Το αποτέλεσμα των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου, αν και έδειχνε ότι επρόκειτο για αμφίρροπο αγώνα, λόγω των πληγών της διάσπασης στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ, εν τούτοις κρίθηκε τις τελευταίες ώρες, που οι ψηφοφόροι έκαναν την υπέρβασή τους και εξέπληξαν, παρά τα προγνωστικά. Οι δημοσκοπήσεις κατ’ επανάληψη έπεσαν έξω στις προβλέψεις τους.
Οι δημοσκόποι ή γνώριζαν την αλήθεια των μετρήσεων, ότι υπήρχε μια διαφορά έξι μονάδων και οι ΑΝ.ΕΛ. θα έμπαιναν στη Βουλή και το έκρυβαν για ευνόητους λόγους ή εφαρμόζουν λάθος τακτική, οπότε καλά θα κάνουν ν’ αλλάξουν δουλειά.
Στις 25 Ιανουαρίου ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 36,4% των ψήφων και 149 έδρες. Με τη διαφοροποίηση μιας των συνιστωσών του, απεχώρησαν απ’ το κόμμα 25 βουλευτές, ως αντιμνημονιακοί, που αντιπροσωπεύουν το 17% της δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ ή το 6,2% του εκλογικού σώματος περίπου. Αυτό το 6,2% δεν το εισέπραξε η Λαϊκή Ενότητα, αλλά μόνο 2,85% και δεν μπήκε στη Βουλή. Αντιθέτως αυτή η διάσπαση δεν κόστισε στον ΣΥΡΙΖΑ και πολύ, διότι στις πρόσφατες εκλογές συγκέντρωσε 35,5% και 145 έδρες, δηλαδή έχασε μια ποσοστιαία μονάδα και 4 έδρες.
Αυτό σημαίνει ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ωρίμασαν περισσότερο, αντιληφθέντες ότι οι συσχετισμοί δυνάμεων στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο προσδιορίζουν τη στάση τους και συνδέουν τη βιωσιμότητα της κυβέρνησής τους με το δικό τους μέλλον και έδωσαν στον Τσίπρα ό,τι τους ζήτησε, την ευκαιρία να συνεχίσει. Τούτο τον υποχρεώνει να προσγειωθεί και με ειλικρίνεια και υπευθυνότητα να καταφέρει με τους επικεφαλής του να εκπονήσουν αντικειμενικό σχέδιο εξομάλυνσης της κρίσης, που να ’χει αποτελέσματα θετικά. Να δείξει ότι άξιζε να τον εμπιστευτούν οι Ελληνες για δεύτερη φορά. Διότι άμα η κρίση παραμένει και οι εξελίξεις στην Ευρώπη είναι επιζήμιες για τα εθνικά μας θέματα, τούτο στέλνει προειδοποιητικό μήνυμα πολέμου.
Θα ξανάχουμε, λοιπόν, αριστεροδεξιά κυβέρνηση, που δεν έχει περιθώρια αποτυχίας στην αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών. Αυτή η κατάσταση είναι η κακοδαιμονία της χώρας και κρατά την κοινωνία “καρφωμένη” στο παρελθόν. Το εκλογικό σώμα έδωσε εντολή ν’ αλλάξουν οι πολιτικοί αυτό που ήξεραν. Το γιγαντωμένο πελατειακό κράτος, το φορολογικό συνονθύλευμα, η διαφθορά να πολλαπλασιάζεται, η διαπλοκή να μην θέλει να παραιτηθεί, τη γραφειοκρατία να βασιλεύει, την απονομή της δικαιοσύνης να χρονοτριβεί, τα καρτέλ να εξουσιάζουν την οικονομική ζωή της χώρας κ.ά.
Από τα μέσα της 10ετίας του ’90 χάναμε σιγά – σιγά την αυτοτέλειά μας. Με τις ψευτοεπιδοτήσεις εγκαταλείφθηκε η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία. Κλείσανε τα εργοστάσια και κάναμε εισαγωγές σε αγροτικά και πάσης φύσεως είδη διατροφής, ενώ υποτυπωδώς εξελίσσεται η τυποποίηση όσων προϊόντων μας επέτρεπαν να παράγουμε με ποσοστώσεις. Εχουμε καταντήσει χώρα, που ο πληθυσμός της καταγίνεται με την παροχή υπηρεσιών, ενώ η αφρόκρεμα του πνευματικού και επιστημονικού κόσμου, που τόσο μας κοστίζει, αναζητά “δουλειά” στο εξωτερικό!
Αν η νέα κυβέρνηση καταφέρει να τιθασεύσει το κατεστημένο των καρεκλοκένταυρων της εξουσίας, να κάνει τις δέουσες μεταρρυθμίσεις και ν’ ασκήσει αξιόπιστη πολιτικοοικονομική τακτική, η επιτυχία της, όπως την προεξοφλεί, μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη!