Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Προς µια κλιµατικά ανθεκτική Γεωργία στη Βόρεια Αμερική

«Τα ταξίδια είναι µοιραία για τις προκαταλήψεις, την µισαλλοδοξία και τη στενοκεφαλιά και πολλοί άνθρωποι τα χρειάζονται ιδιαίτερα για αυτούς τους λόγους. Μια ευρεία-ανεκτική, ηθική και φιλεύσπλαχνη εικόνα της ανθρωπότητας δεν θα προκύψει µένωντας αδιάφορος σε µια γωνιά αυτου του κόσµου για µια ολόκληρη ζωη» Μαρκ Τουέιν , The innocents abroad.

Αποδεχόµενος την πρόσκληση του Καναδικού ∆ιεθνούς Κέντρου Ανάπτυξης και Έρευνας (IDRC) σαν CIHEAM-MAICh, παραβρέθηκα στο Eργαστήριο-Σεµινάριο ανταλλαγής γνώσεων (Α Knowledge Sharing Workshop) για µια ¨Κλιµατικά Ανθεκτική Γεωργία στη Βόρεια Αφρική¨ στο πανεπιστήµιο Μωχάµεντ του 6ου (https://um6p.ma/en) στην πόλη Μπεν Γκουερίρ στο Μαρόκο.

Στο συγκεκριµένο πανεπιστήµιο θεωρούµενο ως η Silicon Valley (τόσο σε µέγεθος και σύγχρονες υποδοµές όσο και σαν εκπαιδευτικό µοντέλο)σε αφρικανικό έδαφος παρουσιάστηκαν 3 ξεχωριστά ερευνητικά µοντέλα καθώς και η πρακτική εφαρµογή τους σε 3 διαφορετικές χώρες.

Ο οργανισµός που διοργάνωσε το σεµινάριο (IDRC) αποτελεί µέρος των διεθνών σχέσεων και των αναπτυξιακών προσπαθειών του Καναδά να ενθαρρύνει, να στηρίξει και να διεξάγει έρευνα αναφορικά µε προβλήµατα σε αναπτυσσόµενες χώρες διαµορφώνοντας τις αντίστοιχες τις αντίστοιχες τεχνολογικές,επιστηµονικές και λοιπές γνώσεις έτσι ώστε να επιτευχθεί η επιθυµητή οικονοµική και κοινωνική ανάπτυξη. Αναφορικά µε το πρόγραµµα για την δηµιουργία κλιµατικά ανθεκτικών συστηµάτων παραγωγής τροφής στην Βόρεια Αφρική ο οργανισµός έχει στηρίξει τα τελευταία 7 χρόνια 12 ερευνητικά προγράµµατα είτε άµεσα είτε µέσω συνεργασιών συνολικού ύψους 11.2 εκατοµµυρίων Καναδικών δολλαρίων (1 CAD=0.68 EURO). Τα παραπάνω προγράµµατα διαχειρίζονται το ζήτηµα της κλιµατικής αλλαγής µέσω 2 βασικών οδών. Ο πρώτος στοχεύει να ενισχύσει την ανθεκτικότητα-βιωσιµότητα των αγροτικών νοικοκυριών µέσω των τεχνολογικών καινοτοµιών που θα προκύψουν απο συµµετοχικές και διεπιστηµονικές προσεγγίσεις και ο δεύτερος µέσω της προώθησης της υγείας του αγροτικού ζωικού κεφαλαίου µε την ανάπτυξη εµβολίων-βακτηριοσινών και στοιχειωδών µορφών επεξεργασίας και µεταποίησης των ζωικών προϊόντων.

Οι 3 χώρες που αφορούσαν τα µοντέλα που παρουσιάστηκαν ήταν η Αλγερία, η Τυνισία και ασφαλώς ο οικοδεσπότης το Μαρόκο. Το πρώτο αναπτύχθηκε στην Αλγερία όπου αποµονώθηκαν 5 σειρές (strains) από ενδηµικές στο Αλγεριανό έδαφος µυκόρριζες και από διαφορετικές κλιµατικές ζώνες (ξηρική,ηµιξηρική,υπόυγρη) όπου στη συνέχεια εµβολιάστηκαν µε αυτές µια σειρά από καλλιέργειες λαχανικών οδηγώντας (πάντα σύµφωνα µε την παρουσίαση) σε αύξηση της παραγωγής απο 32% εως 55%. Το δεύτερο αναπτύχθηκε στην Τυνησία όπου στην προσπάθεια να περιοριστεί η χρήση αντιβιοτικών στην ζωική παραγωγή αναπτύχθηκαν σε µεγάλη κλίµακα διαδικασίες βακτηριακής ζύµωσης που οδήγησαν στην παραγωγή ενεργών συστατικών βασισµένα στις βακτηριοσίνες που µάλιστα πήραν έγκριση απο τις Τυνησιακές ρυθµιστικές αρχές για να προκύψουν τα αντίστοιχα φαρµακευτικά σκευάσµατα.

Τέλος το µοντέλο στο οποίο δόθηκε και ο µεγαλύτερος χρόνος παρουσίασης καθώς εφαρµόστηκε στο Μαρόκο (έγινε και επίσκεψη στα αντίστοιχα αγροκτήµατα και µονάδες επεξεργασίας) ήταν η επιλογή των κατάλληλων ποικιλιών του ‘ψευδοδηµητριακού΄ Κινόα (Quinoa, προερχόµενη ως κέντρο εξελικτικής διαφοροποίησης απο την περιοχή των Άνδεων της Λατινικής Αµερικής) για καλλιέργεια στο αφιλόξενο κλίµα των ξηρικών περιοχών του Μαρόκου που µέχρι πρόσφατα αποτελούσαν το σιτοβολώνα της χώρας. Μέρος των περιοχών αυτών στραφήκαν στην καλλιέργεια του Kάκτου (Cactus pear),όµως και αυτή η καλλιέργεια αρχίζει να υποχωρεί λόγω των ακραίων συνθηκών ενώ παρά τις πολλές χρήσεις θεωρείται περιορισµένη η σχέση του µε τη διατροφική ασφάλεια του πληθυσµού (κυρίως σαν ζωοτροφή). Η Κινόα προτάθηκε σαν εναλλακτική για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσµού αλλά και σαν επιχειρηµατικό µοντέλο (οι τιµές- θεωρητικά πάντα – είναι 10 εως 20 φορές υψηλότερες από ένα παραδοσιακό δηµητριακό), υπό την προϋπόθεση πάντα να δηµιουργηθεί η αντίστοιχη αγορά. Η εικόνα σε κάθε περίπτωση του χωραφιού, λόγω των ελάχιστων βροχοπτώσεων της χρονιάς (<170 mm) ήταν απογοητευτική.
Υπολογίζεται ότι θα συγκοµιστεί λιγότερο απο το 1/5 της επιθυµητής παραγωγής. Βέβαια στο διπλανό χωράφι που είχε φυτευτεί σιτάρι δεν θα υπάρξει καθόλου συγκοµιδή ενώ σύµφωνα µε τους υπεύθυνους του προγράµµατος τα αποτελέσµατα δεν θα πρέπει να αποθαρρύνουν καθώς η υψηλότερη διατροφική αξία σε σχέση µε άλλες παραδοσιακές καλλιέργειες και η υποσχόµενη υπεραξία του προιόντος µπορεί να αποκαταστήσουν µέρος των απωλειών µια κακής χρονιάς.

Η συζήτηση που έγινε την πρώτη µέρα (πριν τις επισκέψεις στο χωράφι) από ακαδηµαικούς (UM6P Morocco- Πανεπιστήµιο του Μωχάµεντ του 6ου, IRESA Tunisia, Ινστιτούτο Αγροτικής Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης, Πανεπιστήµιο του Τορόντο, CIHEAM- ∆ιεθνές Κέντρο για Προηγµένες Μεσογειακές Αγρονοµικές Σπουδές) και φορείς απο µια σειρά αναπτυξιακών οργανισµών (ο διοργανωτής IDRC- Καναδικό ∆ιεθνές Κέντρο Ανάπτυξης και Έρευνας, ICBA- ∆ιεθνές Κέντρο για την Βιοαλατούχα Γεωργία, ICARDA- ∆ιεθνές Κέντρο για την Αγροτική Έρευνα σε Ξηρές Περιοχές, CGIAR- Συµβουλευτική Οµάδα για τη ∆ιεθνή Αγροτική Έρευνα, GCF- Πράσινο Ταµείο για το Κλίµα) είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον καθώς πέρα από την παρουσίαση των καινοτοµιών υπήρξε κριτική κυρίως για το παραγωγικό µοντέλο της χώρας κάτω από συνθήκες κλιµατικής κρίσης αλλά και για τον τρόπο που διεξάγεται η έρευνα και τη σκοπιµότητα.

Συγκεκριµένα καθώς το Μαρόκο είναι ο µεγαλύτερος εξαγωγέας ντοµάτας στον κόσµο αλλά και άλλων αποκαλούµενων ως ΄διψασµένων καρπών΄, εξάγει µόνο µε την ντοµάτα πάνω απο 21 δισεκατοµµύρια λίτρα νερού οδηγώντας σε εξάντληση και υφαλµύρωση του υδροφόρου καθώς δεν υπάρχει ανανέωση του αντλούµενου νερού. Αναφορικά µε την έρευνα ειπώθηκε απο µέρος οµιλητών (κυρίως ακαδηµαϊκοί) ότι πρέπει να υπάρξει αποαποικιοποίηση της αγροτικής έρευνας και να κεφαλαιοποιηθεί η γνώση που έχει παραχθεί από εθνικούς φορείς όλα τα προηγούµενα χρόνια. Προσωπικά από τη σηµαντική εµπειρία του ταξιδιού αυτού αλλά και ως τεχνικός πεδίου και ελάχιστα ως ερευνητής θα ήθελα να προσθέσω ότι ο καλύτερος τρόπος για να εκµεταλλευτούµε το δυναµικό της παραχθείσας έρευνας τόσο για τους καταναλωτές αλλά κυρίως για τους πληττόµενους από την κλιµατική καταστροφή αγρότες δυνατοί δεσµοί µεταξύ κυβερνητικών οργανισµών, ερευνητών, τοπικών οργανισµών άρδευσης και αγροτικών φορέων πρέπει να χτιστούν. ∆εν είναι το παν η τεχνολογία, αλλά κυρίως το σύστηµα που την περιβάλλει και την αναπτύσσει, είναι το πως οι ερευνητές θα βρουν τον τρόπο να κάνουν τους εαυτούς τους χρήσιµους στην κοινωνία και το περιβάλλον….

*Ο Γιώργος Πρεκατσάκης είναι γεωπόνος, ερευνητής ΜΑΙΧ


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα