Κυριακή, 5 Ιανουαρίου, 2025

Προφανή και μη προφανή στις οικονομικές αποφάσεις: Ο ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ

Συχνά θεωρείται ότι η αύξηση του δανεισμού οδηγεί σε αύξηση του πλούτου. Επικρατεί όμως σύγχυση για το πoιο είναι το αντικείμενο του δανεισμού.
Oταν δανειζόμαστε χρησιμοποιούμε τα χρήματα για να μπορέσουμε να αγοράσουμε προϊόντα. Για παράδειγμα, όταν δανειστούμε για να αγοράσουμε ένα σπίτι στην πραγματικότητα δεν χρωστάμε τα χρήματα, αλλά χρωστάμε το σπίτι. Το χρήμα χρησιμοποιείται μόνο ως μέσο που διευκολύνει τη συμφωνία μεταξύ του κατασκευαστή και του αγοραστή.
Πουθενά δεν μπορεί να αγοραστούν περισσότερα προϊόντα (π.χ. σπίτια) απ’ όσα υπάρχουν. Ανεξάρτητα από το πόσο σκληρό είναι το νόμισμα ή πόσα χαρτονομίσματα κυκλοφορούν, το σύνολο των δανειοληπτών δεν μπορεί να αποκτήσει παραπάνω προϊόντα (π.χ. σπίτια) από όσα προσφέρουν όλοι οι δανειοδότες μαζί. Ο λόγος είναι ότι για κάθε δανειολήπτη πρέπει να υπάρχει ένας δανειοδότης. Οι τράπεζες, μέσω του δανεισμού του χρήματος, διευκολύνουν τους δανειοδότες και δανειολήπτες προϊόντων να έρθουν σε συμφωνία για την ανταλλαγή προϊόντων.
Οι τράπεζες όμως δεν μπορούν να αυξήσουν το συνολικό όγκο των προϊόντων που προσφέρονται για δανεισμό. Οι τράπεζες δανείζουν τους φερέγγυους πελάτες που έχουν καλή φήμη και εγγυήσεις. Οταν το κράτος εγγυάται δάνεια σε δανειολήπτες, τότε οι τράπεζες προτιμούν να δανείζουν σε δανειολήπτες των οποίων τα δάνεια εγγυάται το κράτος επειδή ξέρουν ότι θα πάρουν σίγουρα τα χρήματά τους πίσω. Ετσι έχουμε μία μετατόπιση των δανείων από τους φερέγγυους πελάτες με καλή φήμη, προς αυτούς που λαμβάνουν κρατική εγγύηση για τα δάνειά τους.
Η προφανής υπόθεση είναι ότι με την εγγύηση του κράτους τα αποκτώμενα προϊόντα θα είναι περισσότερα από τα διαθέσιμα για δανεισμό. Οπως εξηγούμε όμως παραπάνω δεν προσφέρονται περισσότερα προϊόντα, απλά μετατοπίζονται τα δάνεια. Το μη προφανές είναι ότι ο φερέγγυος πελάτης με την καλή φήμη χάνει τη δυνατότητα να δανειστεί. Επίσης ένα άλλο μη προφανές είναι ότι οι φορολογούμενοι έχουν εκτεθεί στο κίνδυνο να καλύψουν ένα χρέος που δεν τους αφορά (τα δάνεια με κρατική εγγύηση που δεν θα αποπληρωθούν).
Οταν το κράτος εγγυάται τα δάνεια των δανειοληπτών, αυξάνει τεχνητά τη ζήτηση για δάνεια, οπότε λόγω της αυξημένης ζήτησης, αυξάνονται τα επιτόκια των δανείων για όλους τους δανειολήπτες. Επιπλέον η τεχνητή αύξηση της ζήτησης, αυξάνει υπερβολικά τις τιμές των προϊόντων λόγω έλλειψης προσφερόμενων αγαθών για δανεισμό με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι γνωστές “φούσκες”. Οταν δε οι φούσκες “σκάσουν” και οι τιμές υποχωρήσουν σε λογικά επίπεδα, οι δανειολήπτες που έλαβαν δάνεια με την εγγύηση του κράτους και αγόρασαν σε υψηλές τιμές, βλέπουν συνήθως να μειώνεται η αξία του σπιτιού στο μισό της αξίας του δανείου. Οποτε σταματούν να πληρώνουν ένα δάνειο διπλάσιο από την αξία του σπιτιού τους. Το κράτος λοιπόν που είχε εγγυηθεί τα δάνεια αυτά θα πρέπει να πληρώσει τις εγγυήσεις του και θα στείλει τον “λογαριασμό” στους φορολογούμενους να πληρώσουν επιπλέον φόρους για χρέη που δεν είναι δικά τους.
