταμένων υγρολιβαδικών εκτάσεων. Ωστόσο, στη δεκαετία του 1980 άρχισε να συρρικνώνεται η ανθρώπινη δραστηριότητα, με αποτέλεσμα τη συνεχή επέκταση των καλαμιώνων εις βάρος των υγρών λιβαδιών, τη μείωση του πληθυσμού των ψαριών, αλλά και την εξαφάνιση ή μείωση του αριθμού σημαντικών υδρόβιων πουλιών.