Δεν είναι πολύς καιρός που ο γράφων σε σχετικό του άρθρο στα Χανιώτικα νέα με τίτλο “Αγουρόλαδο: Μία εναλλακτική λύση για τη βελτίωση του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών” επισήμαινε πως υπάρχουν και άλλες δοκιμασμένες εναλλακτικές πρακτικές, που μπορεί να βοηθήσουν την ελαιοκομία και να ενεργήσουν ως ασφαλιστική δικλείδα προστασίας του γεωργικού εισοδήματος του ελαιοκαλλιεργητή.
Τόνιζε ιδιαίτερα την ανάγκη ενημέρωσης του ελαιοκομικού κόσμου με τη μεταλαμπάδευση των σύγχρονων πρακτικών δεξιοτεχνιών, ώστε να μπορέσει να στραφεί προς την κατεύθυνση της παραγωγής περισσότερων τύπων μονοποικιλιακού ελαιόλαδου και άλλων προϊόντων. Αναφέρθηκε μάλιστα ως χαρακτηριστικό και άξιο προς μίμηση παράδειγμα η περίπτωση της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Χαλκιδικής, η οποία πιστοποίησε το 2013 με την ονομασία «Αγουρέλαιο Χαλκιδικής» (Agoureleo Chalkidikis) ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) το ελαιόλαδο από μη ώριμο ελαιόκαρπο των ντόπιων ποικιλιών ελιάς «Χονδρολιά Χαλκιδικής» και «Χαλκιδική». Η προσπάθεια αυτή προσδίδει αυξημένη προστιθέμενη αξία στο ελαιόλαδο προς όφελος του ελαιοκαλλιεργητή και της εθνικής οικονομίας γενικότερα. Πράγματι από τις δύο αυτές ποικιλίες παράγεται αγουρέλαιο, κανονικό ελαιόλαδο και πράσινες επιτραπέζιες ελιές. Τα αποτελέσματα μάλιστα της προσπάθειας αυτής θα ήταν περισσότερο σημαντικά , αν η ελαιοκαλλιέργεια ήταν οικολογική.
Αφορμή για τη συγγραφή του σημερινού άρθρου έδωσε το άκρως ενδιαφέρον δημοσίευμα του δημοσιογράφου Γιώργου Κώνστα στα “Χανιώτικα νέα” στις 22 Ιανουαρίου 2021 με τίτλο “Πολυποικιλιακό ελαιόλαδο στο εμπόριο με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Ελιάς”. Πράγματι η πρωτοβουλία αυτή της παραγωγής πολυποικιλιακού ελαιόλαδου (multi-variety olive oil, huile d’olive multi-variétale, aceite de oliva multivariante, olio d’oliva multi-varietà) διανοίγει κι άλλη αξιοπρόσεκτη κατεύθυνση διασφάλισης του γεωργικού εισοδήματος του ελαιοκαλλιεργητή.
Η αρχή έγινε με τη συνεργασία με την Terra Creta (Κρητική Γη), μια έμπειρη εταιρεία με μετόχους Κρητικούς, που εδώ και 20 χρόνια είναι ενεργά παρούσα στον παγκόσμιο χώρο του ποιοτικού ελαιόλαδου. Η εταιρία αυτή τυποποιεί και διακινεί το πολυποικιλιακό ελαιόλαδο των ελαιώνων του Ινστιτούτου Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου με το όνομα «42».
Η επωνυμία αυτή δόθηκε γιατί το συγκεκριμένο ελαιόλαδο προέρχεται από 42 επιλεγμένες καλλιεργούμενες ποικιλίες από τη συλλογή που διατηρεί το Ινστιτούτο.
Το ποσοστό συμμετοχής της κάθε ποικιλίας για την παραγωγή του συγκεκριμένου ελαιόλαδου ρυθμίζεται με βάση την εκάστοτε κατ έτος ποιοτική παραγωγή. Το γεγονός ότι το συγκεκριμένο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο δεν χαρακτηρίζεται ως βιολογικό δείχνει πως οι «χαλεποί» για το Ινστιτούτο «καιροί» συντέλεσαν στην απένταξη των ελαιώνων του από τα προγράμματα της οικολογικής γεωργίας, στα οποία παλαιότερα χωρίς δαπάνη πιστοποίησης είχαν ενταχθεί. Αν πράγματι ισχύει αυτό, ο γράφων έχει τη γνώμη, πως η μετατροπή των ελαιώνων του Ινστιτούτου σε βιολογικούς θα αναδείξει ακόμα περισσότερο το πολυποικιλιακό ελαιόλαδο «42». Επιπρόσθετα η επανένταξη αυτή έλθει αρωγός και σε άλλες περιπτώσεις παραγωγής οικολογικού πολυποικιλιακού ελαιόλαδου.
Πρέπει να σημειωθεί πως στην Ελλάδα και σε άλλες ελαιοκομικές χώρες η παραγωγή βιολογικού ή ολοκληρωμένης διαχείρισης ή συμβατικού πολυποικιλιακού ελαιόλαδου αποτελεί βασική προτεραιότητα. Μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν καταγραφεί οι κυριότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες που διακρίνονται για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελαιόλαδου. Από την Ελλάδα ξεχωρίζουν η Κορωνέικη (μικρόκαρπη ή μεγαλόκαρπη), η Καλαμών η Μαστοειδής (Τσουνάτη), η Χαλκιδική η Αδραμυτινή και άλλες.
Για την Ισπανία αναφέρουν τις Picual, Arbequina και Hojiblanca, την Ιταλία τις Leccino, Frantoio και Coratina, την Πορτογαλία Cobrançosa και τις ΗΠΑ την Mission. Εννοείται πως σε κάθε χώρα η σύνθεση των μειγμάτων (Blend) των καλλιεργούμενων ποικιλιών για την παραγωγή πολυποικιλιακού ελαιόλαδου διαφέρει ανάλογα με τις απαιτήσεις σε ποιοτικά γευσιολογικά και αρωματικά χαρακτηριστικά της αγοράς.
Στη χώρα μας για παράδειγμα βρίσκει κανείς συμβατικά πολυποικιλιακά ελαιόλαδα από Κορωνέϊκη, Κουτσουρελιά, Αθηνολιά και Ασπρολιά και βιολογικά από Κορωνέικη, Καλαμών και Αθηνολιά με τζίντζερ (Zingiber officinale), μοσχολέμονο (Citrus aurantifolia) και βασιλικό (Ocimum basilicum).
Στην Ιταλία ενδιαφέρον παρουσιάζει το πολυποικιλιακό ελαιόλαδο από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες Sessana, Leccino Coratina και Itrana καθώς και η μείξη στη χώρα αυτή αυτοχθόνων ελαιόλαδων με ελληνικά για τη βελτίωση της ποιότητας.
Εν κατακλείδι η παραγωγή πολυποικιλιακών ελαιόλαδων έχει μεγάλη προοπτική στην σύγχρονη και απαιτητική για προϊόντα ποιότητας. Η προοπτική αυτή για τα Χανιά και για τη μεγαλόνησο γενικότερα είναι περισσότερο ευοίωνη. Κι αυτό γιατί υπάρχει η εμπειρία και η ποικιλότητα των καλλιεργούμενων ποικιλιών. Παράλληλα όμως πρόκειται για μια τεχνική που χρειάζεται την ακώλυτη και στενή συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων δηλαδή του ελαιοπαραγωγού ή της οργάνωσής του ή της ομάδας του, του καταναλωτή, του υπεύθυνου για την τεχνική σύνθεση και τυποποίηση του ελαιόλαδου ,της αγροτικής έρευνας και της αρμόδιας για την εκλαΐκευση και μεταφορά της τεχνογνωσίας υπηρεσίας . Πολύ λυσιτελής θα ήταν και η λειτουργία δίπλα στα ιδρύματα αγροτικής έρευνας των Κέντρων Εφαρμογής Ερευνητικών αποτελεσμάτων, τα οποία δυστυχώς παραμένουν ακόμα στα «χαρτιά».
Ο ελαιοπαραγωγός θα πρέπει να αποκτήσει την απαραίτητη δεξιοτεχνία για την ορθή γεωργική πρακτική στους ελαιώνες. Ο καταναλωτής δηλαδή η αγορά, η οποία ύστερα από σχετική έρευνα να έχει κατασταλάξει στις απαιτήσεις για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παραγόμενου ελαιόλαδου. Ο υπεύθυνος εφαρμογής των αποτελεσμάτων της αγροτικής έρευνας για την τεχνική μείξη των καλλιεργούμενων ποικιλιών, την παραγωγή και τυποποίηση του παραγόμενου ελαιόλαδου να ενημερώνεται κατάλληλα. Η υπηρεσία μεταφοράς των σχετικών πρακτικών δεξιοτεχνιών να μπορεί να σταθεί δίπλα στον ελαιοκαλλιεργητή για την δια βίου ενημέρωσή του. Η αγροτική έρευνα αποτελεί την πεμπτουσία της προσπάθειας αυτής. Αυτή θα διερευνήσει τις απαιτήσεις της αγοράς. Αυτή θα ερευνήσει τα αναφυόμενα στην ελαιοκομική εκμετάλλευση προβλήματα. Αυτή θα διοχετεύσει τα εφαρμόσιμα ερευνητικά αποτελέσματα στην υπηρεσία εφαρμογής. Αυτή ύστερα από μελέτη θα ερευνήσει ενδεχόμενα προβλήματα και θα προτείνει την τεχνική σύνθεση του επιθυμητού ελαιόλαδου στον υπεύθυνο για την τυποποίηση φορέα.