Εάν θέλουμε να δανειστούμε πρέπει να αποφασίζουμε οι ίδιοι σε ατομικό επίπεδο κατά το δυνατόν για τον εαυτό μας. Θα πρέπει να δαπανάμε, συμπεριλαμβανομένων και των τοκοχρεολυσίων, λιγότερα από ότι εισπράττουμε, για να έχουμε ένα αποθεματικό, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ενδεχόμενες αναποδιές. Δανεισμός σημαίνει να ξοδεύουμε σήμερα το εισόδημα που θα εισπράξουμε αύριο. Εάν το εισόδημα δεν προκύψει αύριο χρεοκοπούμε…
Χρεοκοπία για έναν ιδιώτη σημαίνει απώλεια και περιουσιακών στοιχείων που είχε από πριν δανειστεί. Αν το κράτος χρεοκοπήσει σημαίνει απώλεια εθνικής κυριαρχίας και ενίοτε πόρων μέσω εκχώρησης μονοπωλιακής εκμετάλλευσης βασικών πόρων κ.λπ.
Αρα δεν είναι σοφό να δανειζόμαστε, χωρίς να μελετάμε σε βάθος τους κινδύνους και τις δυνατότητες αποπληρωμής του δανείου. Πολύ  περισσότερο, δεν είναι σοφό να δανειζόμαστε σε περιόδους που το κράτος έχει εγγυηθεί για δάνεια και έχει δημιουργήσει τεχνητή αύξηση των δάνειων και των τιμών των προϊόντων. Τότε ότι και να αγοράσουμε, η τιμή του θα είναι δυσθεώρητα υψηλή.
Το ίδιο ισχύει και για τα κράτη. Δεν μπορούν να δανείζονται πέρα από τις δυνατότητες τους. Οπως δείχνει ο παρακάτω πίνακας η χώρα μας την περίοδο 2001 – 2009 αύξησε τα έσοδα της κεντρικής κυβέρνησης κατά 42,28%. Οι δαπάνες όμως την ίδια χρονική περίοδο αυξήθηκαν κατά 135,2%, δηλαδή τα έξοδα του κράτους  αυξήθηκαν τρεις φορές παραπάνω από την αύξηση των εσόδων. Για να καλυφθούν αυτές οι επιπλέον δαπάνες της οκταετίας 2001 – 2009, το κράτος δανείστηκε 146,8 δις ευρώ (298,7-151,9=146,8). Δηλαδή σχεδόν το μισό χρέος δημιουργήθηκε την οκταετία 2001 – 2009.
Οι δύο υποκατηγορίες εξόδων με την μεγαλύτερη αύξηση, ήταν οι μισθοί-συντάξεις με αύξηση 87,2% και οι τόκοι των δανείων με αύξηση 26,80%. Και οι δυο αυτές δαπάνες πρόσθεσαν σταθερά – μόνιμα έξοδα στη λειτουργία του κράτους.
Το προφανές ήταν ότι το κράτος κάλυπτε την αύξηση των δαπανών του με δανεικά χρήματα και όλοι ήταν ευχαριστημένοι. Το μη προφανές ήταν ότι όταν η χώρα δεν θα μπορούσε να δανειστεί πλέον χρήματα, αυτή την αύξηση των κρατικών δαπανών θα έπρεπε να την καλύψουν πλέον οι φορολογούμενοι, όπως και έγινε από το 2010.
Ας ελπίσουμε ότι τουλάχιστον δεν θα χρειαστεί να αποπληρώσουμε και τα σημερινά δάνεια των περίπου 318 δισ. € ! (είναι προφανές ότι δεν μπορεί να πληρωθούν!!!)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα